ΓΡΑΦΕΙ Ο ΚΩΣΤΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ
Ο
Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης γεννήθηκε το 1908 στη Θεσσαλονίκη και
ήταν γιος του Γαβριήλ Πεντζίκη και της Μαρίας Ιωαννίδου. Αδελφή του ήταν η
γνωστή ποιήτρια Ζωή Καρέλλη. Στην ηλικία των δεκατεσσάρων χρόνων συνέταξε μια
παγκόσμια γεωγραφία, η οποία αρχικά πήρε έγκριση από το Υπουργείο Παιδείας,
αλλά στη συνέχεια ανακλήθηκε, όταν έγινε γνωστή η ηλικία του συγγραφέα της.
Σπούδασε Φαρμακευτική και Ιατρική στη Γαλλία (πτυχίο Οπτικής Φυσιολογίας) και
στη συνέχεια σπούδασε Βοτανολογία και Φαρμακευτική στο πανεπιστήμιο του
Στρασβούργου. Την δεκαετία του 1930 ανέλαβε το φαρμακείο του πατέρα του, το
οποίο τις βραδινές ώρες μετέτρεπε σε λογοτεχνικό εντευκτήριο. Το 1933
επισκέφθηκε για πρώτη φορά το Άγιο Όρος - έκτοτε πήγε άλλες 93 φορές - και εκεί
άρχισε να ασχολείται ως αυτοδίδακτος με την ζωγραφική. Στα λογοτεχνικά πράγματα
εμφανίστηκε το 1935, δημοσιεύοντας το ποίημα «Η γυναίκα που προπονείται στο
κολύμπημα», στο περιοδικό το «Τρίτο μάτι». Υπήρξε βασικός συνεργάτης και
ιδρυτικό μέλος του περιοδικού «Κοχλίας». Αργότερα άρχισε να δημοσιεύει μελέτες
στα έγκριτα περιοδικά «Μακεδονικές Ημέρες», «Μορφές» και «Διαγώνιος» του Ντίνου
Χριστιανόπουλου και εξέδωσε μυθιστορήματα και πεζογραφήματα. Ανήκει στην ομάδα
των συγγραφέων που έγιναν γνωστοί ως «Σχολή της Θεσσαλονίκης». ‘Ηταν μάλλον ο
πρώτος, του οποίου η φήμη ξεπέρασε δεόντως τα στενά όρια του κύκλου του. Μετά
την συνταξιοδότησή του το 1969 αφοσιώθηκε στη συγγραφή και συνέχισε την
ζωγραφική. Ήταν μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, της Εταιρείας
Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης και του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών (ΕΕΤΕ).
Βραβεύτηκε με πολλά βραβεία, όπως το Ρalmes Αcademiques (1951), το Α΄ Κρατικό
Βραβείο μυθιστορήματος (1984), το βραβείο του Υπουργείου Πολιτισμού (1987) και το
Βραβείο Χέρντερ της Βιέννης (1989).
Τα
έργα του κινούνται μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας.
Ο
Πεντζίκης, ιδρυτής του λογοτεχνικού φαρμακείου, ποιητής, συγγραφέας,
ζωγράφος, ανένταχτος, ένθεος, αντισυστημικός και αδυσώπητα σταθερός, έως
και φανατικός στις πνευματικές του απόψεις κληροδότησε μεγάλη εργογραφία
λογοτεχνικών κειμένων και εικαστικών δημιουργιών. Ο ίδιος αναφέρει σε
αυτοβιογραφικό του κείμενο ανάμεσα σε πολλές διαφωτιστικές πληροφορίες: «Mιας
εξ αρχής η τάση μου ήταν μυθικής και παραμυθικής ερμηνείας των εγκοσμίων. Τα
βιβλία που εξέδωσα, ορίζουν σειρά συναισθηματικών απογοητεύσεων. Aυτό άλλωστε
μ' έκανε ολοένα και φανατικότερο υπηρέτη και μιμητή των Βυζαντινών
συγγραφέων. Στον «Aνδρέα Δημακούδη» δίνεται μια εικόνα της ερωτικής
απαλλοτριώσεως του εγώ. Στον «Πεθαμένο και ανάσταση», το
απαλλοτριωμένο και νεκρό εγώ ανασταίνεται χάρις σε στοιχεία επαφής με
τον τόπο. Aρχινώ ταυτόχρονα τότε να καταγίνομαι με τη ζωγραφική. H «Aρχιτεκτονική
της σκόρπιας ζωής» είναι μια προσπάθεια μνημικής ταύτισης ζώντων και
νεκρών. Tο «Mυθιστόρημα της Kυρίας Έρσης» γράφτηκε όταν είχα πια
παντρευτεί. H «Mητέρα Θεσσαλονίκη», είναι κείμενα σε πεζό, με κέντρο την
αγάπη μου για την πόλη που γεννήθηκα και ζω. Το «Προς εκκλησιασμό» είναι
μια σειρά ομιλιών, χαρακτηριστική της προσπάθειάς μου για ένταξη στην εκκλησία.
Σε ανάλογο επίπεδο, όχι όμως θεωρητικό, κινούνται οι «Σημειώσεις εκατό
ημερών» και τα «Oμιλήματα». Στο «Aρχείον» που είναι ένα
βιβλίο έμμεσου έρωτος, η έννοια του χρόνου καταλύεται και οριστικά θεμελιώνεται
η εσωτερική μου μυθολογία. Mια εικόνα μυθολογικής αντιλήψεως είναι τέλος το
βιβλίο μου «Πόλεως και Nομού Δράμας παραμυθία».
Η
γνωριμία μου με το έργο του Πεντζίκη, λογοτεχνικό και εικαστικό, υπήρξε παραδόξως
πολύ πρώιμη, όταν μαθητής του Γυμνασίου στο Αργοστόλι διάβασα το βιβλίο του «Ο
Πεθαμένος και η Ανάσταση». Η εμπειρία μου από τα γραφόμενα του, με ώθησε να
ψάξω τις ελάχιστες τότε εκδόσεις τέχνης για να δω τα εικαστικά έργα του, που
ήδη είχαν μια λετριστική / γραμματογραφική τεχνοτροπία που με γοήτευε από τότε
έντονα. Εντόπισα ορισμένα σχέδια του, που με ενθουσίασαν με την εμμονική
επανάληψη των καταγραφών του, ώστε πριν να έρθω στην Αθήνα για σπουδές στη
Νομική Σχολή και με το ενδεχόμενο επιτυχίας μου στη Θεσσαλονίκη, του έγραψα
επιστολή συνοδευόμενη από ποιήματα και σχέδια, ζητώντας να γίνω μαθητής του…Η
μεγάλη έκπληξη ήταν ότι απάντησε άμεσα και ευγενικά γράφοντας πως θα ήταν χαρά
του να γίνω μαθητής του αν εισαγόμουν στο Αριστοτέλειο. Ακολούθησαν σημειώματα
και λιθογραφίες του με σχόλια και αφιερώσεις, οι οποίες ανήκουν σήμερα στο
αρχείο της Σύγχρονης Πινακοθήκης Villa Ροδόπη. Όμως η συνάντηση μας έγινε
τελικά στην Αθήνα όπου, όταν φοιτητής εργάστηκα για σύντομο διάστημα σε γκαλερί
στην Πλάκα. Είχε τότε στο πρόγραμμα της ατομική έκθεση για τον Πεντζίκη, ο
οποίος είχε στείλει τα έργα του και ήρθε από την Θεσσαλονίκη για τα εγκαίνια.
Οι διάλογοι μας, οι κριτικές απόψεις του για την τέχνη και την έκφραση γενικά
και το πράο του χαρακτήρα του παραμένουν αλησμόνητες. Κατανόησα ότι ήταν ένας
ειλικρινής εκφραστής της μεταβυζαντινής πνευματικότητας και γνώστης όλου του
εξελικτικού φάσματος της ιστορίας των χειρογράφων, αλλά και των σύγχρονων
εικαστικών ρευμάτων, τα οποία είχε προσεγγίσει επιλεκτικά και αυστηρά. Εμφανείς
οι εκλεκτικές συγγένειες με τον Πωλ Κλέε, τα οπτικά επιτεύγματα της
στιγμογραφίας του πουαντιγισμού, τα αρχαιότροπα βυζαντινά τεχνοπαίγνια, τον
λετρισμό, τα ορθόδοξα ιερογλυφικά, τα κρυπτικά σχόλια, τις μικρογραφικές
κοσμήσεις ιερών ειληταρίων. Μορφές, σπάνιες ομολογουμένως, σαν αυτή του Ν.Γ.
Πεντζίκη αποτελούν αυτόνομα ένα ιδιαίτερο σύμπαν. Κάθε φορά που το προσεγγίζεις
ανακαλύπτεις νέες και ουσιαστικές διαστάσεις ελκυστικής έμπνευσης και ψυχικής
ανάτασης.
Κώστας
Ευαγγελάτος
Ζωγράφος,
Λογοτέχνης, Θεωρητικός της Τέχνης.
(Το
κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο ένθετο Art and Business της εφημ. ΑΞΙΑ.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου