(Par
ΕΧΕΤΕ ΑΚΟΥΣΕΙ τὰ ἕξι στάδια χωρισμοῦ,
τὴν ἰδέα πὼς ὅλοι οἱ ἐν ζωῇ ἄνθρωποι βρίσκονται μόνο ἕξι βήματα —ἕξι
χειραψίες— μακριὰ ἀπὸ τὸ νὰ συναντήσουν ἢ γνωρίσουν ὅλους τους ἄλλους.
Τὸ 1993, γύρισαν μιὰ ταινία γι’ αὐτό. Στὴ Νέα Ὑόρκη. Τὴν πόλη μου. Ἐστιάζοντας
στὴ φήμη καὶ τὸ χρῆμα, ἐξέτασε τὴν ἐγγύτητα τῶν προνομίων καὶ τῆς ἔνδειας,
τῆς διασημότητας καὶ τῆς ἀνωνυμίας. Ὑπάρχει μιὰ σκάλα ἀνάμεσα, ὑπαινίχθηκε
ἡ ταινία, καὶ ἡ διαδρομὴ εἶναι διπλῆς κυκλοφορίας.
Στὴ Νέα Ὑόρκη ποὺ ἐγὼ περπάτησα, τὰ ἕξι στάδια φαίνονταν
σὰν ὑπερβολή. Γιὰ νὰ εἶσαι ἕξι στάδια μακριὰ ἀπὸ τὴ φήμη καὶ τὸ χρῆμα,
θὰ ἔπρεπε νὰ πᾶς κάπου, ὅπως τὸ Κάνσας, γιατὶ ὅπου καὶ νὰ κοιτοῦσες, ὅπου
κι ἂν πήγαινες στὸ δικό μου Μανχάταν, τὰ ἄκρα συνυπῆρχαν καὶ οἱ διασημότητες
ἔτρωγαν σαλάτα στὸ διπλανὸ τραπέζι. Ἴσως αὐτὸ νὰ ὀφείλεται γιὰ τὴν
ἐμφάνιση τοῦ παιχνιδιοῦ Ἕξι Στάδια μὲ τὸν Κέβιν Μπέικον.
Ἡ θεωρία ἔλεγε πὼς ὁ Κέβιν Μπέικον, ἕνας ἠθοποιὸς ποὺ ἡ μεγάλη του ἐπιτυχία ἦρθε μὲ τὸ Footloose, εἶχε ἐμφανιστεῖ σὲ τόσες πολλὲς ταινίες ποὺ μόνο ἕξι στάδια τὸν χώριζαν ἀπὸ κάθε ἄλλο ἠθοποιὸ ἐν ζωῇ. Αὐτὸ ἀκριβῶς, λέω, ὅμως: ἔζησα τρία τετράγωνα μακριὰ ἀπὸ τὸν Κέβιν Μπέικον. Τὸν ἔβλεπα ὅλη τὴν ὥρα νὰ καλεῖ ταξὶ στὸν δρόμο, νὰ μπαίνει στὸν ὑπόγειο, νὰ φέρνει πεζὸς ἕνα παιδὶ σπίτι ἀπὸ τὸ σχολεῖο. Τὶς περισσότερες φορὲς προσπερνοῦσε, βυθισμένος στὸν Μπεϊκονικὸ ἑαυτό του. Κάνα δυὸ φορὲς μοῦ ἔγνεψε ἕναν χαιρετισμό. Ἡ σύζυγός του, Κίρα Σέντγουικ, δὲν μοῦ ἔγνεψε ποτὲ καὶ ποιός μπορεῖ νὰ τὴν κατηγορήσει; Μὲ μαλλιὰ σὰν χαίτη λιονταριοῦ καὶ φιγούρα μπαλαρίνας, προσέλκυε τὴν προσοχὴ ποὺ οἱ περισσότερες γυναῖκες προσπαθοῦν νὰ ἀγνοήσουν. Μιὰ φορά, ἐμφανίστηκε στὸ γυμναστήριό μου, φορώντας ἕνα λευκὸ ὁλόσωμο κορμάκι ποὺ ἔμοιαζε νὰ ἔχει ζωγραφιστεῖ μὲ σπρέι στὴν ψηλόλιγνη, εὐλύγιστη φιγούρα της. Δὲν εἶχε οὔτε γραμμάριο λίπους πάνω της. Ὁ ἀδερφός της γυμναζόταν στὸ ἴδιο γυμναστήριο. Ἦταν ψηλότερος καὶ εἶχε παρόμοια κορμοστασιά. Μυώδης, ἰσχνός, σμιλεμένος. Προπονοῦνταν στὴν πυγμαχία – χτυποῦσε μὲ δύναμη τὸν σάκο, ἔδινε κοφτὲς γροθιὲς στὸν προπονητικὸ μικρὸ σάκο, γρονθοκοποῦσε τὸν ἀέρα μπροστὰ στὸν καθρέφτη σὲ γύρους τῶν τριῶν λεπτῶν. Μιὰ μέρα, μπῆκε μέσα μὲ μαυρισμένο μάτι. Τὸν χτύπησε ξαφνικὰ ἕνας παντελῶς ἄγνωστος σὲ μιὰ μποντέγκα στὴν Ἄμστερνταμ Ἄβενιου. «Χριστέ μου» εἶπα κοιτάζοντας ἐξεταστικὰ τὸ μέγεθος καὶ τὸ πόσο μὸβ ἦταν, «τί ἔκανες;». Ἔσκυψε τὸ σῶμα του σὰν πυγμάχος, ἔκανε προσποιήσεις μὲ τοὺς ὤμους καὶ ἔριξε μερικὲς ἀστραπιαῖες γροθιές. «Ἄρχισα νὰ χορεύω», εἶπε. «Ἔπρεπε νὰ δεῖς τὸ δικό του πρόσωπο.» Κάνα-δυὸ χρόνια ἀργότερα, ἐμφανίστηκε στὸ στούντιο γιόγκα, ὅπου πήγαινα κι ἐγώ. Τὸ ἴδιο σῶμα πυγμάχου, ἐκπληκτικὰ γυμνασμένος. Στὴ γιόγκα, ὅμως, δὲν μποροῦσε νὰ προχωρήσει πέρα ἀπὸ τὶς ἀρχικὲς στάσεις. Ἄντεξε εἴκοσι λεπτά, ἔπειτα κάθισε στὸ πάτωμα κόντρα στὸν τοῖχο, βρῆκε τὴν ἀνάσα του κι ἔφυγε.
Ἀναφέρω
τὸν ἀδερφὸ τῆς Κίρα Σέντγουικ, ἐπειδὴ ἦταν σχεδὸν διάσημος. Ἀπεῖχε
ἕνα στάδιο ἀπὸ τὴν ἀδερφή του, ποὺ ἦταν διάσημη. Ἔτρωγε στὸ διαμέρισμά
της. Ἦταν ὁ θεῖος τῶν παιδιῶν τοῦ Κέβιν Μπέικον (ἕνα ἀπὸ τὰ ὁποῖα εἶναι
τώρα διάσημο). Ποῦ εἶναι ὅμως τώρα ὁ ἀδερφὸς τῆς Κίρα Σέντγουικ; Στὸ
μυαλό μου, τὸν βλέπω νὰ κάθεται ἀκουμπισμένος στὸν τοῖχο τοῦ στούντιο
γιόγκα μὲ τὸ μαῦρο σόρτς του καὶ τὸ λευκὸ φανελάκι, γεμάτος ἱδρώτα,
μὲ τὸ στῆθος του νὰ ἀνεβοκατεβαίνει, προσπαθώντας νὰ βρεῖ τὴν ἀνάσα
του, ἐνῶ κοιτοῦσε μὲ δυσπιστία, σὰν νὰ ἀναρωτιόταν, αὐτό; Αὐτὸ μὲ ἔβγαλε
νὸκ ἄουτ;
Εἶναι
παρενθετικός. Θὰ μποροῦσες νὰ τὸν βγάλεις ἀπὸ τὴν πρόταση τῆς ἀφήγησης
τῆς Νέας Ὑόρκης καὶ ἡ πρόταση θὰ ἐξακολουθοῦσε νὰ εἶναι σωστή. Κάπως
ἔτσι: «Ἡ Νέα Ὑόρκη, ὅπου κάποτε ἔζησε ὁ ἀδερφὸς τῆς Κίρα Σέντγουικ,
εἶναι τὸ μέρος ὅπου οἱ χαρισματικοὶ καὶ οἱ τυχεροὶ ἔρχονται νὰ παίξουν»
καὶ ἡ πρόταση γίνεται «Ἡ Νέα Ὑόρκη εἶναι τὸ μέρος ὅπου οἱ χαρισματικοὶ
καὶ οἱ τυχεροί...» Ὑπάρχουν ἑκατομμύρια ἀπὸ ἐμᾶς ἐκεῖ ἔξω. Τὸ ξέρω:
ἐγὼ εἶμαι ἕνας. Εἶμαι κι ἐγὼ παρενθετικός. Ὅμως, ἤμουν ἐκεῖ, καθισμένος
σὲ πατώματα μὲ τὴν πλάτη ἀκουμπισμένη σὲ διάφορους τοίχους, παρακολουθώντας
τοὺς χαρισματικοὺς καὶ τοὺς τυχεροὺς νὰ περνᾶνε καὶ νὰ ἀναρωτιοῦνται,
γαμῶτο, φίλε, τί συνέβη;
Τὸ
Παρενθετικοί εἶναι ἕνα βιβλίο (ἐν ἐξελίξει) ποὺ ἀσχολεῖται
μὲ αὐτὸ τὸ ἐρώτημα, ἐκείνους τοὺς ἀνθρώπους, καὶ αὐτὰ τὰ διηγήματα
Μπονζάι ἢ μεγαλύτερα διηγήματα εἶναι παραδείγματα ἀπὸ δευτερεύουσες
προτάσεις ποὺ σβήνονται, ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ ἀφήνονται στὸ περιθώριο,
ἐνῶ οἱ ὄμορφοι παίζουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου