Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Πέμπτη 9 Ιουνίου 2022

ΤΟ ΦΩΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ....

 

 Toυ Γιάννη Σχίζα

ΠΟΝΤΙΚΙ 8.6.22

  

    Η ενεργειακή κρίση που βιώνουμε εξωθεί διάφορους στο να ζητούν την περιστολή των φωτισμών. Σίγουρα, αυτή η μείωση θα επιφέρει μια ορισμένη εξοικονόμηση, όμως τα αποτελέσματά της θα είναι πενιχρά. Σημειώνουμε τις επιδόσεις μιας τέτοιας μείωσης : Είναι 7,2% επί των πρωτογενών ενεργειακών πόρων στις ανεπτυγμένες χώρες του πλανήτη, ενώ εάν ο φωτισμός πάψει να παράγεται από λαμπτήρες πυρακτώσεως  τότε η οικονομία θα ανέρχεται στο 87% , δηλαδή στο 87% επί του 7,2% !

Οι πόλεις του 19ου αιώνα δεν είχαν φωτισμό, ο Γκαίτε δεν ζητούσε   αδίκως «Φως, περισσότερο φώς»… Το Παρίσι ήταν η πρώτη πόλη που φωταγωγήθηκε με ηλεκτρικό ρεύμα, κι αυτό τον τίτλο «τιμής» τον έφερε για πολλές δεκαετίες.

 Η ιστορία του φωτός με παραπέμπει σε μια ιστορία που είχα υπόψη μου και στην οποία ανακατεύθηκε  ο Gert Hof, αρχιτέκτονας των φωτισμών. Για την ιστορία ο Gert Hof οργάνωσε  το φωτισμό του Παρθενώνα στην αυγή της τρίτης χιλιετίας, ενώ επίσης είχε  «φαντασμαγορικά» φωταγωγήσει σωρεία συναυλιών, μεταξύ των οποίων του συγκροτήματος Rammstein το 2010.

 

Αφηγούμαι την ιστορία  :  Στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, ο  επικεφαλής  των αστυνομικών    της Αθήνας ονόματι Μπαϊρακτάρης, συνήθιζε να  υποβάλει  τους «κουτσαβάκηδες»   σε μια ταπεινωτική  διαπόμπευση, αφού προηγουμένως τους «κακοφόρμιζε»  κόβοντας το μισό μουστάκι τους ή το ένα μανίκι.... Η κύρωση  ήταν τόσο  εξευτελιστική  , ώστε  πολλοί για να την αποφύγουν  προέβαιναν σε ομολογίες   εγκλημάτων  που ουδέποτε είχαν διαπράξει  ή ουδέποτε  είχαν γίνει ! Διαβάζοντας   τις απόψεις του  Gert Hof σε μια συνέντευξη σχετικά με την περίφημη γερμανική ταινία «Οι ζωές των άλλων», πρόσεξα ότι ο Χοφ υποστήριξε πως  η ταινία, που είχε σαν  θέμα την  ανατολικογερμανική  υπηρεσία πληροφοριών, τη διαβόητη «Στάζι», ήταν εκτός πραγματικότητας. Κατά την άποψή του η  «Στάζι» θα «βολευόταν»  ευχαρίστως  με μια τέτοια κινηματογραφική  ομολογία  , εάν  έτσι γλύτωνε  από μεγαλύτερες αποκαλύψεις !

  Η βολή  του  «φωτοαρχιτέκτονα»  Χοφ  εναντίον του  πολιτικού «σκοταδιού»,  που επιχειρεί να κρυφτεί  πίσω από το «ημίφως» κάποιων περιορισμένων αποκαλύψεων, μου φάνηκε  πραγματικά  διεγερτική. Γιατί παρέπεμπε  στο γενικότερο παιχνίδι του φωτός και του σκότους, καταρχήν στο πολιτικό και στη συνέχεια στο αστικό τοπίο, που είναι το κατεξοχήν «γήπεδο» του ανατολικογερμανού αρχιτέκτονα.

 

ΠΕΖΟΙ ΚΑΙ ΦΩΤΙΣΜΟΙ

      

 

Το «βραδυνό αστικό τοπίο»  έλκει  πολύ περισσότερο την προσοχή  του ανθρώπου σε σχέση  αυτό της  προχωρημένης  νύχτας, οπότε κυριαρχεί η παράδοση στον ύπνο.      Εκτός  όμως από τη «χρονική διακύμανση» του ενδιαφέροντος για το αστικό τοπίο, το ενδιαφέρον γι αυτό  προσδιορίζεται και από διάφορους εξωτερικούς όρους, μάλιστα ανεξάρτητους από αυτή καθεαυτή τη ποιότητά του.  Η προσπελασιμότητα μέσα στη πόλη, η «βαδισιμότητα» και η διευκόλυνση των πεζών, αναπτύσσουν το ενδιαφέρον των ανθρώπων για τα οπτικά ερεθίσματα που  τους παρέχει ο αστικός χώρος.  Μια πόλη φιλική στους πεζούς τυγχάνει μεγαλύτερης προσοχής και αξιολόγησης . Εξ άλλου η  σχέση  αστικού τοπίου και «βαδισιμότητας»   είναι και αντίθετης φοράς: Όσο πολλαπλασιάζονται τα θετικά οπτικά ερεθίσματα του αστικού τοπίου, όσο αναβαθμίζεται και ωραιοποιείται αυτό το τοπίο,  τόσο αναπτύσσεται και η πεζοκίνηση μέσα στον αστικό χώρο...     

      Ο «φωτοαρχιτέκτονας»  που έρχεται να ανα-μορφώσει μια  τυχούσα πόλη στις βραδυνές ώρες,  μπορεί να της προσδίδει νέες φαντασιογόνες διαστάσεις.Μπορεί να παράγει ένα «δεύτερο»  τοπίο , δουλεύοντας με το φως πάνω στα ίδια πραγματικά υλικά, και με   αυτή τη πολλαπλασιαστική πρακτική  είναι σε θέση να  λειτουργεί ως κακός αγωγός της  αστικής πλήξης και της ρουτίνας . Στη περίπτωση όμως μιας γενικά δύσμορφης πόλης όπως η Αθήνα, η «περιβολή του φωτός» γίνεται  ταυτόχρονα και  στοιχείο συγκάλυψης. . Ο φωτισμός του νυχτερινού τοπίου επιχειρεί να μας αποσπάσει από τις δυσμορφίες και δυσλειτουργίες του αστικού χώρου, από τους βανδαλισμούς επί των επιφανειών,από κάποια  «κιτσοειδή» κτίρια που ορθώνουν το βλακώδες παράστημά τους, από τα πεζοδρόμια που καταλαμβάνουν οι σταθμεύοντες  γλεντζέδες. Η πρακτική της φωταγωγημένης Ακρόπολης  επιχειρεί να μας αποσπάσει από το χάλι διαφόρων κοντινών συνοικιών- κι αυτό λέγεται και είναι  αντιπερισπασμός....

      Τι πρέπει να γίνει λοιπόν; Να καταργήσουμε την αρχιτεκτονική του φωτός για να γίνει  έκδηλη η ασυναρτησία του αθηναϊκού τοπίου   ; Όχι βέβαια. Αυτό που χρειάζεται  ως συμπλήρωμα και πλαίσιο μιας σημειακής  και μερικής αρχιτεκτονικής, είναι  μια αρχιτεκτονική ολιστική :  Που κατανοεί ότι η φωτοανάπλαση των αστικών σκηνικών είναι μια θετική αλλά και περιορισμένη λύση του προβλήματος του αστικού τοπίου. Που έχει συνείδηση για το ότι  η μορφή αυτού τοπίου συνδέεται με τη λειτουργικότητα του χώρου. Που προωθεί μια διάχυτη πολεοδομική παρέμβαση, χωρίς οριοθέτηση  σε  μικρές «περιοχές βιτρίνας»,  σχετική  με  όλα τα μήκη και τα πλάτη της πόλης.  Χωρίς αποκλεισμούς.

 

     

ΤΟ   ΦΩΣ    ΚΑΙ Ο ΣΚΟΤΑΔΙΣΜΟΣ ....

    

   Η  διαχείριση του φωτός είναι μια μεγάλη δυνατότητα αυτής της εποχής και ένα θέμα για γενικότερο προβληματισμό. Στο Παρίσι, το 2008, η Λεωφόρος Ιλισίων τον Δεκέμβρη μήνα  χαρακτηρίζεται από ένα θαύμα, που είναι το θαύμα του φωτός που με ένα τρικ  κατρακυλάει σαν χιόνι από τις κορυφές των δένδρων. Εδώ έχουμε να κάνουμε με διαχείριση , αλλά «διαχείριση του φωτός»  δεν σημαίνει ότι το φως γενικά και οποτεδήποτε,   είναι εκ ταυτότητος καλό. «Ο τεχνητός φωτισμός καταστρέφει τις σκιές», γράφει ο Ιβάν Στρεγκλώφ.    Στα «Όνειρα» του σκηνοθέτη  Ακίρα Κουροσάβα ένας γερο-χωριάτης ερωτάται από κάποιον τουρίστα γιατί δεν υπάρχει ηλεκτρικό ρεύμα στο χωριό του, κι εκείνος απαντά ερωτώντας: «Τι να το κάνουμε;» Και όταν ο τουρίστας απαντά στην ερώτηση-απάντηση  του χωρικού, « μα για να βλέπετε στο σκοτάδι της νύχτας!», ο χωρικός ανταπαντά :  «Και γιατί πρέπει να βλέπεις και στο σκοτάδι; Η νύχτα δεν πρέπει να είναι σκοτεινή;»

      Ο τουρίστας μάλλον δεν προσλαμβάνει το μάθημα  «οικοτουριστικής ορθότητας» που του κάνει ο χωρικός,κι εμείς μπορούμε να θεωρούμε  το όλο επεισόδιο  σαν μια χαριτωμένη υπερβολή. Όμως  η  άστοχη χρήση των φωτισμών  παίρνει μέχρι και τις διαστάσεις  ενός  οπτικού βανδαλισμού .

 

 

Οι φωτοχυσίες που καταυγάζουν το γκαζόν(!) κάποιων εξοχικών  ή που ενίοτε κάνουν  τις φωτεινές δέσμες των πλουσιόσπιτων  να μοιάζουν με ανακριτική μεθόδευση  της Γκεστάπο, δεν είναι ασυνήθιστες. Όταν μάλιστα και οι  «Δήμοι παίζει», τότε εμφανίζονται  κρούσματα όπως αυτό που κατέγραψε   τον Ιανουάριο του  2003 ο Κώστας Κλωνάρας – οικολογικό ψευδώνυμο του Γιώργου Ντούρου :

 

 «Η ανατολική πλευρά του Υμηττού απέκτησε πρόσφατα ένα μεγάλο φωτεινό σίγμα τελικό [S].Με άλλα λόγια ηλεκτροδοτήθηκε από τον Δήμο ο δρόμος που οδηγεί στο σπήλαιο Παιανίας(Κουτούκι). Κι έτσι φωτίζονται ολονυχτίς τα βράχια και τα πουρνάρια ‘‘στο πλαίσιο της ανάπτυξης των ορεινών όγκων’’ ή μάλλον ‘‘στο πλαίσιο της πολιτικής για την εξοικονόμηση ενέργειας’’...Το σπήλαιο είναι ανοιχτό για τους επισκέπτες μέχρι τις 4μμ. Μετά τη δύση του ηλίου, δεκάδες λάμπες ισχύος αναρίθμητων βατ, φωτίζουν το πουθενά : Έτσι, χάριν εργολαβίας. Παράγοντας ένα φωτεινό σίγμα , που καταργεί το φυσικό σκοτάδι της νύχτας στο βουνό και επιβάλλει το φως του περιβαλλοντικού σκοταδισμού....»

 

        Η «δοσολογία του φωτός» όπως και  η σχέση κάθε συγκεκριμένης πηγής φωτός με τις υπόλοιπες,  που συνιστούν το φωτιστικό της «περιβάλλον»,  έχει τεράστια σημασία. Ο Βαυαρός Λουδοβίκος Ρος , καθηγητής στο πρώτο νεοελληνικό  πανεπιστήμιο, θα προσαρτήσει μιαν ήσυχη νύχτα του Δεκέμβρη του 1833 πυρσούς γύρω  από την  Ακρόπολη δίνοντας  μια  αίσθηση μεγαλείου και ιστορικότητας στην νυχτερινή Αθήνα  εκείνης της  εποχής. Η παρέμβασή του φαίνεται σήμερα ως μάλλον αδέξια, όμως μέσα στο συγκεκριμένο φωτιστικό περίγυρο,  που χαρακτηρίζοταν αφενός από το  σκοτάδι της μισοκατεστραμμένης πόλης και   αφετέρου από τη διακριτική παρουσία του έναστρου ουρανού, το συνολικό αποτέλεσμα ήταν θεσπέσιο.

 

«Η φωτορρύπανση μας κρύβει τ’ άστρα», σημείωνε   ο τίτλος δημοσιεύματος  των Νέων  (13.12.2003),υπογραμμίζοντας  την συστολή του οπτικού πεδίου των ανθρώπων της πόλης . Κι ακόμη αναφέροντας ότι πριν δέκα χρόνια  η Αθήνα είχε «οπτικό μέγεθος» 6,5, πράγμα που σήμαινε ότι  ο κάτοικος μπορούσε να ατενίσει  κατά μέσο όρο  7000 άστρα, ενώ σήμερα έχει «οπτικό μέγεθος» 4 και μόλις 200 ορατά άστρα...Φυσικά υπάρχουν και άλλες γνώμες επί του θέματος, όπως του Γιώργου Γραμματικάκη, που αριθμεί τα αστέρια που είναι ορατά διά γυμνού οφθαλμού σε 4000.

 

       Ο νυκτερινός φωτισμός είναι ένα προβληματικό μέγεθος, «σεσημασμένο» από παλιότερα δημοσιεύματα του Ελληνικού τύπου  - όπως αυτό του Βήματος της 28.7.2002 που είχε  τον χαρακτηριστικό υπέρτιτλο : «Λιγότερο φως – καλύτερο περιβάλλον». Πριν μερικά χρόνια το Αμερικανικό περιοδικό Time δημοσίευε μια νυχτερινή φωτογραφία από δορυφόρο στο εξώφυλλό του, που έδειχνε την  εντυπωσιακή υπερφωταγώγηση του βορείου ημισφαιρίου, ενώ στο εσωτερικό ρεπορτάζ  σημείωνε τις  δυσκολίες των αστρονομικών παρατηρήσεων μέσα από ένα  γήϊνο περιβάλλον «διαταραγμένο» από τους  πολλούς  φωτισμούς.  Την ίδια περίοδο η εκτόξευση του τηλεσκοπίου Χαμπλ στο διάστημα αποτελούσε μια πρόσθετη αναγνώριση της  ακαταλληλότητας  του γήϊνου οπτικού πεδίου, του οποίου η καλύτερη χρήση μπορούσε να γίνεται από μια ερημική περιοχή του νοτίου ημισφαιρίου χωρίς υγρασία – την έρημο Ατακάμα... Ο «έναστρος» ουρανός των πόλεων που κινδυνεύει να γίνει «άναστρος» μπορεί να φαίνεται σε διάφορους   σαν ψύλλοι στ’ άχυρα, όμως   δεν  είναι μια υπόθεση ασήμαντη. Ένας  νυκτερινός ουρανός χωρίς ταυτότητα,  εκφράζει μιαν άλλη μορφή  υποβάθμισης του αστικού τοπίου. Είναι μια άλλη περίπτωση αισθητικής απαξίωσης μιας «φυσικής ποιότητας» ζωής,  ποιότητας που έπαιζε  μεγαλύτερο ή μικρότερο ρόλο, ακόμη και μέσα στις συνθήκες  της καθ’ ύψος ανάπτυξης του αστικού χώρου. Είναι μια επί πλέον υποβάθμιση ενός δημόσιου και  «κοινόχρηστου» σκηνικού, που μέσα από αυτό το χαρακτήρα του μπορούσε να καλλιεργεί ένα κοινό πνεύμα ....                                    

 Η ΥΠΕΡΦΩΤΑΓΩΓΗΣΗ

 

     Στην ιστορία των φωτιστικών παρεμβάσεων το «περισσότερο» δεν θα αποδειχθεί και «καλύτερο»  ή  «υποβλητικότερο». Αρνητική επίσης  θα  αποδειχθεί  η δυσαναλογία των φωτισμών, η ιδιαίτερη υπεροχή μιας πηγής σε σχέση με το περιβάλλον της.   Το φως   συχνά θα  πιαστεί επ’ αυτοφώρω να αντιφάσκει με την γραφικότητα, να υπονομεύει παραδοσιακά σκηνικά  και τελικά να  τραυματίζει  το αιτούμενο  «αίσθημα φυγής»  του επισκέπτη, την ανάγκη του για μια δημιουργική αναπόληση... Στη προκειμένη περίπτωση  είναι χαρακτηριστική η κατάθεση  ενός πολίτη στον δικτυακό τόπο  Ecocrete, που  αναφέρεται σε μια επίσκεψή του στο Φραγκοκάστελο των Σφακίων και σχολιάζει τις παρενέργειες της άτακτης και μη ιεραρχημένης φωτοχυσίας  :Το ξενοδοχείο  που είναι δίπλα στο κάστρο υπερκαλύπτει φωτιστικά το κάστρο και προβάλλει αυτό το ίδιο σαν το μάλλον   «αξιοθέατο». Όσον αφορά την  υπερφωταγώγησή του, η οποία πιθανότατα  επιλέγεται ως  έκφραση  «πολιτισμού» και  χλιδής -   αυτή αντιφάσκει με την απλότητα που κατά τεκμήριο διεκδικεί ο επισκέπτης της συγκεκριμένης περιοχής....   

 

Η Αθήνα είναι μια πόλη υπο-φωταγωγημένη, κι αυτό εισπράττεται σε ασφάλεια και  σε αισθητική του αστικού τοπίου, όμως υπάρχουν περιοχές του χώρου όπου η υπο-φωταγώγηση αποτελεί προσόν.  Πολλοί από τους φυσιολάτρες, χωρίς να έχουν διαβάσει την αρθρογραφία επί του ζητήματος, βίωσαν  τη διαφορετικότητα, την ομορφιά και την υπεροχή  του υπαίθριου σε σχέση με τον αστικό  νυκτερινό ουρανό... «Υπάρχουν ακόμη τα ξεχασμένα άστρα που λάμπουν στον ουρανό...εκατομμύρια, άλλα σκόρπια και ακανόνιστα, και άλλα τοποθετημένα σε τάξη, σ’ έναν ουράνιο θόλο αχανή, μα όλα σίγουρα πιασμένα μεταξύ τους. Η μάζωξη στις πόλεις και ο τεχνητός φωτισμός στερούν από το μάτι τη θαυμαστή θέα », γράφει για τον βουνίσιο ουρανό ένας από αυτούς (Απ.Παυλίδης) στη «Νέα Οικολογία» του Μαϊου 1998. Ο φυσιοδίφης και συγγραφέας Γ.Σφήκας διαμαρτύρεται σε ένα παλιό κείμενό  του για την απειλούμενη φωταγώγηση του ποταμού Βίκου(Ν.Οικολογία, Νοέμβριος 1986) – «άλλο να θαυμάζει ο κόσμος το Βίκο και άλλο να τον φωταγωγήσουμε τη νύχτα, όπως προτείνουν κάποιοι φωστήρες»...

Το φως σε λάθος χώρο, χρόνο και δοσολογία,  ανατρέπει τους φυσικούς ρυθμούς ζώων και εντόμων, αίρει την φυσικότητα της φύσης  και συχνά κάνει απειλητικό το νυκτερινό τοπίο : γιατί αυτό το τελευταίο αδυνατεί να γεμίσει από ανθρώπους και να προσλάβει μια κανονική σχέση ανθρώπων –πραγμάτων... Το φως σε τοίχους, δένδρα ή δενδροστοιχίες, σε γρασίδια και σε παφλάζοντα ύδατα, προσδίδει πολλάκις πιστοποιητικά  γκλαμουριάς σε ευκατάστατους – άτομα ή δημοτικές αρχές – πλην όμως ο τυχαίος χαρακτήρας της ανάμιξης  του με την  ύλη συνιστά  συχνά μια κατάφωρη κιτσοποίηση ...      Οι φωτοχυσίες είναι ουσιαστικό στοιχείο των εορτών των Χριστουγέννων και του Νέου Έτους, όμως όταν δεν πειθαρχούν στο μέτρο και στην αισθητική καταλήγουν να συνδράμουν μάλλον τη μελαγχολία – τη μελαγχολία για τις γιορτές των ονείρων μας που δεν έρχονται επί γης..Το αίτημα για έναν «άλλο», δημόσιο ουρανό, για μια ποιοτική  και εξ αδιαιρέτου κατάσταση του αστικού χώρου, προορίζεται κι αυτό να μπει στη λίστα των  κινηματικών αιτημάτων ....      

    

 ΤΟ ΦΩΣ, Η ΣΚΙΑΣΗ, ΤΟ ΑΥΤΟΝΟΗΤΟ....

 

        Το σκοτάδι έχει κι αυτό την αξία του, το δικό του χώρο και χρόνο, κι ακόμη έχει τους  υποστηρικτές  του.  Στο Αγγλικό περιοδικό “Resurgence”  o John Daniel  υπεραμύνεται του σκοταδιού  υπενθυμίζοντας έναν ριζοσπάστη Αμερικανό ποιητή του 19ου αιώνα, τον Γουώλτ Γουϊτμαν, που τραγούδησε τις πνευματικές ομορφιές της νύχτας και   «το μυστικό παιχνίδι των σκιών που συν-πλέκονται και συν-στρέφονται σα να ήταν ζωντανές υπάρξεις».   Ο σκηνοθέτης Αλέξης Δαμιανός έβρισκε πως τα φώτα που είχαν  τοποθετήσει οι τοπικοί παράγοντες κατά μήκος της ημιέρημης παραλίας των Βασιλικών στη Βόρεια Εύβοια, όξυναν  μάλλον παρά διασκέδαζαν το αίσθημα της μελαγχολίας και της έμφοβης κενότητας, που υπέβαλε τα βράδια ο χώρος.. Όπως έχει πει άλλωστε η κυρία Ελευθερία  Ντεκώ, που είναι η τελευταία που «έντυσε» την Ακρόπολη με φως :  «Καθώς στη μουσική οι παύσεις παίζουν ουσιαστικότατο ρόλο, έτσι και στον φωτισμό, η σκιά και το σκοτάδι είναι πολύ σημαντικά. Η ισορροπία των εναλλαγών είναι ένα βασικό συστατικό του καλού φωτισμού, στο θέατρο αλλά και στην αρχιτεκτονική».

 

Σήμερα  με την περίσσεια του τεχνητού φωτός,  μπορούμε να μιλάμε όχι μόνο για την αισθητική αναμόρφωση ή τη «λειτουργική  φωταγώγηση»  κάποιων περιοχών για λόγους ασφάλειας, κυκλοφορίας, εξυπηρέτησης ορισμένων  καταστημάτων  κλπ., αλλά επίσης   και για την  κακοδιαχείριση  του φωτός . Μπορούμε να αναφερόμαστε σε μια ευρύτερη     «φωτορύπανση», λαμβάνοντας υπόψη διάφορες χωρικές κλίμακες, όπως λόγου χάρη η  πλανητική «μακροκλίμακα», όπου οι αστικοί φωτισμοί διαταράσσουν τις επίγειες αστρονομικές παρατηρήσεις.  

 Μπορούμε  επίσης  να αναφερόμαστε σε  κάποιες δυσμενείς επιδράσεις στο φυσικό περιβάλλον , όπως είναι η «προσφυγοποίηση» ορισμένων  άγριων ζώων  λόγω των δυνατών παρόδιων φωτισμών,  ή ακόμη η αλλαγή του «φωτοπεριοδισμού»  των παρόδιων φυτών ως εκ της διαρκούς έκθεσής τους στο φως .     Μια έρευνα με επί κεφαλής τη δρα Εύα Κνοπ του Ινστιτούτου Οικολογίας και Εξέλιξης του Πανεπιστημίου της Βέρνης, που δημοσιεύθηκε  στο περιοδικό "Nature", διαπίστωσε ότι εξαιτίας του τεχνητού φωτός οι επισκέψεις των επικονιαστών στα φυτά μειώνονται τα βράδια σε ποσοστό έως 62%, με  συνέπεια την κατά μέσο όρο μείωση 13% στην παραγωγή φρούτων . 

    

             Στον δικτυακό τόπο www.greekarchitects.gr ο Θεόδωρος Κοντορήγας αναφέρεται στην τυχαία διάχυση του φωτός πέρα από τα επιθυμητά όρια, στην «θάμβωση» , ακόμη και στην αδυναμία της παρακολούθησης ενός «ελεύθερου φώτων» νυχτερινού ουρανού στον περιαστικό χώρο. Το  κείμενό του σχετίζεται πρωτίστως με τη διαχείριση του τεχνητού  φωτισμού, όμως υπάρχουν αφετηρίες για μια γενικότερη  προβληματική επί  του φωτός, τεχνητού και φυσικού . «Ο φυσικός φωτισμός αλλάζει χρώμα, κατεύθυνση, καθαρότητα και ένταση κατά τη διάρκεια της ημέρας αλλά και των εποχών του χρόνου και λαμβάνεται σοβαρά υπόψη σε κάθε αρχιτεκτονική δημιουργία και αποτελεί σημαντική πηγή έμπνευσης για τους μελετητές φωτισμού» ,γράφει ο Κοντορήγας. Ανεξάρτητα από το κατά πόσο αυτό το εδάφιο έχει διαπιστωτικό ή δεοντολογικό χαρακτήρα, σίγουρο είναι ότι εκθέτει μια  συλλογιστική που  οδηγεί σε πολλά και διάφορα, ακόμη  και στην διαχείριση  της «σκίασης» :  Αυτής  της  αυτονόητης απαίτησης του  ορθού λόγου σε ένα εκτυφλωτικό καλοκαιρινό  φως. Απαίτησης   που όμως  «διέφυγε της προσοχής» των αναμορφωτών της Ομόνοιας στο πρόσφατο παρελθόν(2003), με τη γνωστή  τσιμεντοποίηση του χώρου, τη δυσλειτουργία του  και την κοινωνική   κατακραυγή…

 

 

               ΦΩΣ  ΜΕ ΜΕΤΡΟ

Ο Ιάνης Ξενάκης(1922-2001) , δημιουργός της παράστασης «Πολύτοπον» (Μυκήνες 1978) συνθέτει έργα ηλεκτροακουστικής μουσικής, που χαρακτηρίζονται από ένα συνδυασμό μουσικής και φωτισμών. Όμως η χρήση των φωτισμών σε τόσο μικρή κλίμακα δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες μίξης σε μεγάλη κλίμακα δυο ή περισσοτέρων ειδών τέχνης. 

Στην εποχή του Πιερ Μπιντώ (1941-2021)οι παρεμβάσεις θα είναι πολύ πιο φιλόδοξες : Ο Γάλλος καλλιτέχνης  θα εμπνευσθεί  από το έργο του ζωγράφου Claude Monet για να δημιουργήσει μια αρμονία μπλε και πορτοκαλί, φωτίζοντας την πρόσοψη ενός  καθεδρικού ναού με πλευρικό φως. Αλλά και στη περίπτωση του Πύργου του Άϊφελ, ο ίδιος θα αποδώσει το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα φωτίζοντας τον Πύργο από χαμηλή γωνία και οπίσθιο φωτισμό. Εκτός αυτού όμως καινοτομεί από τεχνική σκοπιά : Ο  Pierre Bideau οργανώνει ένα σύστημα ελέγχου  μέσω υπολογιστή, για να ανιχνεύσει βλάβες σε μια λάμπα, μια συσκευή ή έναν διακόπτη κυκλώματος…Ο Μιχάλης Κακογιάννης θα καλέσει τον Pierre Bideau να αναλάβει  κάποιον φωτισμό, όμως ο Γάλλος μελετητής του φωτός  θα του δηλώσει «εισαγωγικά» ότι είναι διατεθειμένος  να αναλάβει  αυτό το έργο είτε στις πυραμίδες είτε στην  Ακρόπολη  - πράγμα και το οποίο γίνεται !

 

 

    Το φως στα αστικά τοπία της εποχής μας είναι αυτονόητο, τόσο ώστε η απουσία του να μπορεί να αποτελεί έκφραση διαμαρτυρίας. Απόδειξη  το κλείσιμο των φώτων  που πραγματοποιήθηκε από 200.000 Έλληνες τον Φεβρουάριο του 2007 ύστερα από εκστρατεία και συντονισμό της «Ελληνικής Εταιρείας», με στόχο την πίεση  προς τις κυβερνήσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η νέα φωτοδοσία της Ακρόπολης τον Οκτώβριο του 2020 χαρακτηρίζεται  από την αντικατάσταση όλων των λαμπτήρων φωτισμού με νέους τύπους  LED με μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, μικρότερο κόστος συντήρησης και δυνατότητα εναλλαγής φωτισμού, σύμφωνα με τη νέα μελέτη της Ελευθερίας Ντεκώ..

 

 

       Η δυναμική λοιπόν του φωτός, της παρουσίας αλλά και της απουσίας του, είναι δεδομένη. Γι αυτό και  καλούμαστε να χρησιμοποιήσουμε το φως χωρίς να απεμπολήσουμε τις «αξίες χρήσης» που μας προσφέρει  το αγνό-φυσικό σκοτάδι!  Να  αναγνωρίσουμε την ανάγκη μιας δοσολογίας του φωτός – «παν μέτρον άριστον» -  ακόμη και  να εγκολπωθούμε την αξία του νυχτερινού τοπίου, την αξία της διακριτικής φωτεινότητας,  επιβεβαιώνοντας την απλή παρατήρηση ενός αρθρογράφου ορειβάτη σε κάποιο  ορεινό νυχτερινό τοπίο, για τη ξεχασμένη γοητεία των άστρων.....

     Γενικά καλούμαστε να  υποστηρίξουμε τους καλαίσθητους  αστικούς  φωτισμούς, χωρίς  να   επαναπαυθούμε σ’ αυτούς. Να αντισταθούμε στο «θάμβος» κυριολεκτικά αλλά και μεταφορικά - λόγου χάρη  να  μην  παραμυθιαζόμαστε  από   πολιτικούς, λόγιους και  μιντιοκράτορες , που  αποβλέπουν στο να εντυπωσιάζουν και να  θαμπώνουν  παρά να  διαφωτίζουν με τον λόγο τους ...

 

         Σημειώσεις

 Σημειώσεις για μια καινούργια πολεοδομία, από το «Ξεπέρασμα της τέχνης», International Situationist, εκδόσεις Εψιλον, Αθήνα 1999

 

Α. Κ. Ελευθεροτυπία, 25.2.2007

 

  Γ.Σχίζα «Από τους πεζοδρόμους στην πεζόπολη», Οικοτοπία , Οκτώβριος 1999, σελ.22

 Οικοτοπία, «Ασκήσεις οικοτουριστικής ορθότητας», τεύχος 21, Απρίλιος 2002

 Οικοτοπία, «Χάριν εργολαβίας», Ιανουάριος 2003, τεύχος 24

 Γιώργου Γραμματικάκη, «Η κόμη της Βερενίκης», Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 1992

 Γ.Σχίζα, «Αττική», εκδ. Σαββάλα, 1996, σελ. 77



Γιώργος Καρέτσος, «Η περιφερειακή λεωφόρος Υμηττού και οι επιπτώσεις της στο περιβάλλον», περιοδικό «Προβλήματα Δασοπονίας», Αύγουστος 1990(«Φωτοπεριοδισμός: Η ιδιότητα των φυτών να προσαρμόζουν τις φυσικές τους λειτουργίες στις εναλλαγές του φωτισμού»)

 

 John Daniel, περιοδικό Resurgence, Δεκέμβριος 2002, «Γράφοντας το βράδυ : Αγκαλιάζοντας τη σκοτεινιά και όλα όσα αυτή φωτίζει»

 Θ.Κοντορήγας«Φωτορύπανση» και ποιότητα φωτισμού εξωτερικών χώρων», 6.2.2007 και  «Χρώμα στο σύγχρονο νυκτερινό αστικό περιβάλλον»,29.10.2006, www.greekarchitects.gr

Κρίτων Αρσένης, «Πέντε λεπτά σκοταδιού φώτισαν το δρόμο», ΟΙΚΟ Καθημερινής, Μάρτιος 2007

 Απόστολος Παυλίδης, «Υπάρχουν ακόμη τα ξεχασμένα άστρα», ΝΕΑ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ, Μάϊος 1998

 Πηγή για τη ζωή του Ιάνη Ξενάκη : https://www.sansimera.gr/biographies/222

ΥΓ . Η εικόνα προέρχεται από τον τοίχο του Σωτήρη Ραπτόπουλου 




 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου