|
|
«ΠΡΟ
ΔΥΟ ΕΤΩΝ τῆς Σεπτεμβριανῆς μεταβολῆς ὅτε, τοῦ Γαλλικοῦ κόμματος ἰσχύοντος
ἐν τῇ Ἑλληνικῇ Κυβερνήσει, τὸ Κυβερνητικὸν κόμμα ὑφίστατο σφοδρὰν
πίεσιν, ὁ Κολοκοτρώνης ἔπαθεν ἡμέραν τινὰ κατὰ τοὺς γλουτοὺς ἀπὸ
δοθιῆνα [καλόγερον, τσιρίλον] ἐπώδυνον. Ἐκάλεσεν ἀμέσως, τὸν ἕνα
κατόπιν τοῦ ἄλλου, τὴν παλλακίδα του, τὴν νύμφην του, τοὺς υἱούς του καὶ
τὸν παρ' αὐτῷ ζῶντα λοχαγὸν τῆς Φάλαγγος Π. Μοθωνιόν, καὶ τοὺς ἠρώτησε
περὶ τοῦ ἐξανθήματος αὐτοῦ. Τούτων ἕκαστος τῷ ἔδωκε πληροφορίαν
μὴ συμφωνοῦσαν εἰς τὴν τῶν ἑτέρων. Μετά τινας ὥρας ἀπὸ τῆς σκηνῆς ταύτης
ἦλθον μερικοὶ τῶν φίλων καὶ συγγενῶν του νὰ τὸν ἐπισκεφθῶσιν, ἀφοῦ ἔμαθον
ὅτι ἀσθενεῖ. Γενομένης συζητήσεως ἐπὶ τῶν πολιτικῶν πραγμάτων
τοῦ Κράτους, οἱ συζητοῦντες, ὡς μὴ ἀνήκοντες εἰς τὸ κυβερνητικὸν κόμμα,
κατέκρινον σφόδρα τὴν πορείαν τῆς κυβερνήσεως καὶ ἐκάκιζον τὸν Βασιλέα
τὸν διατηροῦντα αὐτήν. Ὁ Κολοκοτρώνης ἐπέπληξε πικρὰ αὐτούς λέγων:
— »Καὶ ποῦ ἠξεύρει ὁ Βασιλεὺς τί γίνεται εἰς ὅλον τὸ
Ἔθνος; Ποιὸς τοῦ λέγει τὴν ἀλήθεια; Καθένας τοῦ μιλεῖ κατὰ τὸ συμφέρον
του.
Εἷς τῶν παρισταμένων τῷ ἀντιπαρετήρησεν ὅτι, ὅταν
θελήσῃ ὁ Βασιλεύς, μανθάνει καὶ τὰ ἐλάχιστα τῶν συμβαινόντων εἰς τὴν
Ἑλλάδα, καὶ μὲ τοῦτον συνεφώνει καὶ ὁ Μοθωνιός. Τότε ὁ Κολοκοτρώνης
ὀργισθεὶς καὶ ἀποτεινόμενος πρὸς τὸν τελευταῖον τῷ εἶπεν:
— »Βρὲ κούτσουρο, σεῖς τὴν αὐγή, πέντε ἄνθρωποι δικοί
μου, μοῦ εἴπατε πέντε λογιῶν πράγματα γιὰ τὸ σπειρὶ ποὺ πονῶ καὶ δὲν ἠμπόρεσα
νὰ μάθω τὴν ἀλήθεια ἀπὸ τὰ μεριά μου ἕως τὰ μάτια μου, ποὺ εἶναι μία
πήχη μακρυά, καὶ θέλεις νὰ μάθῃ ὁ Βασιλεὺς τί γίνεται ἡμέρες μακρυά;»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου