του Σπύρου Στάλια*
Ο
Στάλιας καταχωρεί μια άποψη του Κέϋνς :
«…. υπάρχουν συντηρητικοί οι οποίοι πιστεύουν
ότι υπάρχει ένας φυσικός νόμος ο οποίος απαγορεύει όλοι οι άνθρωποι να
εργάζονται…. Δηλαδή πιστεύουν ότι πρέπει
να διατηρείται το ένα δέκατο του πληθυσμού ανενεργό (και αφού αυτό είναι
φυσικός νόμος) από δημοσιονομική σκοπιά αυτό είναι συνετό και σωστό… Αυτό βέβαια
θα μπορούσε να το πιστέψει κάποιος που είναι υπό διαρκή σύγχυση»
Και όμως πάνω σε αυτή την πίστη-σύγχυση στηρίζεται το ευρώ
στην αρχή του 21ου αιώνα. Οι εμπνευστές του ευρώ, ως φορέα της Ευρωπαϊκής
Ενοποίησης και ως απάντηση της Ευρώπης στην Παγκοσμιοποίηση, συλλήβδην απέρριψαν
τα χαρακτηριστικά που διέπουν όλα τα νομίσματα του κόσμου
Όλο το άρθρο του Στάλια
Ένα
από τα θέματα που είναι δύσκολα να κατανοηθούν, είναι ο ισχυρισμός γιατί η Ελλάδα
με ένα νέο εθνικό νόμισμα, την Νέα Δραχμή, μπορεί άμεσα να μπει στην ανάπτυξη
ενώ με την παραμονή της στο ευρώ όλο και πιο πολύ θα βυθίζεται στην ύφεση και
θα καταντήσει μια τριτοκοσμική άθλια αποικία των Τραπεζών.
Θα
προσπαθήσω να αποδείξω αυτό τον ισχυρισμό, που έχει σημαντικές πολιτικές επιπτώσεις,
με τον πιο απλό τρόπο, στην πιο απλή μορφή, συγκρίνοντας το δολάριο, και όχι την δραχμή, με
το ευρώ, για να μην υπάρχουν αμφισβητήσεις, αφού η πρόσβαση στη βιβλιογραφία και
στα γεγονότα γι αυτό, είναι εύκολη.
Το
δολάριο, όπως και όλα τα νομίσματα στο σύγχρονο
κόσμο, πλην ευρώ, αποτελεί τον αναγκαίο όρο και μέσο για να ολοκληρωθεί η παραγωγική διαδικασία
στη χώρα. Με άλλα λόγια πρέπει να ‘πέσει χρήμα’ για να αρχίσει η παραγωγή.
Είναι
ένας περιοριστικός παράγοντας λοιπόν, που χωρίς αυτόν, η παραγωγή του κράτους
και του ιδιωτικού τομέα είναι αδύνατον
να πραγματοποιηθούν.
Στην πρώτη
φάση της παραγωγικής διαδικασίας, ο δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας καθορίζουν
το υψος των δαπανών τους για την περίοδο που έρχεται.
Στη δεύτερη φάση ανατρέχουν, ο δημόσιος τομέας στην κεντρική τράπεζα,
και ο ιδιωτικός τομέας στις εμπορικές τράπεζες, για να ανοίξουν πιστώσεις.
Στην τρίτη φάση το δημόσιο και ο ιδιωτικός τομέας δαπανούν τις πιστώσεις
με μορφή χρήματος στην παραγωγική διαδικασία, χρήμα που τυπώθηκε για αυτό το σκοπό ενώ ακόμα δεν έχει εισπραχθεί.
Στην τέταρτη φάση το κράτος επιβάλλει φόρους για να εισπράξει αυτά που
έδωσε για δημόσια αγαθά από αυτούς που τα αποδέχτηκαν, ενώ οι επιχειρήσεις πωλούν
τα αγαθά που παρήγαγαν και μετοχές σε αυτούς που δημιούργησαν εισόδημα (εργαζόμενοι)
κατά την παραγωγική διαδικασία και εισπράττουν έτσι όσα δανειστήκαν.
Στην πέμπτη φάση δημόσιος και ιδιωτικός τομέας σπεύδουν στη κεντρική τράπεζα
και στις εμπορικές τράπεζες και επιστρέφουν όσα δανείστηκαν, αφού έχουν εισπράξει
πια από φόρους και από πωλήσεις αγαθών, υπηρεσιών και μετοχών και κλείνουν τις πιστώσεις.
Αυτό συνεπάγεται μια ίση καταστροφή χρήματος. Ότι δεν δαπανήθηκε αποτελεί την εθνική
αποταμίευση.
Η περίοδος
ολοκληρώθηκε και παρήχθη νέος πλούτος.
Δεδομένου
του παραπάνω κυκλοφοριακού σχήματος ας κάνουμε ορισμένες διαφωτιστικές διευκρινίσεις.
1)
Η νομιμότητα του χρήματος προκύπτει από το κράτος. Το κράτος εκδίδει και ορίζει
το νόμισμα που αποδέχεται για την αποπληρωμή των οιονδήποτε υποχρεώσεων των πολιτών
(φόροι, εισφορές, τέλη κα) προς αυτό, και το προσφέρει στους πολίτες μέσω της αγοράς αγαθών και
υπηρεσιών από αυτούς.
2) Το κράτος εκδίδοντας το νόμισμα του έχει
δυο κύρια καθήκοντα. Αφ ενός μεν να κινητοποιήσει όλους τους διαθέσιμους πόρους της οικονομίας και να δημιουργήσει
τους όρους για πλήρη απασχόληση του εργατικού δυναμικού, και αφ’ ετέρου να
διατηρήσει και να αυξήσει την αξία του νομίσματος. Για να τα κάνει αυτά το
κράτος δεν έχει ανάγκη ούτε από εσωτερικό δανεισμό και ούτε έχει ανάγκη από την
φορολογία των πολιτών του. Αφού αυτό εκδίδει το νόμισμα γιατί να προσφύγει σε
αυτά τα μέσα; Είναι ανόητο να πιστεύει κάποιος κάτι τέτοιο.
3)
Η ποσότητα του νέου χρήματος παράγεται ενδογενώς, δεν πέφτει από τον ουρανό. Καθορίζεται
από την αποτελεσματική ζήτηση για πιστώσεις από τις επιχειρήσεις και από το κράτος
στην έναρξη της παραγωγικής διαδικασίας.
4)
Επειδή το κράτος μπορεί να αγοράσει οτιδήποτε του χρειάζεται από τους πολίτες
του, και ταυτόχρονα αυτό το χρήμα δέχεται για την αποπληρωμή των υποχρεώσεων
των πολιτών προς αυτό, το χρήμα έχει μια εξωτερική αξία. Η αξία λοιπόν του χρήματος
προκύπτει από την παραγωγική κυκλοφορία που αυτό την θέτει σε κίνηση. Αν δεν
είχε αξία το χρήμα δεν θα μπορούσε αυτό να το κάνει. Δεν είναι κάποιο ειδικό αγαθό.
Σε αυτό ενσωματώνεται το εισόδημα που όταν δαπανηθεί αποκτώνται αγαθά, που θα παραχθούν
τώρα και στο μέλλον. Η δαπάνη γεννά πραγματικό πλούτο.
5)
Εφ όσον έχει εξωτερική άξια το χρήμα δεν είναι σπάνιο όπως ο χρυσός. Κατά συνέπεια
η παρακράτηση του χρήματος δεν αποτελεί μέτρο της άξιας του αλλά η δαπάνη του.
6)
Το κράτος φορολογεί λίγο ή πολύ και δαπανά λίγο ή πολύ, αυτό λέγεται δημοσιονομική
πολιτική, όχι για να καλύψει τα ελλείμματα του, αφού εκδίδει το δικό του νόμισμα, αλλά για να διατηρήσει
την αξία του νομίσματος σταθερή και να την αυξήσει. Η νομισματική πολιτική από την άλλη, αγορά
και πώληση ομολόγων, αποσκοπεί στο να έχει τα επιτόκια χαμηλά έτσι ώστε να καθιστά
τις επενδύσεις εφικτές.
7)
Κατά συνέπεια η άξια του χρήματος αυξάνεται όσο αυξάνεται μέσω του κράτους η
δαπάνη για πλήρη απασχόληση, το δε
κράτος που εκδίδει το νόμισμα του εξ αντικειμένου δεν ‘ξεμένει ποτέ από ρευστό’
και μπορεί να χρηματοδοτήσει-αγοράσει οτιδήποτε (η Ελλάδα έχει φτάσει εδώ που έχει
φτάσει γιατί το συνολικό της πολιτικό σύστημα μετά το 1980 ουδέποτε άσκηση
συνετή δημοσιονομική και νομισματική πολιτική).
Συνοψίζοντας: Το χρήμα είναι μια αφηρημένη αξία που την εκδίδει
το κράτος. Η αξία του καθορίζεται από την δυνατότητα που έχει να απαιτεί δικαιώματα
κάποιος επί της μελλοντικής παραγωγής. Η παραγωγή πραγματοποιείται ακριβώς επειδή
το χρήμα έχει αυτή την εξωτερική αξία. Η αξία του χρήματος είναι τόσο πιο μεγάλη
όσο η απασχόληση τείνει προς την πλήρη απασχόληση, υπό συνετή Διακυβέρνηση. Αυτά ως προς το δολάριο ή όποιο άλλο νόμισμα θέλετε
και την νέα δραχμή.
Ας
πάμε τώρα στο ευρώ.
Σημειώνει
ο Κέϋνς ότι ‘υπάρχουν συντηρητικοί οι οποίοι πιστεύουν ότι υπάρχει ένας φυσικός
νόμος ο οποίος απαγορεύει όλοι οι άνθρωποι να εργάζονται. Αν εργαζόντουσαν αυτό
θα αποτελούσε παράβαση αυτού του φυσικού νόμου. Δηλαδή πιστεύουν ότι πρέπει να διατηρείται το ένα δέκατο
του πληθυσμού ανενεργό (και αφού αυτό είναι φυσικός νόμος) από δημοσιονομική σκοπιά
αυτό είναι συνετό και σωστό… Αυτό βέβαια θα μπορούσε να το πιστέψει κάποιος που
είναι υπό διαρκή σύγχυση’ συνεχίζει σχολιάζοντας ο Κέϋνς.
Και
όμως πάνω σε αυτή την πίστη-σύγχυση στηρίζεται το ευρώ στην αρχή του 21ου
αιώνα. Οι εμπνευστές του ευρώ, ως φορέα της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης και ως
απάντηση της Ευρώπης στην Παγκοσμιοποίηση, συλλήβδην απέρριψαν τα χαρακτηριστικά
που διέπουν όλα τα νομίσματα του κόσμου, που με βάση το δολάριο περιγράφηκαν παραπάνω.
Ειδικότερα:
1)
Η νομιμότητα του ευρώ πηγάζει από την ανεξάρτητη ΕΚΤ και το τραπεζικό σύστημα. Με
άλλα λόγια το ευρώ είναι στην κυριολεξία ένα ιδιωτικό νόμισμα, ένα ιδιωτικό
αγαθό, ένα ιδιωτικό εμπόρευμα.
2)
Εφ όσον το νόμισμα είναι ιδιωτικό για να ζητείται θα πρέπει να έχει τις ιδιότητες
του χρυσού. Θα πρέπει να είναι πιο σπάνιο από τον χρυσό και η αξία του πιο σταθερή
από τον χρυσό. Αυτό επιτυγχάνεται με την πρόσδεση του με εκείνο το επιτόκιο προσφοράς
που ισοδυναμεί σε μηδενικό πληθωρισμό, ο οποίος με την σειρά του αντιστοιχεί σε
ένα ποσοστό φυσικής ανεργίας, όσο υψηλό και να είναι αυτό. Αυτό το ποσοστό της
ανεργίας, μέσω του επιτοκίου καθορίζεται πάντα από την ΕΚΤ που για να το κάνει
στην κυριολεξία ‘μυρίζεται’ τις δυνάμεις της αγοράς.
3)
Εφ όσον το ευρώ έχει διαρκή αξία, ζητείται ως μέσον αποθησαυρισμού όπως ο χρυσός,
αφού η ΕΚΤ επιβάλει διαρκώς την ισορροπία
μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. Κατά συνέπεια
ως προς την παραγωγή το ευρώ είναι ουδέτερο δηλαδή καθορίζει μόνο το επίπεδο
των τιμών. Η αξία του ευρώ με άλλα λόγια δεν προκύπτει από την δαπάνη του αλλά
από την παρακράτηση του. Είναι ο ιδανικός χρυσός.
4)
Επειδή η ύψιστη προτεραιότητα στην Ευρωζώνη είναι η διατήρηση της αξίας του ευρώ
τα κράτη μέλη θα πρέπει να τηρούν απαρέγκλιτα τους όρους εκείνους που υλοποιούν
αυτό το στόχο. Δηλαδή να απέχουν από την δημιουργία χρήματος, να έχουν ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και
να ασκούν εισοδηματική πολιτική που δεν θα προκαλεί πληθωρισμό. Εφ’ όσον έχουν δανειακές
ανάγκες, θα πρέπει σαν ιδιωτικές εταιρείες να προσφεύγουν στο Τραπεζικό σύστημα
για να τις ικανοποιήσουν, ικανοποιώντας ταυτόχρονα τα κριτήρια των τραπεζών για
δανεισμό. Λογική συνέπεια της ιδιωτικοποίησης του χρήματος είναι η
ιδιωτικοποίηση του κράτους και οι δημοσιονομικοί περιορισμοί. Το κράτος για να μπορεί
να χρηματοδοτηθεί και για να μην συσσωρεύει χρέη θα πρέπει να καταστρέφει τόση ζήτηση
(να φορολογεί άγρια) ή να δαπανά τόσο ώστε να προσαρμόζει την ανεργία στο φυσικό
της επίπεδο που αντιστοιχεί σε μηδενικό πληθωρισμό. Η μη υπακοή στα κελεύσματα
των αγορών θα κάνει τα κράτη να νοιώσουν τα εγκληματικά ένστικτα των ανά τον κόσμο
τραπεζιτών. Στην Ελλάδα αυτό το ξέρουμε καλά και εκφράζεται στα πλαίσια του
γλωσσικού νεοφιλελεύθερου ιμπεριαλισμού
ως ‘αλληλεγγύη’.
5)
Με την σειρά τους οι ιδιωτικές τράπεζες εφ όσον δεν θα προμηθεύονται με αποθεματικά
από τα κράτη θα αναγκάζονται να τα ζητούν από την ΕΚΤ. Η ΕΚΤ με την σειρά της όμως θέλοντας να τηρεί σταθερή
την αξία του ευρώ θα θέτει νέους περιοριστικούς όρους. Έτσι ξεκινά μια σπειροειδής αντιπληθωριστική διαδικασία με
στόχο να πείσει τους επενδυτές του ευρώ ότι αυτό διατηρεί την αξία του. Όσο η διαδικασία
αυτή θα υλοποιείται τόσο η ανεργία θα αυξάνεται, τόσο πιο πολύ οι αγορές θα θέλουν
να πεισθούν ότι η αξία του ευρώ είναι ακλόνητη και τόσο πιο πολύ η ανεργία θα απλώνεται.
Γνωστά όλα αυτά από το 1929 από την Αμερική, από την Γερμανία, από την Γάλλια του χρυσού και των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών.
Το ευρώ αποτελεί ουσιαστικά πηγή παγκοσμίου κινδύνου
Συνοψίζοντας: Η δημιουργία του ευρώ ως απάντηση
της Ευρώπης στην παγκοσμιοποίηση τείνει να μετατρέψει την Ευρώπη με όρους
εργασίας σε Κίνα. Η αξία του ευρώ είναι αντιστρόφως ανάλογη του επιπέδου απασχόλησης.
Η πραγματική του αξία δεν μπορεί να στηριχτεί στην δαπάνη του για να παράγει πλούτο
αλλά στον αποθησαυρισμό του. Η χρήση του ευρώ απαιτεί διαρκή λιτότητα και υψηλή
ανεργία με να κράτος και τους πολιτικούς υπόδουλους στους διεθνείς κατόχους κεφαλαίων.
Η πολιτική είναι απούσα από το τοπίο του ευρώ.
Προσπάθησα
με όση επάρκεια διαθέτω να περιγράψω με ακρίβεια και ειλικρίνεια τα δυο τόπια
που συνθέτουν το Νέο Εθνικό Νόμισμα και το Ευρώ και που νομίζω ότι και τα δυο είναι
εύγλωττα. Η δραχμή παράγει πολιτική για τον Λαό, το ευρώ απαρέγκλιτα καθορίζει
πολιτική για τους Τραπεζίτες.
Το
τι θα κάνουμε εναπόκειται σε μας με βάση την γνώση. Με οδηγό την γνώση αντιλαμβανόμαστε
ότι αποδεχόμενοι το ευρώ είμαστε όλοι νεοφιλελεύθεροι,
απολογητές της φτώχειας και της ανεργίας και ας αφήσουν κατά μέρους τις δημαγωγίες
τους η λαϊκή δεξιά και η ποικιλώνυμη αριστερά που αποδέχονται το ευρώ. Είναι ντροπή. Και εδώ κατακρίνω και αυτούς
που επιθυμούν να κυριαρχούν με τέτοια μέσα αλλά κυρίως τους ανώριμους που έχουν
μεγάλη διάθεση να υπακούουν και να χάφτουν.
Αν πάλι διαλέξουμε την δραχμή ας είμαστε σίγουροι
ότι ανοίγουμε μια θαυμάσια προοπτική για μας και τα παιδιά μας και το κυριότερο
αυτή η επιλογή σηματοδοτεί και την ωριμότητας μας σαν Λαό με την έννοια ότι εμείς
αναλαμβάνουμε την τύχη μας μέσα στην Ιστορία που έτσι αποκτά νόημα ως
δημιούργημα μας.
Ο Σπύρος Στάλιας είναι Οικονομολόγος ΜΑ, Ph.D
Πρώην Διευθύνων Σύμβουλος ΟΛΠ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου