Η εξοικονόμηση ή καλύτερα η συνετή χρήση ενέργειας είναι ένα από τα διαρκή αιτήματα για την αντιμετώπιση της καταστροφής του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων εδώ και δεκαετίες. Επρεπε να έχει εφαρμοστεί χθες και να έχει κανονικοποιηθεί.
Τεχνικά και θεσμικά βήματα έχουν γίνει, αλλά τα αποτελέσματα όσων έχουν εφαρμοστεί πιστά είναι πολύ φτωχά συγκρινόμενα με το απαιτούμενο μέγεθος μείωσης. Φαντάζουν ακόμα φτωχότερα υπό τις γνωστές τρέχουσες συνθήκες στο ενεργειακό σκηνικό γιατί απλά η εξοικονόμηση ενέργειας δεν είναι μόνο θέμα τεχνικό και θεσμικό, αλλά κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό. Αυτό φαίνεται από τις αντιδράσεις που καταγράφονται στις εξαγγελίες των μέτρων για εξοικονόμηση ενέργειας, μεταξύ των οποίων και οι αντιδράσεις -κάποιες δραματικές- των δημάρχων για τη μείωση του οδοφωτισμού («Εφ.Συν.», 7/9/2022, «Σχέδιο για να μας αλλάξουν τα φώτα»). Με αφορμή και παράδειγμα τον οδοφωτισμό ακολουθούν μερικές σκέψεις που αφορούν όλους τους χρήστες και όλες τις χρήσεις ενέργειας.
Η απαιτούμενη μείωση κατανάλωσης ενέργειας (όπως και νερού και άλλων πόρων) εξαρτάται από το υφιστάμενο επίπεδο κατανάλωσης και περιορίζεται από το ελάχιστο απαιτούμενο ασφαλές επίπεδο για κάθε χρήση. Με απλά λόγια, πρώτη κίνηση είναι η εξάλειψη της σπατάλης. Στον οδοφωτισμό (δρόμοι και πλατείες) πολλών πόλεων δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο να υπάρχουν ταυτόχρονα πολλαπλοί στύλοι φωτισμού στην ίδια περιοχή. Αλλοι τοποθετούνται από τους δήμους, άλλοι από τις περιφέρειες, σε εμφανή έλλειψη συντονισμού μεταξύ τους. Οταν προστεθεί ο φωτισμός παρακείμενων επιχειρήσεων, το τελικό αποτέλεσμα συχνά είναι ο περιττός, υπερβολικός και ενοχλητικός φωτισμός μιας περιοχής.
Σε αρκετές περιπτώσεις οδών και πλατειών παρατηρείται εμφανής πλεονασμός στύλων και λαμπτήρων φωτισμού που θα έπρεπε να είχαν αποφευχθεί από τον αρχικό σχεδιασμό του έργου. Επίσης πολλές σύγχρονες (βιοκλιματικές και μη) αναπλάσεις πλατειών έχουν εκτός των στύλων φωτισμού και παγκάκια με φωτισμό. Γενικά η πρόσφατη τάση στον φωτισμό δημόσιων χώρων είναι να υπάρχουν πολλές πηγές φωτός.
Η κατάσταση επιδεινώνεται με τη χρήση λαμπτήρων LED για εξοικονόμηση ενέργειας. Με τη λογική ότι είναι «φτηνότεροι» γιατί «δεν καίνε πολύ ρεύμα» τοποθετούνται τόσοι όσοι θα υπαγορευόταν από παλιότερη τεχνολογία και κάνουν τη νύχτα μέρα. Ο φωτισμός, μετρούμενος σε lumen, ξεπερνά τον αποδεκτό φωτισμό για την επιφάνεια που φωτίζεται με βάση διεθνή σταθερότυπα.
Πέραν της σπατάλης ενέργειας, ο υπερβολικός φωτισμός και των δημόσιων χώρων μεταξύ άλλων προκαλεί φωτορρύπανση, ένα πρόβλημα του αναπτυγμένου κόσμου που έχει πάρει σημαντικές διαστάσεις τα τελευταία χρόνια. Η φωτορρύπανση υποδηλώνει την παρουσία υπερβολικού και ενοχλητικού φωτός πέραν του φυσικά αναμενόμενου. Μεταξύ των σημαντικών περιβαλλοντικών, οικονομικών, κοινωνικών και ψυχολογικών επιπτώσεών της είναι και η αυξημένη κατανάλωση ενέργειας («Εφ.Συν.», 17/2/2022, «Για να μπορέσουν πάλι όλα τα παιδιά να μετρήσουν τ’ άστρα…»). Για πολλούς (τουριστικούς και μη) δήμους της χώρας μια σημαντική επίπτωσή της είναι η απώλεια της «κληρονομιάς του νυκτερινού ουρανού», ενός σημαντικού πολιτιστικού πόρου άρρηκτα συνδεδεμένου με την ταυτότητα και τη φυσιογνωμία κάθε τόπου. Γι’ αυτό και ο έλεγχος του νυκτερινού φωτισμού των μνημείων λόγω ενεργειακής κρίσης έχει και θετικές συνέπειες παρά τις ανησυχίες κάποιων δήμων.
Οι αποφάσεις για τη μείωση του οδοφωτισμού δεν μπορεί να είναι οριζόντιες γιατί κάθε περίπτωση δήμου και περιοχών σε κάθε δήμο είναι διαφορετική. Απαιτούν την άσκηση φρόνησης στη διαμόρφωση «μέσων» λύσεων για τις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε περιοχής. Λύσεων που αποφεύγουν τα άκρα (σκοτάδι, φωτοχυσία) και επιτυγχάνουν τους κύριους στόχους της δημόσιας ασφάλειας και του επιστημονικά τεκμηριωμένου φωτισμού (δημόσια υγεία) με μειωμένη κατανάλωση ενέργειας και χαμηλό κόστος υπό τις γενικότερες συνθήκες της ενεργειακής κρίσης και της δημοσιονομικής λιτότητας. Η τελευταία δεν αφήνει περιθώρια για σπατάλες στη διαχείριση των οικονομικών πόρων όταν οι δήμοι καλούνται να ανταποκριθούν σε σωρεία πιεστικών κοινωνικών αναγκών.
Η εξοικονόμηση ενέργειας στον οδοφωτισμό με μέτρο και φρόνηση, όσο μικρή κι αν φαντάζει, θα είναι μια έμπρακτη απόδειξη χρηστής διαχείρισης «κοινών» πόρων -ενέργειας, χρημάτων και φωτός- που θα μπορούσε να γίνει και να μείνει σαν μια (καλή) συνήθεια σε όλο τον δημόσιο βίο.
* ομ. καθηγήτριας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
e.briassouli@aegean.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου