Δέκα χιλιάδες χρόνια έχουν κυλήσει από το πάγκαλο μυστήριο της
ανακάλυψης της γεωργίας, που σηματοδοτεί την αρχή κοινωνικού βίου
με θεσμούς
και νόμους.
Οι πρώτοι Ομηρικοί ύμνοι αλλά και οι Ορφικοί (όπως οι
τελευταίοι έφθασαν σε
εμάς) αναφέρονται στο σύνολο των προστατών δυνάμεων της καλλιέργειας της
γης ,αλλά
και του πολύτροπου χαρακτήρα εν γένει των
αγροτικών εργασιών. Ο εκθειασμός των
φυσικών και ηθικών ιδιοτήτων της φυτάλειας , αρότριας, ερίφυλλης και νόμιας
ολύμπιας εποπτεύουσας δύναμης
έχει τέτοια φωτοβόλο ενέργεια
ωσάν να κρύβει
μέσα της όλη την ευγνωμοσύνη του ανθρώπου για ό.τι συνέβη στις άγνωρες
χιλιετίες πριν τη γραφή. Ευγνωμοσύνη δοξαστική για ό,τι κρύβουν αυτοί οι αιώνες
σχετικά με την ανακάλυψη και τη διάδοση των
δώρων- διδαχών της Δήμητρας
Οι ίδιοι αυτοί προαναφερθέντες υμνητικοί στίχοι αποτελούν έκτοτε διακριτική πηγή
εμψύχωσης για την κατανόηση της
ακατάβλητης γήινης δύναμης στον ρυθμό
του κύκλου των εποχών.
Εχουμε εξετάσει αλλού πώς στη Ιλιάδα εικονίζεται κατά τρόπο ανάγλυφο και επί
της ηρωϊκής ασπίδα του Αχιλλέα, το καλλιτέχνημα του Ηφαίστου με το σύνολο των
αγροτικών εργασιών, γεωργικών και
κτηνοτροφικών[1]. Έν μέσω του σύμπαντος
Κόσμου, ουράνιου και γήινου, οι αγροτικές
εργασίες συνιστούν το θεμέλιο του
οικονομικού , κοινωνικού και πολιτιστικού βίου.
Στην Οδύσσεια η εικόνα της
καλλιεργημένης γης , και ο όποιος
από τον
Πολυμήχανο επισκεπτόμενος τόπος εμφανίζεται εύβοτος εύμηλος, οινοπληθής
πολύπυρος, σηματοδοτεί κοινότητα
πολιτισμού. Η έλλειψη Αγορας ( θεσμών, νόμων)
και γεωργίας στους Κύκλωπες
αντιπαρατίθεται έκδηλα στις αποχρώσεις, κατά
πρώτον,
πολιτισμού των ευωδιαστών κήπων των Φαιάκων.
Στο τέλος του επικού αυτού έργου, όταν ο γέρο Λαέρτης ζητά σημάδια για την αναγνώριση, ο πολύμητις Οδυσσέας, εκτός από την πληγή από το δόντι του κάπρου του Παρνασσού, απαριθμεί ‘ένα προς ‘ενα του πατρικού
περιβολιού τα δένδρα:
«όγχναις μοι δώκας τρεισκαίδεκα και
δέκα μηλέας,
συκαίας τεσσαράκοντ’• όρχους δε
μοι ωδ’ονόμηνας
δώσειν πεντήκοντα, διατρύγιος δε έκαστος
ήην, ένθα δ’ανά σταφυλαί παντοία έασιν
οππότε δη Διός ώραι επιβρίσειαν ύπερθεν» (Ω,340-344)
( Μου’ δωσες δώδεκα αχλαδιές, συκιές μαζί σαράντα,
δέκα μηλιές και
μου’ λεγες κλήματα να μου δώσεις
όργους πενήντα με λογής σταφύλια
φορτωμένους,
όταν ερχόταν ο καιρός που θα
καρποφορήσουν) ( μετ. Ζ. Σιδέρη).
Πλειάδων και Αρκτούρου τάξης
Υπάρχουν αρκετές σύγχρονες μελέτες όπου
υπό τύπον πίνακος εκτίθεται το ησιόδειο
ημερολόγιο των γεωργικών εργασιών, βασισμένο στο πρώτο κείμενο επί του
θέματος,
στο γνωστό επικό Εργα και Ημέραι του ασκραίου ποιητή του
8ο π.χ αιώνα.
Δίπλα στην στήλη των ημερομηνιών
έναρξης της κάθε, μέσα στο έτος, γεωργικής
καλλιέργειας υπάρχει η αντίστοιχη της, με λεπτομερή περιγραφή των απαιτούμενων κάθε
φορά προετοιμασιών
και κυρίων εργασιών• ενίοτε δε και
τρίτη
στήλη με τα
κοσμικά, καιρικά και φυσικά
σημεία ( θέση και κινήσεις
άστρων, κελαηδήματα πουλιών, μεταβολές στο φύλλωμα
δένδρων κ.ο.κ.)
που δηλώνουν την στιγμή έναρξης κάθε
εργασίας [2].
Είναι
προφανής η μεγάλη διδακτική αξία των τέτοιων πινάκων. Εκείνο ωστόσο
που μοιραία απουσιάζει από αυτά είναι η ησιόδεια αίσθηση της γεωργικής
εργασίας
ως τελετουργικού και πεδίου
επικοινωνίας των δύο κόσμων, του
Η εικόνα της Δίκης στο ησιόδειο έργο κυριαρχεί με την προκλασική έννοια
της
λειτουργίας των Ωρών [3]: Ως
δυνάμεων, της φυσικής και κοινωνικής
τάξης πραγμάτων, με κύριο μέλημα την ωρίμανση των καρπών, τη φύλαξη του
χρόνου της ανθοφορίας στο κύκλο των
εποχών. Η παραμέληση αυτού χρόνου
αποτελούσε σημείο ανάδυσης της Υβρεωςς.
Η αντίθεση Δίκης Υβρεως
διατρέχει την ελληνική τραγωδία της
κλασικής
περιόδου και η μεν Δίκη εκδηλώνεται με την
πολυχρωμία και τη δροσιά πλούσιας
ανθοφορίας, η δε Υβρις συνοδεύεται με ξεσπάσματα ξηρασιών, θεομηνιών, τρόμου
και γήινης αφορίας.
Οι χωρικοί του Αριστοφάνη πρώτοι αυτοί καταγγέλλουν τους πολεμοκάπηλους και
μηχανορράφους της πόλης, και όμοια πρώτοι ανασύρουν στο φώς την ειρήνη
επιτυγχάνοντας και επιταχύνοντας την επιστροφή τους στη γη. Η αττική
κωμωδία παριστά έτσι με λιτότατο τρόπο
τον αρχετυπικό δρόμο και ρόλο της
γεωργίας για την επιστροφή σε ρυθμούς της
τάξης, μετά από φυσικές και
ανθρώπινες καταστροφές. Ρόλος,
ακυρωμένος προφανώς σήμερα από τα
θαύματα και τις χρυσοφόρες υπηρεσίες της τεχνοεπιστήμης .
Το κεφάλαιο της γεωργίας και του αγροτικού γενικά τοπίου καταλήγει κατά
την
κλασσική εποχή με το περίφημο εγκώμιο
του αγροτικού βίου από τον Σωκράτη του
Ξενοφώντα ( Οικονομικός ). Στο διάλογο αυτό ο αθηναίος φιλόσοφος,
ανακεφαλαιώνοντας την έως
τότε
εμπειρία βίου σε πολιτεία, διατυπώνει παιδαγωγικά τη σημασία της
γεωργίας
και των εν γένει αγροτικών εργασιών ως
αναγκαιότατης βάσης για το άτομο
και την κοινωνία στην οποία ανήκει.
Η γεωργία έτσι
ορίζεται ως η ωφελιμότερη, η
τερπνότερη και η χρηστότερη των τεχνών• ως πεδίο
επίσης καλλιέργειας βασικών ηθικών αξιών: της φιλοπονίας, της στωικότητας,
των αισθημάτων
φιλίας και φιλοξενίας• και βεβαίως ως εξαίρετο τοπίο ανάδυσης εορτών[4].
Από το
Ησιόδειο έργο εμπνεύστηκε κατά πρώτον ο Βιργίλιος ( 70-19 π.Χ)- εκθέτοντας στα Γεωργικά το σύνολο των εικόνων των αγροτικών εργασιών- γεωργίας ,
κτηνοτροφίας, μελισσοκομίας. Αναφερόμενος ο Βιργίλιος στις εργασίες της γης , σε περίοδο ιδιαίτερης αγροτικής κρίσης, δίνει
την ευκαιρία να αναδειχθούν
εικόνες υπαρξιακού πλούτου
επιβεβαιωτικές, του σωκρατικού εγκωμίου της γεωργίας.
Να
σημειώσουμε ότι τα Βιργιλιανά Γεωργικά
γράφτηκαν γύρω στο 25 π.Χ, μετά
τα Βουκολικά και πριν την Ενειάδα. Η νίκη στο Ακτιο το 31 π.Χ του
Οκτάβιου εναντίον του Αντωνίου σήμανε, κατά κάποιο τρόπο, την επιστροφή στο
παλιό ιδεώδες των αγροτών του κέντρου
της αυτοκρατορίας. Αγροτών ξεριζωμένων
από τα χωράφια τους και αναγκασμένων να πάρουν τα όπλα για μάχες σε μακρινή γη. Αυτή επαναλαμβάνουμε η γεωργική κρίση έδωσε την ευκαιρία στον
Βιργίλιο να αναδείξει το πλούτο της
πολυσημίας του αγροτικού βίου και του ρόλο του ως αναγεννητικού καταφυγίου σε περιπτώσεις
καταστροφών και αναταραχών. Στο τελευταίο έτσι βιβλίο των Γεωργικών του, το αφιερωμένο
στην οργανωτική πρόνοια των μελισσών,
εικονογραφείται ανάγλυφα η περίφημη
σκηνή του γέρου από τον Τάραντα. Ο γέρο
χωρικός, μελισσουργός και ο ίδιος, δεν
διαθέτει τίποτε άλλο πέρα από ένα
κομμάτι γης λίγο εύφορης. Καλλιεργεί ωστόσο
εκεί οπωροφόρα δένδρα, άνθη κα λαχανικά.
Με τα αγαθά του αυτά , και με την
αίσθηση πλούτου που τον διαπερνά,
νοιώθει τον εαυτό του όμοιο με βασιλιά.(regum aequabat
opes animis).
Στον
Βιργίλιο οφείλουμε και την παράδοση της ποιμενικής
Αρκαδίας. Αλλά πριν μιλήσουμε επ’αυτού να επισημάνουμε ορισμένα σημεία απόδοσης του
σύμπαντος των ξωμάχων, από την μετέπειτα
των αρχαίων χρόνων ελληνοευρωπαϊκή
γραμματεία[5]
-Για τον Ιερό Αυγουστίνο η
απομάκρυνση του ανθρώπου από την
καλλιέργεια της γης βιώνεται στο βάθος με ψυχικό άλγος . Στο De
genesi ad litteram o
Αυγουστίνοs αναρωτάται; ‘ υπάρχει θέαμα πιο
μεγαλοπρεπές κι αξιαγάπητο, υπάρχει
θέαμα τέτοιο όπου ο λόγος του ανθρώπου
μπορεί καλύτερα να συνδιαλέγεται με τη φύση, κατά κάποιο τρόπο, των πραγμάτων
από αυτό όπου, αφού έχει ρίξει ο
άνθρωπος τους σπόρους στη γη,
έχει φυτέψει τους βλαστούς, έχει μεταφυτέψει τα δενδρύλλια…αναζητά
τότε να κατανοήσει.. τη ζωτική δύναμη
κάθε ρίζας, κάθε σπόρου• αυτό που αυτή
δύναται ή δεν δύναται• εκτιμά αυτό που δύναται η εσωτερική και αόρατη δύναμη των αριθμών που εργάζονται
εκεί μέσα»
Η απορία και ο θαυμασμός μπρος στο θαύμα της
ανθοφορίας και καρποφορίας ενέπνευσαν επί χιλιετίες όλη την
καλλιτεχνική δημιουργία , λόγια και λαϊκή κάθε λαού, κάθε πολιτισμού. Οι θησαυροί
αυτής της δημιουργίας διάσπαρτοι ανά τους αιώνες και σε διάφορα πολιτιστικά γεωγραφικά σύνολα,
μπορούν μέσω κυρίως συγκριτικών μελετών να αποκτήσουν αξία πειστικά παιδαγωγική.
Αλλά για να περιορίσουμε το
θέμα , συνεχίζουμε την επιγραμματική
παράθεση στιγμών
από την λογοτεχνική απόδοση του αγροτικού:
- Η περίφημη φράση του Βιργίλιου: “O fortunatus nimium, sua si bona norint
agricolas” ( ω, όλβιοι
οι χωρικοί, εάν γνώριζαν την καλοτυχία τους) απετέλεσε το
πνευματικό τίτλο του έργου της Γεωργίας Σαντ Romans champêtres. Ο δε
νεότερος
Θεόκριτιος της Ελλάδας, ο Κρυστάλλης,, με πόνο
ψυχής αναφωνεί: ‘ Καλότυχοι μου
χωρικοί ζηλεύω τη ζωή σας».
- Σύγχρονα
Γεωργικά, ονομάσθηκε το επεισόδιο ‘Les Laboureurs” από το ποίημα
Jocelyn( 1836) του Λαμαρτίνου, σχετικά με την μεγαλοπρεπή κίνηση του
σπορέα• τα
δε Χριστιανικά Γεωργικά ( Les géorgiques chrètiennes)
(1912) του Francis
Jammes, εκφράζουν την ταπεινή και απλή πραγματικότητα των
ανθρωπίνων όντων
και των
πραγμάτων
- Από την λαμπρή
περιγραφή του Ζαν- Ζακ- Ρουσσώ της
γιορτής του τρύγου στο La Nouvelle Héloise ως το Le lys dans la vallée
του Μπαλζάκ• από τις εικόνες της υπαίθρου του Παπαδιαμάντη, και του Ζ. Παπαντωνίου, ως τον λυρισμού του Τρύγου και του Πάνα
του Σικελιανού… το ενδιαφέρον δεν εντοπίζεται απλά στην ομορφιά ειδυλλιακών
σκηνών αλλά στην αίσθηση ιλαρότητας ενός κόσμου
τόσο κλειστού και συνάμα άπειρα
ανοικτού.
-Ο Νικολάι στο Πόλεμος και Ειρήνη λαχταρά
τη ζωή στο αγρόκτημα τη στιγμή που
ο Τολστόη αγανακτεί για την εγκατάλειψη τεράστιων εκτάσεων γεωργικής
γης κατά
το διάστημα 1789- 1812.
-Les paysans (Οι χωρικοί) του Πολωνού.Wladislaw Reymont (1868-1925) γραμμένο
μεταξύ 1904 και 1909 εικονογραφεί την πολωνική ύπαιθρο
και τη ζωή των
χωρικών της, υπό την τότε ρωσική κατοχή. Βίος αγροτικός με δυναμική
διατήρησης ίδιων πρακτικών και συνηθειών της
πολωνικής παράδοσης.
Ο συγγραφέας πίστευε ακράδαντα ότι το
σύμπαν των χωρικών, κάτω από τις όποιες
συνθήκες, κομίζει πάντα κάτι οικουμενικό,
με ενδελεχή πνοή ακατάλυτης, μέσα
στον χρόνο, διάρκειας
-O Giono
(1895-1970) στο σύνολο πλούσιο έργο του
και κατά πρώτον στο Trilogie
de Pan (1928-30) υμνεί την φύση και την ζωή του χωρικού και
την αναγκαιότητά της
προστασίας και της ακεραιότητάς τους εσαεί.
-Ο
Ramuz (1878-1947),
στο la Beauté sur la terre (1927)
θα επιμένει στην
επιστροφή στο
στοιχειώδες διότι η τέτοια πορεία σημαίνει ακριβώς επιστροφή στο
ουσιώδες.
-Η λογοτεχνία δεν άφησε στο
σκοτάδι τις αντιφάσεις και δυσκολίες του αγροτικού βίου. Ο Ignazio Silone στο Fontamara
(1930) καταδεικνύει την καταπίεση των
χωρικών, τις καταχρήσεις εις βάρος των
της εξουσία για να καταλήξει στην οικουμενικότητα της μοίρας των φτωχών της γης
λέγοντας : « οι πένητες χωρικοί όλων των
χωρών όπως κι αν ονομάζονται είναι ίσοι: fellahs, coolies, moujiks, péones, compesinos ou cafoni, όλοι μαζί σχηματίζουν ένα έθνος ».
- Οι σκληροτράχηλοι χωρικοί της
Υοknapatawpha του
Φόκνερ με αρετές αλλά και με ζηλοφθονίες διαφόρων επιπέδων, δαμάζουν με πείσμα τη μοίρα της σκληρής καθημερινότητας. Είναι δε γνωστή η σύνοψη των θέσεων του
συγγραφέα στο διήγημα Αρκούδα : η ορθή στάση απέναντι στη φύση
θα οδηγήσει τον άνθρωπο στην ορθή συμπεριφορά έναντι των συνανθρώπων του.
Βουκολική Αρκαδία
“Ich war auch in Arkadien geboren”[6]
F. Schiller ( Resignation)
Λαμπρό διαχρονικό κεφάλαιο, στην ιστορία της
τέχνης αποτελεί όπως έγινε μνεία η βουκολική παράδοση και η
εικόνα της Αρκαδίας. Η εξύμνηση του
Πάνα, των θέλγητρων της εξοχής κτλ. προϋπήρχε
του Θεόκριτου (305 π.Χ-). Όμως, είναι ο αλεξανδρινός αυτός ποιητής
που απεικόνισε τη σύνθεση της βουκολικής ζωής με την αυθόρμητη ποίηση
και μουσική, θέτοντας επί σκηνής ποιμενικό τραγούδι και έρωτα χωρικών, με
πρωταγωνιστές τους ίδιους τους βουκόλους.
Υπάρχει η άποψη ότι η Αρκαδία έγινε ιδεώδης τόπος της μουσικής με αφορμή ένα
απόσπασμα του Πολύβιου στο οποίο ο αρκάς ιστορικός αναφέρει κάποια αγριότητα που διαπράχθηκε σε κοινότητα
της Αρκαδίας . Δια μακρών στη συνέχεια
εξηγεί ότι με εξαίρεση αυτήν την κοινότητα οι Αρκάδες διακρίνονταν για το υψηλό τους πολιτισμό, και είχαν να
παρουσιάσουν μουσική παιδεία με διοργάνωση αντίστοιχων διαγωνισμών[7]. Κατά
αρκετούς μελετητές
ωστόσο η Αρκαδία ως ιδανικός
τόπος νιότης , αγάπης , αυθόρμητης
εξωτερίκευσης αισθημάτων και μελωδιών υπό το σύμπαν του Πανός, της Αφροδίτης και με
τη γύρω φύση
συμμετέχουσα στη χαρά και συμπάσχουσα στον πόνο των ηρώων βουκόλων• αυτή
η Αρκαδία είναι δημιούργημα του Βιργίλιου που εμπνεύστηκε από τα
βουκολικά του Θεόκριτου, με πρώτο
σε τόνο το “Pan deus Arcadiae”
(Βucolica,10,26)
Όπως
κι αν έχει το σημαντικό είναι ότι η ποιμενική παράδοση παρέμεινε εικόνα
πνευματικού και ιδανικού τοπίου, πηγή φωτός
για κάθε μορφή τέχνης επί δύο χιλιάδες χρόνια. Πρώτο σημαντικό σταθμό αυτής αποτελεί το
μυθιστόρημα του Λόγγου (3ος
αι, μ.Χ), με τίτλο Λόγγου
ποιμενικών κατά Δάφνιν και χλόην. Στο Μεσαίωνα δημιουργούνται τα τραγούδια- διάλογοι Pastourelles και παράλληλα
τα δραματικά βουκολικά θρησκευτικού χαρακτήρα. Βουκολικές
αλληγορίες υπάρχουν διάσπαρτες στο έργο του Δάντη. Εντυπωσιακή είναι στη συνέχεια
η ανάπτυξη της βουκολικής ποίησης και
του μυθιστορήματος καθ’ όλους τους αιώνες της Αναγέννησης.:
Ο Πετράρχης (1304-1374) δημιουργεί το Eclogae, O Bοκκάκιος
το νυμφαίο του Φιεζόλε,
την Ελεγεία της μαντόνας Φιαμέτα και
το Νυμφαίο του Αμέτο• Ο ναπολιτάνος
Iacopo Sannazzaro τον Αμύντα,
ο Τορκουάτο Τάσο το Αρκαδία(1573)•O Gian Battista Guarini τον Πιστό ποιμένα (Pastor Fido)( 1590) και ο Lope de Vega Caprio το A la Arcadia. Ο Ισπανός Jorge
de Montemor την περίφημη Diana (1559)
kαι o γάλλος Ηonoré d’ Urfé την εξ ίσου αριστουργηματική Ασταία (L’Asrtée). O Aγγλος sir Philip Sidney (1554-1586) τo The Countess of Pembroke’s Arcadia, ο Εdmund Spencer το Shepheard’ s Calendar και ο Fletcher το Fainthful Shepherdess..
-Ο
Θερβάντες παραπέμπει πολλάκις στην Αρκαδία.
Στο Amadis de Grecia o
Φλορισέλ της Νίκαιας μέσα σε πέλαγος
βασάνων αποφάσισε να ντυθεί βοσκός και να πάει να ζήσει σε χωριό. Θα άξιζε να
ακούσουμε λίγο τον ο Δον Κιχώτης, τον ιδαλγό αυτόν του απόλυτου, να εξηγεί στον Σάντσο, προς το τέλος
των περιπετειών του την βουκολική νοσταλγία : « Ετούτο είναι το λιβάδι όπου βρήκαμε τις αλλόκοτες εκείνες βοσκοπούλες και τα όμορφα βοσκόπουλα που θέλανε
ν΄αναστήσουν και να παραστήσουν τη βουκολική Αρκαδία. Είναι σκέψη τόσο καινούργια όσο και όμορφη, κι αν
συμφωνείς μαζί μου θα ήθελα..κι εγώ να
κάνω το ίδιο και να γίνουμε και μείς βοσκοί, ας ήταν μονάχα για τον
καιρό που πρέπει να μείνω αποτραβηγμένος …Θα γυρίζουμε στα βουνά, στους
λόγγους και στα λιβάδια, τραγουδώντας εδώ, θρηνώντας πάρα
πέρα, θα πίνουμε νερό στις κρουσταλλένιες νερομάνες, στα γάργαρα ρυάκια, στα
τρίσβαθα ποτάμια… Κάθισμα θα βρούμε στους γερούς καρπούς της κάθε χαρουπιάς, ήσκιο θα
μας προσφέρουν οι ιτιές , ευωδίες τα τριαντάφυλλα, χαλί με μύρια χρώματα τα πλατύτατα λιβάδια, ζωή θα
μας δίνει ο καθαρός και διάφανος αέρας, φως
το φεγγάρι και τ’ άστρα στη νύχτα τη σκοτεινή, ευχαρίστηση θε να βρίσκουμε στο τραγούδι, και χαρά στο
κλάμα, στίχους θα μας προσφέρει ο Απόλλωνας , λογισμούς η αγάπη..»[8]
-
Ποιμενικές σκηνές χρησιμοποιεί σε
ορισμένα έργα ο Σαίξπηρ (Δύο αρχοντες της Βερώνας, Η δωδεκάτη νύχτα
,Ονειρο καλοκαιρινής νυχτός, Οπως αγαπάτε κ.α.).
- Στο Μιχαήλ, στο μέγα ποιμενικό του Γουέρντσγουόρθ (΅Wordsword, 1770-1850), ο ογδοντάχρονος βοσκός με σθένος και
ισχύ βιβλικού πατριάρχη «έχει μάθει το νόημα κάθε ανέμου , τον τόνο κάθε
καταιγίδας [9]»
- ο Γκαίτε θα γράψει σε ποιμενικό τόνο το Χέρμαν
και Δωροθέα[10]
, ο Ελληνογάλλος ποιητής André Chénier –
ο αποκεφαλισμένος της γαλλικής επαναστατικής γκιλοτίνας - τα Βουκολικά,
και ο
Μαλλαρμέ το Aπόγευμα ενός φαύνου.
H ποιμενική ελεγεία, δημιούργημα έμπνευσης από τον θρήνο για το χαμό του Δάφνη- του
ήρωα στο ειδύλλιο του Θεόκριτου Θύρσις ή Ωδή , καθώς και ήρωα στο ομώνυμο ποίημα των βιργιλιανών Βουκολικών- έχει προσφέρει σημαντικά έργα μεταξύ των
οποίων :
- Το Lycidas
( 1637) του Τζον Μίλτον,
-
Τo « Elegy Written in a Country Churchyard” του Τ. Gray (1716-1771)
που θεωρείται από τα πλέον αριστουργηματικά της αγγλικής ποίησης.
-Το
έργο του Shelley Adonis (1821) για τον θάνατο του
Keats
- Την ελεγεία
Thyrsis(1866) του Arnold την εμπνευσμένη από το θάνατο του ποιητή Clough
- Την αμερικανική ελεγεία του Γουόλτ Γουίτμαν ‘When Lilacs Last in the Dooryard Bloomed’ ( την
εποχή που οι πασχαλιές ανθίσανε τελευταία
φορά στην αυλόθυρα) (1865), για τον
μαρτυρικά χαμένα Πρόεδρο Αβραάμ Λίνκολν.
Αριστουργήματα
έχουμε και στην έντεχνη μουσική
βουκολική παράδοση: Η πρώτη άλλωστε
θρησκευτική όπερα ήταν βουκολικού χαρακτήρα: το Eunalio του Agostino Agazzari (περ..1606). Και στη συνέχεια αυτής της παράδοσης : το Φοίβος και Παν του Μπαχ, το Acis und Galatea του Händel, η Ποιμενική
συμφωνία του Μπετόβεν, το Δάφνις και
Χλόη του Ραβέλ, το πρελούντιο στο Απόγευμα ενός φαύνου του Debussy κ.α.
Σύνοξη:
Φωνές οργής
Με
την γεωργική εκμηχάνιση ένα νέο κεφάλαιο ανοίγει για τον αγροτικό βίο όπου η η μονοτροπία θριαμβεύει . Τα θέμα είναι
αρκετά γνωστό. Αυτό που πρέπει ιδιαίτερα να υπογραμμισθεί είναι το ότι η γλώσσα της τέχνης πρώτη
διατύπωσε τους φόβους ,τις ανησυχίες αλλά και την οργή για την νέα
πραγματικότητα: του δηλητηριασμού της
γης και των νερών, της ερήμωσης των κοινοτήτων, της πλήρωσης των τροφών με
άφθονα χημικά,κ.ο.κ
-
«είναι αστείο»,
έγραφε ο Ρεμπώ από το 1870 περίπου, «οι βοσκοί σχεδόν παντού στον κόσμο
πεθαίνουν» (Γιορτές της υπομονής )•
και, « Γιατί ένας μοντέρνος κόσμος όταν
παρόμοια δηλητήρια εφευρίσκονται; ( Μια
εποχή στην κόλαση)
-
« Λησμονήσατε ότι
οι πρώτοι καρποί της συγκομιδής ..είναι για τους θεούς» παρατηρεί οργισμένος ο
Χαίλντερλιν[11].
-
Ο Giono ήδη από το μεσοπόλεμο εικονογραφεί την
ασχήμια του αγροτικού βιομηχανικού γαλλικού τοπίου με τις τεράστιες εκτάσεις , τα
εξαφανισμένα δένδρα, με τη σειρά των τρακτερ και λοιπόν γεωργικών μηχανημάτων
να σημαίνουν την όψη της αγροτικής απομάγευσης.
Κατονομάζει έγκαιρα τους
κινδύνους για το αγροτικό χώρο και όχι μόνο: την τυφλή επιβολή της κυριαρχίας
του Αrgent-roi, την
καλπάζουσα επέλαση της τεχνικής, την πολύπλευρη ερήμωση και τον αφανισμό αγροτικών
κοινωνιών, τη συνεχή επέκταση των μεγάλων πόλεων[12].
-
Το ίδιο διάστημα
ο Σταινμπεκ στα Σταφύλια της οργής θα
περιγράψει με ακρίβεια και σκληρή γλώσσα το βιασμό της γης από τους σποροχύτες - μαντεμένιους φαλλούς
των γεωργικής μηχανοποίησης .
-
Ιδιαίτερα συγκινητική η περιγραφή στο βιβλίο του Ρουμάνου
Marin
Sorescu “ Paysans de Danube ( Χωρικοί
του Δούναβη) του
τρόπο με τον οποίο οι αγρότες ενός ρουμανικού χωριού βίωσαν τις αλλαγές της
προόδου και της εκμηχάνισης στη γεωργίας
μέσα από τις πλέον βίαιες πρακτικές της σοσιαλιστικής εξουσίας.
-
Γόνιμος προφανώς
και αποτελεσματικός τρόπος να δούμε και να αντιληφθούμε αλλαγές του αγροτικού σε ευρωπαϊκό
επίπεδο και κυρίως τις μεταπολεμικές είναι
να τις παρακολουθήσουμε μέσα από τη διαχρονική
πορεία της εικαστικής τους παράστασης . Ας σημειώσουμε απλά ότι μια
ολάκερη παράδοση χιλιετιών, από τις αρχαίες αγγειογραφίες και τοιχογραφίες με σκηνές
αγροτικού βίου μέχρι τα αριστουργήματα έργα
των Βερμέρ, Μπρέγκελ, Μιλλέ, Πισσαρό, Βαν Γκογκ, Λίμπερμαν, Κλάουζεν, Κλώντ Μονέ κ.ά καταλήγει στην αίσθηση αγωνίας, από την ατμόσφαιρα αταξίας και
εξάρθρωσης ή απόλυτης ακινησίας στη ζωγραφική της Μεταφυσικής της Υπαίθρου..
Δεν θα φανταζότανε ποτέ κανείς πριν λίγες δεκαετίες ότι στη συνέχεια των πινάκων των Ελλήνων ζωγράφων
του Α. Γαλλινά, του Βώκου, του Θωμόπολου, του Σαντοριναίου, του Θεόφιλου, της
Μιχελή κ.ά, με τις λάμπουσες , ηλιόλουστες σκηνές αγροτικού βίου θα φθάναμε σε πίνακες με
φλεγόμενες αυλές και πύρινες παντού στην ύπαιθρο φωτιές .
Μια επίσκεψη εξάλλου
στο Μουσείο παιδικής τέχνης σε
συνδυασμό μία την μελέτη της εξέλιξης της ναϊφ ζωγραφικής –
όπου επιβιώνει έντονα το αυθόρμητο και ανεπιτήδευτο στοιχείο της παραδοσιακής τέχνης - αφήνει να αντιληφθούμε ότι τα παιδιά δεν ζωγραφίσουν πια
ούτε κήπους με λουλούδια, ούτε ανθισμένα
δένδρα και λιβάδια
με κοπάδια. Παντού φλεγόμενα δάση, σπίτια και χωριά. Καταμαυρισμένα τρακτέρ
στις τυλιγμένες από την πύρινη
λαίλαπα αυλές,
Γίνονται μερικές εκθέσεις
τελευταία των πινάκων ανά τον κόσμο του Ιταλού
ζωγράφου της αναγέννησης Τζουζέπε Αρτσιμπόλντο (Arciboldo) (1527-1593). Αναμειγνύοντας τέχνη,
επιστήμη, μαγεία ο Αρτσιμπόλντο
φιλοτεχνούσε ανθρώπινες μορφές, απεικονίζοντας τα διάφορα χαρακτηριστικά του προσώπου με
φρούτα, λουλούδια και λαχανικά, δένδρα, ζώα, όστρακα και πουλιά.. Ενας τρόπος
να δηλωθεί μεταξύ των άλλων ότι όλα στη φύση συνδέονται και δη καθ’ομοιότητα.
Στην μορφή της Ανοιξης του Αρτσιμπόλντο
έχουν ανιχνευθεί περί τα 80 διαφορετικά
φυσικά είδη. Πρόκειται για Ανοιξη με όλα τα φυτά δοξαστικά των
Ωρών• με εξασφαλισμένη έτσι την λειτουργία των αρωμάτων ως συμβόλων μνήμης,
της τόσο αναγκαίας για την κρίση και την ευθυκρισία στη βάση της παροντοποίησης των τριών διαστάσεων
του χρόνου, ( των εμπειριών του παρελθόντος , των φόβων και ελπίδων για το
αύριο στην υπηρεσία του παρόντος )
Αποτελεί πολιτιστική πρόκληση η διασάφηση των σημαινομένων τέτοιων
μορφών όπως και πλείστων άλλων σκηνών, λογοτεχνικών , εικαστικών ,
μουσικών που έχουν να κάνουν με το
αγροτικό πεδίο διαχρονικά.
Γεγονός που
σημαίνει πρόκληση απόπειρας διαλόγου όχι μόνον των διαφόρων επιστημονικών
κλάδων αλλά και των διαφόρων λόγων – ορθολογικού, συμβολικού- προκειμένου να ψηλαφήσουμε τρόπους πρωτίστως επανάκτησης.
της πολυσημίας του αγροτικού σύμπαντος . Διαλόγου στο πλαίσιο της πολύτροπης , πολυσύνθετης
σκέψης ( pensée conplexe) όπως
επιμένει ο Εντγκάρ Μοριν[13].
Μοναδικού δρόμου για την πολύτροπη συνεργασία, τη μόνη
ικανή να αποτρέψει τον κατακερματισμό και την εξειδίκευση που αποδυναμώνουν κάθε αίσθηση ευθύνης, κάθε μορφή κοινότητας
και αλληλεγγύης
[1] Ε. Κοβάνη : Αν γεράνου φωνήν επακούσης : Νέοι και κοινότητα, εκ. Εθνικό Κέντρο
Κοινωνικών Ερευνών, Αθήνα 1995, και «Φιλοσοφία και αισθητική του αγροτικού
τοπίου». εκ.Κτήμα Μερκούρη, Αθήνα, 2005.
[2] Βλ. Lorimer H.L. “Stars and constellations in Homer and Hesiod”, in Αnnual of the British school of Athens ,
(BSA), XLVI, 1951
:86-101. και για
μια πληρέστερη βιβλιογραφία H. Kovani: “Plants and Time in Hesiod’s Works”. in Delpinoa No. 45, 2003: 159-165
[3] Της Ειρήνης, της Δίκης, της Ευνομίας .
[4] Για την επανάληψη αυτού του εγκωμίου από
μεγάλο αριθμό μεγάλων στοχαστών της
ελληνοευρωπαϊκής παράδοσης βλ. Ε. Κοβάνη, 1995. Για τη σημασία της διάρκειας μιας
καλλιέργειας -υπό τη διττή έννοια του καιρού που κυλά και του καιρού που
κάνει- στην ποιοτική ωρίμανση του καρπού
και του τρόπου αντανάκλασης σε αυτό του μετουσιωμένου μόχθου βλ. της ίδιας . Λιμνών Αποξηράνσεις . Μελέτη αειφορίας και πολιτιστικής ιστορίας , ΕΚΚΕ,
Αθήνα, 2002:34-45.
[5] Για το ότι ο
ελεύθερος μικροκαλλιεργητής δεν έλειψε
από καμία φάση της οικονομικής και κοινωνικής ιστορίας , ούτε ακόμα και από το
δυτικό Μεσαίωνα βλ. Κοβάνη, 1995:98, ό.π
[6]« Kι εγώ
γεννήθηκα στην Αρκαδία»
[7] . Highet G. H κλασσική παράδοση. Ελληνικές και ρωμαϊκές επιδράσεις στη λογοτεχνία
της Δύσης, Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τράπεζας , αθήνα , 1988.
[8] Εκ. Εστία, χ.η, μετ. Κ. Καρθαίου και Ι. Iατρίδου.
[9] Βλ. Χ. Μπλούμ, Ο
Δυτικός κανόνας. Gutenberg,
Aθήνα, 2007
[10] .Ο Γκαίτε άλλωστε έδωσε
νέο νόημα στην περίφημη φράση Et in Arcadia Ego ( ακόμα και στην Αρκαδία βρίσκομαι εγώ ) όπου υπονοείται
ότι μιλάει ο θάνατος ο οποίος εισχωρεί ακόμα και στο εξιδανικευμένο αυτό μέρος
. Φράση που συναντάται
πρώτα περί το 1618 σε πίνακα του Barbieri- του επονομαζόμενου Ιl Guercino- και αργότερο στο βουκολικό πίνακα του Poussin: Αρκάδες ποιμένες (1638/9) .
Η φράση επενδύθηκε στο Γκαίτε με αισιόδοξο τόνο: Et ego in Arcadia (και εγώ βρέθηκα στην
Αρκαδία), στον πνευματικό και μουσικό αυτό.
[11] Βλ. M Heidegger, Aproche
de Hölderlin, Galllimard, Paris, 1951,47.
[12] Βλ. κυρίως
J.Giono, Les poids du ciel, Folio, Paris, 1938
[13] .βλ. την πρόσφατη
εργασία E. Morin, La voie. Pour l’avenir de l’humanité,
Fayar, Paris ,
2011.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου