|
|
[θυμᾶται ὁ Γεώργιος Τερτσέτης:]
«ΟΘΩΜΑΝΟΣ Πελοποννήσιος
ἦλθεν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον εἰς τὰς Ἀθήνας, κατὰ τὸ 1836. Ἔφερε καὶ ἕνα ἄτι
δῶρον τοῦ Κολοκοτρώνη, ἀπὸ τοὺς Σεχνετζιμπέηδες [γρ. Σεχνετζίπηδες].
Ὁ Κολοκοτρώνης ἐφιλοξένησε τὸν Τοῦρκον συντοπίτην του. Εἰς τὸ γεῦμα
ἤκουσα νὰ τοῦ λέγῃ:
»— Νὰ εὕρῃς
ἀράδα καὶ νὰ εἰπῇς εἰς τὸν Ἰμβραῒμ πασσᾶ νὰ ἔχῃ χάριν πὼς ἐγὼ καὶ ἄλλοι
στρατιωτικοὶ τῆς Πελοποννήσου ἤμεθα φυλακισμένοι, εἰτεμὴ σπιθαμὴ
γῆς δὲν ἐκέρδιζε εἰς τὴν Πελοπόννησον.
»Μὲ τόσην πεποίθησιν ὡμιλοῦσεν, ὁποὺ ἴσως καὶ ἔλεγεν ἀλήθειαν,
καὶ ἀνάθεμα ταὶς διχόνοιαις. Ἦλθε καὶ ἔπνεε τὰ λοίσθια ἡ Ἑλληνικὴ ἐλευθερία
ὅταν ὁ Ἰμβραΐμης ἁλώνιζε τὴν Πελοπόννησον καὶ ἔπεφτε τὸ Μεσολόγγι
πολεμούμενον ἀπὸ τοὺς δύο στρατάρχας. Ἡ ναυμαχία τοῦ Ναυαρίνου καὶ
ἡ ἐκστρατεία τοῦ Μαιζὼν ἔσωσαν τὴν ἐλευθερίαν· ἀλλὰ πόσον ἐκατέβη
ἡ ἀξία της!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου