ς
ΙΑ ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΣΤΟ facebook, μοῦ ἔκανε
πολὺ μεγάλη ἐντύπωση. Ἀναφερόταν σὲ κάποιον, ὁ ὁποῖος ἕνα
χρόνο μετὰ ποὺ ἔχασε τὴ γυναίκα του, ἐξακολουθεῖ νὰ πηγαίνει τακτικὰ
στὸν τάφο της καὶ νὰ τῆς διαβάζει λογοτεχνία.
Πρώτ’ ἂπ’ ὅλα στάθηκα στὴ
δυνατή, τὴ μοναδική του ἀγάπη γιὰ τὸν ἄνθρωπό του.
Εἶχα ἀκούσει γιὰ πολλοὺς ἄλλους
οἱ ὁποῖοι μιλοῦν στοὺς δικούς τους ποὺ ἔχουν «φύγει», τοὺς λὲν πόσο
τοὺς ἀγαποῦν ἀκόμα, καὶ τοὺς ἐνημερώνουν γιὰ τὰ καθημερινὰ δικά
τους, τὰ προσωπικά, ἀλλὰ καὶ προπάντων γιὰ τὰ ὅσα ἀφοροῦν τὰ παιδιά
τους. Γιὰ τὰ θετικά τους –φαντάζομαι– μόνο, ἀφοῦ κάποιοι ἀποφεύγουν
νὰ ἀναφερθοῦν σὲ κάτι ἀρνητικό, μὴ στεναχωρήσουν τοὺς ἀγαπημένους
τους στὸν τάφο.
Γιὰ τὴν καταφυγὴ τοῦ συγκεκριμένου
ἀνθρώπου, ὅμως, στὴ λογοτεχνία ἔκανα διάφορες ὑποθέσεις:
ὅτι μὲ τὴν ἀγαπημένη του εἶχαν κοινὰ λογοτεχνικὰ ἐνδιαφέροντα,
ἤ, ἔστω, ὅτι αὐτὸς ἤξερε πολὺ καλὰ τὶς προτιμήσεις της. Αὐτὸ ποὺ
κάνει δηλαδὴ στὴν οὐσία εἶναι, εἴτε νὰ τῆς ξαναδιαβάζει ἀγαπημένα
της ἔργα ἢ νὰ τῆς συστήνει νέες ἐκδόσεις, διαβάζοντας ἀπ’ αὐτὲς
ἀποσπάσματα ἢ ἐξολοκλήρου –σὲ συνέχειες– προκειμένου νὰ τῆς
προσφέρει μιὰ αἰσθητικὴ ἀπόλαυση. Ἀκόμα, ἴσως, καὶ κάποιες κριτικές,
οἱ ὁποῖες προκαλοῦν συζήτηση. Ἐννοεῖται ὅτι γι’ αὐτὲς ὁπωσδήποτε
ἐκφέρει καὶ τὴ δική του ἄποψη.
Ἀπὸ κεῖ καὶ πέρα, βέβαια, αὐτὸ
ποὺ δὲν μὲ ἄφησε νὰ ἡσυχάσω εἶναι ἡ λειτουργία τῆς λογοτεχνίας
καὶ σὲ τέτοιες σπάνιες ἀκόμα περιστάσεις. Σκέφτομαι ὅτι μᾶλλον
κατέφυγε σ’ αὐτήν, ἐπειδὴ ἔτσι ἐκφράζει καὶ τὸν ἑαυτό του,
ἀλλὰ καὶ τὴ σύντροφό του. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, τὸ βιβλίο, τὸν ἐξυπηρετεῖ,
γιατί τῆς μιλᾶ μέσω ἄλλων, τῶν ἡρώων τοῦ κάθε ἔργου. Σὲ τέτοια περίπτωση
ἐκείνη γνωρίζει νέους χαρακτῆρες, ταυτίζεται ἢ διαφωνεῖ μαζί
τους, κρίνει τὸν συγγραφέα, λειτουργεῖ δηλαδὴ αὐτὸ ποὺ στὴ λογοτεχνία
ὀνομάζουμε προσωπικὴ ἀναγνωστικὴ πρόσληψη.
Ὁμολογῶ ὅτι ὁ σημαντικότερος
λόγος τοῦ συγκλονισμοῦ μου ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν κάποια συνάφεια αὐτῆς
τῆς ὑπόθεσης μὲ τὸ μυθιστόρημά μου «Ἀθαλάσσα», ποὺ ἡ κυκλοφορία
του συνέπεσε περίπου μὲ τὸν θάνατο τῆς ἐν λόγω γυναίκας. Σ’ αὐτό,
ὁ κύριος ἥρωας ἐγκλείεται ἐθελοντικὰ στὸ ψυχιατρικὸ ἵδρυμα,
γιὰ νὰ εἶναι κοντὰ στὴν ἀγαπημένη του. Μιὰ ἀγάπη, δηλαδή, ἀνάλογα
δυνατὴ μ’ αὐτὴν ποὺ εἶχε καὶ ἔχει πάντα ὁ σύζυγος τοῦ κοιμητηρίου
γιὰ τὴ γυναίκα του. «Λογικά», θὰ βροῦν καὶ οἱ δύο τὸ θέμα μου
στὰ δικά τους ἀσυνήθιστα μέτρα.
Φαντάζομαι, ἔτσι, τὸν σύζυγο
νὰ διαβάζει στὴ χαμένη του ἀγάπη τὸ βιβλίο μου.
Καί, βέβαια, μὲ ἀπασχολοῦν
διάφορα περίεργα: Θὰ τῆς τὸ διαβάσει μὲ τὴ σωστὴ ἐκφορά; Ἕνα
βιβλίο μὲ τέτοιο θέμα, ποὺ ἀπευθύνεται στὸν ξεχωριστὸν αὐτὸν ἀποδέχτη,
πρέπει νὰ φτάσει κοντά του, μὲ τὸν πλέον ἐνδεδειγμένο τρόπο. Βέβαια,
αὐτὸ θὰ ἐξαρτηθεῖ ἀπὸ τὸ πόσο θ’ ἀρέσει στὸν ἴδιο. Θὰ ἔχω δηλαδή,
ἐνδεχομένως, πρῶτα μέσα ἀπὸ μιὰ καλὴ ἀνάγνωση, τὴ δική του προσέγγιση
τῆς δουλειᾶς μου.
Ἀπὸ κεῖ καὶ πέρα, αὐτό, βεβαίως,
ποὺ ἰδιαιτέρως μ’ ἐνδιαφέρει εἶναι ἡ μοναδικὴ ἀναγνωστικὴ
πρόσληψη ἀπὸ πλευρᾶς τῆς νεκρῆς.
Πηγή: Πρώτη
δημοσίευση.
Κώστας Λυμπουρής
(Λευκωσία, 1950) Ἔζησε μέχρι τὴν εἰσβολὴ τοῦ ’74 στὸ κατεχόμενο
Κάτω Δίκωμο τῆς ἐπαρχίας Κερύνειας. Ὑπηρέτησε ὡς φιλόλογος
στὴ Μέση Ἐκπαίδευση τῆς Κύπρου. Εἶχε πλούσια δράση στὴ συνδικαλιστικὴ
ὀργάνωση τῶν καθηγητῶν (ΟΕΛΜΕΚ) καὶ στὸν Σύνδεσμο Ἑλλήνων Κυπρίων
Φιλολόγων, στὴν προεδρία τοῦ ὁποίου ὑπηρέτησε γιὰ ἑφτὰ χρόνια.
Ἀπὸ τὸ 2000 συνεκδίδει μὲ ἀκαδημαϊκοὺς ἀπὸ τὴν Κύπρο καὶ τὴν Ἑλλάδα
τὸ λογοτεχνικὸ περιοδικό Ὑλαντρον. Διηγήματά του ἔχουν
δημοσιευθεῖ στὰ λογοτεχνικὰ περιοδικά Ὑλαντρον, Πόρφυρας,
Ἡ λέξη και Νέα Εὐθύνη. Βιβλία του: Προσωρινὰ κλειστὸ
(διηγήματα, Πλανόδιον, 2006). Τῶν
ἡμετέρων ἄλλων (Παράκεντρον, 2014) τιμήθηκε μὲ τὸ Κρατικὸ
Βραβεῖο Λογοτεχνίας τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας, κ.ἀ.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου