μετάφραση: Θοδωρής Δασκαρόλης
επίμετρο: Ντέηβιντ Λουκ, Νάιτζελ Ρηβς
|
|
|
ISBN:
978-618-5267-59-9
Σελ.: 296
Σχήμα: 12x20 εκ.
Τιμή: 17,70€
|
|
|
Ο Χάινριχ φον Κλάιστ υπήρξε ένας από
τους πιο αινιγματικούς, ιδιότυπους και σκοτεινούς συγγραφείς του
19ου αιώνα. Το έργο του διατηρεί μια εντυπωσιακή επικαιρότητα και
ένταση αφού έχει στο επίκεντρό του την πολιτική, τη θέση της
γυναίκας, την ψυχική ισορροπία, τη γλώσσα του έρωτα, το πρόβλημα
του κακού και της καταπίεσης. Στα διηγήματα του Κλάιστ ο αναγνώστης
έρχεται αντιμέτωπος με μια ριζοσπαστική πεζογραφία, με τη μοναδική
αφηγηματική της γλώσσα και τον ασθματικό ρυθμό της, το υπόγειο
χιούμορ, την αμφισημία, την ανατροπή κάθε λογοτεχνικής σύμβασης. Ο
Κλάιστ, ο μεγαλύτερος από τους Γερμανούς ρομαντικούς, υπήρξε
πρόδρομος του μοντερνισμού, διαβάστηκε με πάθος από όλους τους
μεγάλους συγγραφείς του 20ού αιώνα και δεν σταμάτησε να προκαλεί
παθιασμένες συζητήσεις και να αποτελεί σημείο αναφοράς της
παγκόσμιας λογοτεχνίας.
|
|
|
«Όλα αυτά τα
διηγούνταν τώρα συγκινημένη στον Χερώνυμο και όταν τέλειωσε, του
έδωσε το αγόρι για να το φιλήσει. – Ο Χερώνυμο το πήρε και το χάιδεψε
με ανείπωτη πατρική χαρά και, όπως το άγνωστο πρόσωπό του έκανε το
παιδί να κλάψει, του σφράγισε το στόμα με ατέλειωτα φιλιά. Στο
μεταξύ έπεσε η πιο όμορφη νύχτα, γεμάτη λεπτά, υπέροχα αρώματα,
τόσο ασημένια και γαλήνια όπως μόνο ένας ποιητής θα την
ονειρευόταν. Παντού σ’ όλη τη ρεματιά, κάτω απ’ τη λάμψη του
φεγγαρόφωτου, είχαν κουρνιάσει άνθρωποι κι ετοίμαζαν μαλακά
στρώματα από φύλλα και βρύα για ν’ αναπαυθούν ύστερα από μια
τόσο βασανιστική μέρα. Και οι ταλαίπωροι θρηνούσαν ακόμα:
άλλος γιατί είχε χάσει το σπίτι του, άλλος για τη γυναίκα του
και το παιδί του, άλλος γιατί τα ’χε χάσει όλα. Έτσι ο Χερώνυμο κι
η Γιοζέφα χώθηκαν σ’ ένα μέρος με πυκνούς θάμνους για να μην πικράνουν
τους άλλους με τους μύχιους αλαλαγμούς της καρδιάς τους. Βρήκαν
μια φουντωτή ροδιά, που άπλωνε μακριά τους κλώνους της, γεμάτους
αρωματικούς καρπούς· και το αηδόνι στην κορφή της τραγουδούσε
το μεθυστικό τραγούδι του.3 Ο Χερώνυμο πήρε στην αγκαλιά του τη
Γιοζέφα κι εκείνη στη δική της τον μικρό Φίλιππο και όλοι μαζί
τυλιγμένοι στην κάπα του Χερώνυμο κάθισαν στη ρίζα της
ροδιάς να ξαποστάσουν. Η σκιά του δέντρου, που τη διαπερνούσε εδώ
κι εκεί το φως, πέρασε από πάνω τους και τραβήχτηκε μακριά,
και το φεγγάρι χλώμιαζε κιόλας μπροστά στο ρόδινο της αυγής,
προτού τους πάρει ο ύπνος. Γιατί δεν είχαν τελειωμό αυτά που είχαν
να πουν· για κήπους μοναστηριών και φυλακές και για το τι τράβηξε ο
ένας για χάρη του άλλου· και ήταν πολύ συγκινημένοι, όταν
σκέφτονταν τι βάσανα έπρεπε να ’ρθουν στον κόσμο για να νιώσουν
εκείνοι ευτυχισμένοι.»
Χάινριχ φον Κλάιστ, «Ο σεισμός στη Χιλή»,
Διηγήματα, σελ. 73-74
|
|
|
|
Ο Χάινριχ φον Κλάιστ γεννήθηκε στις
18 Οκτωβρίου 1777 στη Φραγκφούρτη επί του Όντερ. Το 1792
κατατάχθηκε στον πρωσικό στρατό απ’ όπου παραιτήθηκε το 1799 για να
σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο της Φραγκφούρτης. Από το 1800 και εξής
γράφει διηγήματα και θεατρικά έργα τα οποία ωστόσο δεν δημοσιεύονται.
Το 1803 δημοσιεύεται ανώνυμα στη Βέρνη το πρώτο του θεατρικό, το Die Familie
Schroffenstein. Μεταξύ 1804 και 1806 γράφει τον Μιχαήλ Κόλχαας,
την κωμωδία Αμφιτρύων,
τη «Μαρκησία του Ο…» και τη Σπασμένη
στάμνα. Το 1807 συλλαμβάνεται από τις γαλλικές δυνάμεις
και φυλακίζεται για αρκετούς μήνες. Μετά την απελευθέρωσή του
ιδρύει το περιοδικό Phöbus,
όπου θα δημοσιευτούν αρκετά έργα του. Από το 1810 εγκαθίσταται
οριστικά στο Βερολίνο και ξεκινά την έκδοση της καθημερινής
εφημερίδας Berliner
Abendblätter, η οποία θα κλείσει τον Μάρτιο του 1811.
Το 1810 και το 1811 δημοσιεύονται αντίστοιχα οι δύο τόμοι των
διηγημάτων του και ο Κλάιστ συνδέεται με την Ενριέττε Φόγκελ με την
οποία αποφασίζουν να αυτοκτονήσουν από κοινού. Στις 21 Νοεμβρίου
1811, αφού πρώτα πυροβολεί την Ενριέττε, ο Κλάιστ αυτοκτονεί στη
λίμνη Βανζέε.
|
|
|
|
|
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου