|
|
ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΦΩΤΕΙΝΟ πρωινὸ ἡ νεαρὴ ἠθοποιὸς διέσχισε ἀέρινά τὸ λόμπυ τοῦ ξενοδοχείου φτάνοντας ὣς τὸ μπάρ. Ἐγὼ εἶχα ἤδη παραγγείλει τὸν καφέ μου, εἶχα σταυρώσει τὰ πόδια μου καὶ περίμενα ὑπομονετικά. Φοροῦσα ταγιέρ. Στὴ γλώσσα τῶν γυναικῶν αὐτὸ σημαίνει μιὰ φούστα κι ἕνα σακάκι ἀπὸ τὸ ἴδιο ὕφασμα. Τὸ ταγιὲρ ἀποτελεῖ τὴ γυναικεία ἐκδοχὴ τοῦ ἀντρικοῦ κουστουμιοῦ. Προσδίδει ἐπαγγελματικὸ κύρος καὶ σοβαρότητα – ἡ ἐξωτερικὴ εἰκόνα εἶναι τὸ πᾶν. Ὅσο γιὰ τὴν ἐσωτερικὴ εἰκόνα, τὴ ζωὴ καθαυτή, τὸ πόση ὥρα χρειάστηκα γιὰ νὰ ἑτοιμαστῶ, τὸ ἂν ἔχω παιδιὰ ἢ σύζυγο ἢ τὸ πόσο μοῦ κόστισε —σὲ χρόνο καὶ χρῆμα— τὸ ταξίδι μέχρι τὸ κέντρο τῆς πόλης, παίρνοντας ἕνα ταξί, ἕνα μετρὸ καὶ ἕνα λεωφορεῖο, δὲν κινεῖ τὸ ἐνδιαφέρον κανενός. Τὸ ὅτι εἶμαι μιὰ γυναίκα μέσης ἡλικίας μὲ τάση γιὰ ἀκμὴ ἢ τὸ ὅτι βάφω τὰ μαλλιά μου, ἐνδιαφέρει πρωτίστως τὶς ἑταιρεῖες καλλυντικῶν κι ὕστερα κάποιες ἀπ’ τὶς λεγόμενες τηλεθεάτριες. Ὅσο γιὰ τὴ νεαρὴ ἠθοποιὸ ποὺ αὐτὴ τὴ στιγμή μοῦ χαμογελᾶ τραβώντας μιὰ καρέκλα, εἶμαι σὲ θέση νὰ ἐπιβεβαιώσω πὼς τίποτα ἀπ’ ὅλα αὐτὰ δὲν τῆς κινεῖ τὸ ἐνδιαφέρον. Τὸ δέρμα μου ἢ τὰ μαλλιά μου ἢ τὸ πὼς ζῶ. Τὴν ἐνδιαφέρει, ὅπως κι ἐμένα, ὅπως καὶ τὶς τηλεθεάτριες, τὸ δικό της στιλπνὸ δέρμα, τὰ ἁπαλά της μαλλιὰ καὶ τὸ ὄμορφο λευκό της διαμέρισμα πρόσφατα ἀγορασμένο σὲ γνωστὴ κοσμικὴ γειτονιά.
Ἡ νεαρὴ ἠθοποιὸς παραγγέλνει καφὲ καὶ σταυρώνει τὰ δικά της πόδια. Φορᾶ παντελόνι. Στὴ γλώσσα τῶν γυναικὼν αὐτὸ σημαίνει «εἶμαι μοντέρνα, ἄνετη καὶ μὲ αὐτοπεποίθηση».
Στὴ γλώσσα τῶν ἀντρῶν δὲν εἶμαι σίγουρη. Ἡ γλώσσα τῶν ἀντρῶν διαφέρει ἀπὸ τὴ γλώσσα τῶν γυναικὼν σὲ ἀποχρώσεις κι ἐκφάνσεις. Συχνά, ἀκόμα καὶ σὲ λέξεις. Συχνά, οἱ ἄντρες σωπαίνουν ἐκεῖ ποὺ οἱ γυναῖκες μιλοῦν μὲ βάθος κι εὐγλωττία. Λιγότερο συχνά, σωπαίνουν οἱ γυναῖκες. Ὅσο γιὰ τοὺς ἄντρες, ἡ γλώσσα τους εἶναι σὲ γενικὲς γραμμὲς πιὸ γραμμική, ἄς ποῦμε πιὸ εὐθύβολη. Καὶ πιὸ περιορισμένη. Ἐδῶ βέβαια ἐπρόκειτο νὰ συνομιλήσουμε δύο γυναῖκες. Ἄγνωστες, σύγχρονες γυναῖκες. Ἀγνώστου προελεύσεως ἢ ἴσως αὐτὸ νὰ φωτιστεῖ μὲ τὴν κουβέντα. Ἡ κουβέντα ἐπρόκειτο νὰ ἔχει τὴ μορφὴ συνεντεύξεως. Συνέντευξη εἶναι συνήθως μιὰ σειρὰ ἀπὸ κοινότυπα ἐρωτήματα ποὺ γίνονται σὲ μὴ κοινοὺς ἀνθρώπους προκειμένου νὰ ἐξαχθεῖ μέσα ἀπὸ τὶς ἀπαντήσεις τους πόσο κοινότυποι εἶναι τελικὰ αὐτοὶ οἱ μὴ κοινοὶ ἄνθρωποι, ἀκριβῶς ὅπως ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι κοινοὶ θνητοὶ ἀπ’ τοὺς ὁποίους δὲν παίρνει συνήθως συνεντεύξεις κανείς.
Κοιτάζω κατάματα τὴ νεαρὴ ἠθοποιὸ καὶ ρίχνω τὴν πρώτη ἐρώτηση.
«Βρίσκεστε ἐδῶ γιὰ τὰ γυρίσματα τῆς νέας σας ταινίας. Πῶς σᾶς φαίνονται
οἱ ντόπιοι; Σᾶς λείπει ἡ πατρίδα σας;» Μοῦ ἀπαντάει πὼς οἱ ντόπιοι εἶναι
ὑπέροχοι ἄνθρωποι. Ὅλοι ὅσοι ἔχει γνωρίσει εἶναι φιλικοὶ κι ἐγκάρδιοι.
Ἀπ’ τὴν πατρίδα της τῆς λείπει ὁ σκύλος της καὶ ἡ συννεφιά. Μοῦ ἐκμυστηρεύεται
πὼς δὲν ξέρει νὰ εἶναι μελαγχολικὴ ἢ σκεφτικὴ μὲ τόσο ἥλιο. Τὶς Κυριακὲς
βαριέται. Ἐπίσης, λόγῳ φωτός, ὑποφέρει ἀπὸ ἀϋπνίες. Τῆς λέω πὼς
εἶναι ἁπλῶς θέμα συνήθειας, τὸ φῶς ἢ τὸ σκοτάδι, καὶ μέσα μου σκέφτομαι
πόσο προσωπικὴ ὑπόθεση εἶναι ὁ οὐρανός.
Ἡ
ἑπόμενη ἐρώτηση ἀφορᾶ στὴν ἡρωίδα ποὺ ὑποδύεται. Πρόκειται βέβαια
γιὰ μιὰ σούπεργουμαν. «Πιστεύετε στοὺς ὑπερήρωες καὶ ποιά εἶναι ἡ
γνώμη σας γιὰ τὴ σύγχρονη γυναίκα;» λέω τραβώντας μιὰ ρουφηξιὰ καφέ.
Σκέφτεται γιὰ λίγα λεπτὰ σὰν νὰ προσπαθεῖ νὰ συνταιριάξει τὶς σκέψεις
μὲ τὶς λέξεις καὶ λέει κάτι ποὺ φαίνεται ἁπλό, ἕως καὶ ἁπλοϊκό, ἀκριβῶς
ὅπως τὸ βίωμα. Λέει, «Σουπερήρωας εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔχει τὸ θάρρος νὰ
εἶναι ὁ ἐαυτός του». «Οἱ γυναῖκες», συμπληρώνει, «σπάνια ἔχουν αὐτὴ
τὴν ἐλευθερία». Στὸ μυαλό μου, ἡ εἰκόνα τοῦ ὑπεράνθρωπου μὲ κάπα καὶ
κολὰν σηκώνει τὸ βάρος τοῦ ἐαυτοῦ στὸ μέσο μιᾶς ταράτσας. Σὰν ἄλλος
Σίσυφος. Μετά, μία γυναίκα ποὺ δὲν ἀναγνωρίζω, κοντούλα καὶ λεπτή,
σηκώνει τὸ βάρος ἑνὸς σπιτιοῦ γεμάτο ἑαυτοὺς στὸ μέσο μιᾶς κουζίνας.
Δὲν μπορῶ νὰ συγκρατήσω τὴ νέα ἐρώτηση ποὺ ἔρχεται στὸ νοῦ μου
μὲ σφοδρότητα: «Πῶς νιώθετε γιὰ τὴ μητρότητα; Εἶναι μέρος τῆς ταυτότητας
τῆς σύγχρονης γυναίκας;» Ὁμολογεῖ πὼς τὴν μπερδεύει ὁ ὅρος «σύγχρονη
γυναίκα» κι ὅσο γιὰ τὸν ὄρο «ταυτότητα», «δὲν εἶναι κάπως ξεπερασμένος;»,
ρωτᾶ. «Ἡ γυναίκα» συνεχίζει, «πάντα εἶναι σύγχρονη. Ἐρήμην της ἢ ὄχι
εἶναι πάντα ἀρχέτυπο. Νὰ μιὰ ταυτότητα. Ὅσο γιὰ μένα... Ὤ, παραμένω
πάντα παιδί». Τὸ χαμόγελό της ἐπισφραγίζει τὴ δήλωση ποὺ εἶναι ἄλλη
μία ὁμολογία ταυτότητας.
Μὲ τὴ σειρά μου, ὁμολογῶ στὸν ἑαυτό μου ὅτι ἀφέθηκα νὰ παρασυρθῶ
ἀπὸ τὶς ἐντυπώσεις. Ὁμολογῶ πὼς εἶμαι ἴσως κουρασμένη ἀπὸ τὴ δική
μου ταυτότητα, τὴ δική μου στενὴ περιχάραξη μέσα σὲ ὅρους ὅπως «ταγιέρ»,
«συνέντευξη», «νεαρὴ ἠθοποιός». Τὸ στιλπνὸ δέρμα, τὰ ἁπαλὰ μαλλιὰ
καὶ τὸ ὄμορφο λευκὸ διαμέρισμα πόσο πραγματικὰ καθορίζουν τὴ γυναίκα
ποὺ κάθεται ἀπέναντί μου; (Εἶμαι δημοσιογράφος, ὁ ρόλος μου εἶναι
νὰ θέτω ἐρωτήσεις.)
Ὅταν
ὁ κάμεραμαν καταφτάνει, ἡ πραγματικὴ συνέντευξη ἀρχίζει. Ἀνάβουν
τὰ φῶτα καὶ ρίχνω τὴν πρώτη ἐρώτηση: «Πρόσφατα ἀνακηρυχθήκατε ἡ
πιὸ σέξι γυναίκα τῆς χρονιᾶς. Ποιὸ εἶναι τὸ μυστικό τῆς ὀμορφιᾶς
σας;»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου