Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2021

Δέσποινα Σαραφείδου: συνέντευξη στον Γρηγόρη Δανιήλ


Δέσποινα Σαραφείδου: συνέντευξη στον Γρηγόρη Δανιήλ

 
 

Έχοντας τιμηθεί με το Βραβείο Ερμηνείας Κάρολος Κουν σε Ελληνικό Έργο για τον ρόλο της Σάρας στη Θυσία του Αβραάμ του Βιτσέντζου Κορνάρου το 2019, η Δέσποινα Σαραφείδου τη φετινή σεζόν συμμετέχει στην παράσταση Ρασόμον: Η εκδοχή της αλογόμυγας, σε κείμενο και σκηνοθεσία της Σοφίας Διονυσοπούλου, στο Θέατρο 104. Με αφορμή την εν λόγω παράσταση, κάναμε τη συνέντευξη που ακολουθεί.

Ρασόμον: Η εκδοχή της αλογόμυγας. Μιλήστε μας για τη συμμετοχή σας στην παράσταση που μόλις ξεκίνησε στο Θέατρο 104.

Ο δικός μου ρόλος στον μύθο της παράστασης είναι η γυναίκα – δεν έχει όνομα, αποκτά ταυτότητα μέσω της σχέσης της με τον άντρα, τον άντρα-σύζυγο, τον άντρα-ληστή και, ταυτόχρονα, ετεροκαθορίζεται από ένα πατριαρχικό σύστημα τιμής. Η δική της εκδοχή είναι ότι βιάστηκε από τον ληστή και, μην μπορώντας να αντέξει την ατίμωση, σκότωσε τον άντρα της και ζητάει επίμονα την τιμωρία, καθώς απέτυχε να αυτοκτονήσει. Η αναφορά της στην πεταλούδα ίσως είναι μια νύξη για τη δική της αιχμαλωσία στον κοινωνικό ιστό. Πρόκειται για ένα «κλασικό» γυναικείο μοντέλο που, όσο κι αν φαντάζει απόμακρο για την εποχή μας, δεν έχουμε ακόμα και σήμερα πλήρως ελευθερωθεί από αυτό.

Ποιο στοιχείο του ρόλου σάς ξένιζε αρχικά, δημιουργώντας τυχόν πρόσκαιρες δυσκολίες, και ποιο σας ενθουσίασε;

Όταν ξεκινάς να διαβάζεις, να εκφέρεις τον λόγο ενός «άλλου» για να τον κάνεις δικό σου, να στέκεσαι και να κινείσαι στη σκηνή, όλα είναι ανοίκεια στην αρχή. Και η έκσταση εκεί γεννιέται, από την περιέργειά σου και τη λαχτάρα σου να μετατοπιστείς, να μεταμορφωθείς καθώς οικειοποιείσαι το «άλλο». Ας πούμε ότι εδώ ένα αναγνωρίσιμο στοιχείο, ξένο σ’ εμένα που με ενθουσίαζε μαζί, ήταν η στάλα «ιαπωνικότητας» με την οποία έπρεπε να μπολιαστώ για να πάω στον ρόλο.

Αλήθεια, πώς αφηγούμαστε μια ιστορία; Εσείς τι προσέχετε κατά τη διαδικασία και ποιοι οι κίνδυνοι λόγω της ιδιότητάς σας ως ηθοποιού;

Με κάθε καλή θέληση αφηγούμαστε την αλήθεια ενός γεγονότος, χωρίς να συνειδητοποιούμε ότι πρόκειται για τη δική μας αλήθεια, τη δική μας οπτική για τα πράγματα. Μετά την ταινία του Κουροσάβα, καθιερώθηκε ο όρος «φαινόμενο Ρασόμον», που περιγράφει ακριβώς το πώς η όποια αφήγησή μας συνιστά πάντοτε τη δική μας εκδοχή για ό,τι συνέβη, αφού ποτέ δεν είναι απαλλαγμένη από το προσωπικό μας βλέμμα. Κι εγώ δεν διαφεύγω νομίζω από αυτή τη διαδικασία. Ενδιαφέρον έχει που ρωτάτε αν ως ηθοποιός είμαι περισσότερο εκτεθειμένη στον κίνδυνο της αλλοίωσης.

Όπως πολλοί, παλεύω νομίζω ανάμεσα στη δικαίωση και τη ματαίωση.

Έχετε συλλάβει τον εαυτό σας να έχει «υποπέσει» στη διαδικασία κατασκευής μιας ανάμνησης εξαιτίας της ελλιπούς ενθύμησης κάποιου γεγονότος;

Όλοι κατασκευάζουμε τις αναμνήσεις μας, όπως κατασκευάζουμε και τα όνειρά μας. Όχι αναγκαστικά επειδή μας λείπουν τα δεδομένα, αλλά επειδή η αντίληψή μας για ένα γεγονός, η πρόσληψή του, επηρεάζεται ήδη από την οπτική μας. Και φυσικά, όταν διηγούμαστε την ανάμνηση, θεωρούμε καλοπροαίρετα, αθώα, πως αποδίδουμε πιστά ό,τι συνέβη, ενώ συμπλέκονται εκεί αισθήσεις, εμπειρίες, στάσεις, αναπαραστάσεις. Μ’ αυτή την έννοια, δημιουργούμε τις αναμνήσεις μας – και είναι αξιοσημείωτο πως όταν αφηγούμαστε π.χ. δεύτερη φορά το ίδιο γεγονός, η αφήγησή μας διαφοροποιείται, ποτέ δεν χρησιμοποιούμε τα ίδια ακριβώς λόγια.

Η συγκεκριμένη παράσταση είναι υπό τη σκηνοθετική επιμέλεια της Σοφίας Διονυσοπούλου. Πώς είναι η συνεργασία σας και τι νέο πιστεύετε πως έχετε αποκομίσει από αυτή την παράσταση;

Με τη Σοφία έχουμε συνεργαστεί κι άλλες φορές και είναι πάντα χαρά για μένα να βρίσκομαι μαζί της – έχει ένα δικό της σύστημα προσέγγισης του κειμένου που αρχικά χαράζει ένα μονοπάτι κι έπειτα σε αφήνει να το διαβείς με τον δικό σου τρόπο, σε καθοδηγεί και σε ελευθερώνει. Κάθε παράσταση σε βοηθάει να εμβαθύνεις, να κατανοήσεις καλύτερα πλευρές του ανθρώπινου ψυχισμού και των σύνθετων κινήτρων της συμπεριφοράς των προσώπων. Η συγκεκριμένη παράσταση εμπνέεται από μια κουλτούρα πολύ διαφορετική από τη Δυτική, αφορά μια εικόνα ζωής στην πρωτογενή, αρχαϊκή της διάσταση, διάσταση που σχετίζεται περισσότερο με τα ένστικτα και με τη λειτουργία του ασυνείδητου.

Ψυχολογία και υποκριτική. Δυο πεδία που φαινομενικά μοιάζουν ολότελα ξεκομμένα, αλλά με κοινό, νομίζω, επιτελικό σκοπό – ή μήπως όχι;

Οι βασικές σπουδές μου ήταν στα δύο αυτά πεδία – για μένα λοιπόν δεν είναι διόλου ασύμβατα. Ως προς τον κοινό σκοπό, ναι, αν δεχτούμε ότι στοχεύουν στη γνώση του εαυτού, την αυτοπραγμάτωση, την κατανόηση του άλλου. Από την άλλη, η υποκριτική μού μοιάζει μια κοίτη πιο ακατάταχτη, που δίνει χώρο στο άλογο και προκρίνει τη συλλογικότητα, ανοίγοντας ίσως και τη δυνατότητα μιας ρήξης με το όποιο κοινωνικό κατεστημένο.

Exitus acta probut, δηλαδή ο σκοπός δικαιώνει την πράξη (Οβίδιος). Αισθάνεστε δικαιωμένη από τις επιλογές σας;

Δεν ξέρω, μου φαίνεται πολύ οριστική η λέξη δικαίωση, νιώθω άνθρωπος ανευχαρίστητος ώρες ώρες. Όπως πολλοί, παλεύω νομίζω ανάμεσα στη δικαίωση και τη ματαίωση.

Κατά καιρούς η κριτική έχει μιλήσει με θαυμαστά λόγια για την υποκριτική σας τέχνη. Κατά πόσο η κριτική αποτελεί εφαλτήριο για τη συνέχεια και πώς, αλήθεια, αντιδράτε στην κριτική είτε στη δουλειά σας είτε στην καθημερινότητά σας;

Η θετική κριτική νομίζω σε όλους μας δημιουργεί την αίσθηση ότι κάτι κατάφερες να μοιραστείς με τον άλλο και μαζί δίνει κουράγιο για να συνεχίσεις, σαν ένα κλείσιμο ματιού, είναι εντάξει, προχώρα. Ωστόσο, η αρνητική κριτική είναι πολύτιμη – μετά την παράσταση, ρωτάω συνέχεια φίλους αλλά και άγνωστούς μου θεατές τι δε σου άρεσε, τι σε ψύχρανε, τι σε άφησε αδιάφορο. Για μένα είναι ένας γρήγορος τρόπος να εντοπίσω τα σημεία που θέλουν περισσότερη δουλειά, να αλλάξω ενδεχομένως κατεύθυνση, να ψάξω και να βρω κάτι καινούργιο. Αντίστοιχα και στη ζωή, η ματιά του άλλου, επαινετική ή επικριτική, μπορεί να σε οδηγήσει να μάθεις καλύτερα τον εαυτό σου, να σε λυτρώσει από αστοχίες και καταναγκασμούς.

Η κάθε νέα βουτιά μετά το πέρας κάθε υποκριτικής σας απόπειρας τι φέρνει στην επιφάνεια;

Μου αρέσει πολύ που χρησιμοποιείτε αυτή τη μεταφορά – η υποκριτική είναι μέθοδος, κώδικας, τεχνική, παράλληλα όμως η διαδικασία της προσέγγισης του κειμένου, του ρόλου περιλαμβάνει κι ένα πεδίο όπου χρειάζεται να αφεθείς, να βουτήξεις, να ψηλαφίσεις νερό ή λάσπη (αν συνεχίσουμε αυτή την εικόνα) και να αφήσεις ό,τι βρέθηκε να σε επηρεάσει λίγο «στα τυφλά» – εκεί σε περιμένουν οι μικρές αποκαλύψεις: μια αναπάντεχη σωματική αντίδραση, ένας νέος τονισμός, ένα κομματάκι εαυτού αλλιώτικο – χρωματιστά γυαλάκια, μικροί θησαυροί που αλιεύεις.

Σε μια τόσο μικρή λέξη, όπως τα όρια, πώς αντιδράτε;

Η λέξη έχει πολλές πλευρές – τα όρια καταρχήν σηματοδοτούν την ύπαρξή μας, με την πρώτη τους εγκατάσταση δημιουργούμε εαυτό, ενώ σε κοινωνικό επίπεδο συγκροτούν τις σχέσεις μας με τον άλλο, με τους θεσμούς. Από την άλλη, η αυθόρμητη αντίδρασή μου στο άκουσμά της είναι το σπάσιμο, η κατάλυσή τους. Ως ηθοποιός, προσδοκώ αυτή την υπέρβαση κάθε φορά που καταπιάνομαι με έναν ρόλο. Αλλά, καθώς είναι πολύ ευαίσθητο αυτό το ζήτημα στη δουλειά μας, αποστρέφομαι την παραβίαση.

Σε μια εποχή που το θέατρο αλλά και η Τέχνη γενικότερα πληγώθηκε ανεπανόρθωτα, ποιο είναι το ζητούμενο για τους ανθρώπους της;

Ελπίζω να μην είναι αγιάτρευτη αυτή η πληγή. Η αποχή από την τέχνη σου σε παραλύει, αλλά σε αναγκάζει κιόλας να επανεκτιμήσεις την πορεία σου. Μπορεί η έλλειψη δραστηριότητας να σε καταπιεί, αλλά μπορεί και να σε ωθήσει να συνεχίσεις με ισχυρότερη πίστη και ανανεωμένα μέσα.

Η περίοδος της καραντίνας λόγω της πανδημίας απέκοψε βίαια τη σύνδεση του θεατή με το θεατρικό περιβάλλον. Ποιες οι ενστάσεις σας και πώς βλέπετε αυτή την επανασύνδεση;

Στη διάρκεια της καραντίνας το θέατρο ήταν ανενεργό ως προς τη ριζικά πολιτική του διάσταση. Κατά τη γνώμη μου, οι κινηματογραφημένες παραστάσεις, ακόμα και το live streaming αποτελούν εξαιρετικούς τρόπους να γνωρίσεις την τέχνη αυτή, αλλά δεν είναι θέατρο. Το θέατρο προϋποθέτει τη φυσική παρουσία, παράγεται κατά τη μαγική συνάντηση του ηθοποιού με τον θεατή. Ήταν μεγάλη συγκίνηση που βρεθήκαμε με το κοινό το καλοκαίρι, σε ανοιχτούς χώρους, και τώρα, σ’ αυτή τη φωλιά που δημιουργεί ο θερμός τόπος της κλειστής σκηνής.

 

Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση Ρασόμον: Η εκδοχή της αλογόμυγας δείτε εδώ.

 ΠΗΓΗ DIASTIXO

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου