της Κριστίνα Χόρστεν
«Εδώ ακριβώς ήταν» και δείχνει τον τόπο που έγινε το φεστιβάλ μια ξανθιά γυναίκα. Όχι στο Γούντστοκ, όπως θα νόμιζε κανείς αλλά στην περιοχή Μπέθελ, μια ώρα με το αυτοκίνητο μακριά μέσα από μια διαδρομή με λίμνες, ρυάκια, λόφους και θερινές κατοικίες Ορθόδοξων Εβραίων. «Εδώ είναι ο αυθεντικός χώρος του Φεστιβάλ μουσικής και τέχνης του Γούντσοκ». Εδώ ακριβώς βρίσκονταν ο Μίχαελ Λανγκ, συνδιοργανωτής του Φεστιβάλ με τον γαλακτοπαραγωγό Μαξ Γιασγκούρ και κι άλλους γαιοκτήμονες, όταν έσφιξαν τα χέρια και δεν απέμειναν παρά μόνο 4 εβδομάδες πριν την έναρξη του φεστιβάλ με μουσικές σκηνές, συγκροτήματα και πουλημένα 100.000 εισιτήρια.
Όχι ένα πολιτικό φεστιβάλ
Αλλά διοργανωτές και επενδυτές δεν ήθελαν ένα πολιτικό φεστιβάλ,αλλά πρωτίστως μουσική. Όχι συγκροτήματα της σειράς, αλλά τους καλύτερους των καλύτερων από την εναλλακτική κουλτούρα, μακριά από τη μουσική του συρμού. Τζόαν Μπαέζ, Κρόσμπι, Τζάνις Τζόπλιν, Grateful Dead, Τζο Κόκερ, Stills & Nash και Τζίμι Χέντριξ. Η Μπαέζ ήταν έγκυος στον 6ο μήνα και ο άνδρας της στη φυλακή, παρόλα αυτά ήρθε. Ο Σαντάνα τότε δεν είχε γράψει κανένα άλμπουμ και εμφανίστηκε υπό την επήρεια ναρκωτικών. Το Γούντστοκ τον έκανε σούπερ σταρ. «Τα καλύτερα 1.500 δολάρια που είχα ποτέ επενδύσει» θυμάται ο Λανγκ.
Μισό εκατομμύριο άνθρωποι
Παρά το ό,τι ο σχεδιασμός είχε κρατήσει μήνες, όλα εκτυλίχθηκαν χαοτικά. Βροχές και καταιγίδες έκαναν συνεχώς την εμφάνισή τους, το λιβάδι με όλο τον ηλεκτρικό εξοπλισμό είχε μετατραπεί σε βάλτο. Το εισιτήριο κόστιζε αρχικά 6 δολάρια, αλλά όταν οι πρώτοι επισκέπτες μπήκαν στον χώρο όλο λάσπες και χωρίς να είναι εντελώς περιφραγμένος, οι οργανωτές αποφάσισαν να μη ζητήσουν εισιτήριο. Τόσο πολλοί νέοι πήραν το δρόμο για το Μπέθελ που ο αυτοκινητόδρομος που οδηγούσε προς τα εκεί μπλοκαρίστηκε. Ακόμη και μουσικοί που επρόκειτο να παίξουν στην πρώτη συναυλία. Πανικοβλημένος ο Λανγκ άρπαξε τον Ρίτσι Χέιβεν, που διέμενε στην περιοχή και τον στέλνει πρώτο στη σκηνή. «΄Ήταν η τέλεια έναρξη, τους έκανε όλους ένα» θυμάται σήμερα.
Επί 60 ώρες μισό εκατομμύριο άνθρωποι τραγουδούσαν, γιόρταζαν, κυλιόντουσαν στην λάσπη, κοιμόντουσαν ελάχιστα, έπαιρναν ναρκωτικά, αγκαλιαζόντουσαν, φιλιόντουσαν και έκαναν ανενόχλητα σεξ. Όλα αυτά ειρηνικά, 3 ημέρες χωρίς ούτε ένα επεισόδιο ή πράξη βίας. Και τη Δευτέρα το πρωί, όταν οι περισσότεροι είχαν φύγει για να επιστρέψουν στην ρουτίνα τους, έγινε κάτι μοναδικό. «Γύρω στις 08:30, ήταν ακόμη περίπου 5.000 άνθρωποι, ο Τζίμι Χέντριξ ανέβηκε στην σκηνή» θυμάται ο Λανγκ. «Έπαιξε στο τέλος αυτήν την μοναδική intstumental εκδοχή του αμερικανικού ύμνου που έγινε η μυθική στιγμή του Γούντστοκ. Αυτό το Σαββατοκύριακο ήταν σαν να διήρκησε επί μήνες, σαν να είχε μεγάλη επίρροια ακόμη».
«Δεν ξεπεράσαμε το παρελθόν μας»
Αλλά το πνεύμα του Γούντστοκ δεν διήρκησε πολύ. Στην αρχή όλοι μιλούσαν για ειρήνη και αγάπη ωστόσο στη συνέχεια τους συνεπήρε η καθημερινότητα. ΄Ένα χρόνο αργότερα, πεθαίνουν ο Χέντριξ και η Τζόπλιν, το 1974 και ο Γιασγκούρ. Το 1994 και το 1999 οι οργανωτές προσπάθησαν να αναβιώσουν το Γούντστοκ αλλά δεν ήταν το ίδιο. Ο διοργανωτής Λανγκ τώρα στα 50χρονα προσπάθησε και πάλι, είχε κλείσει μάλιστα και πολλούς γνωστούς τραγουδιστές, αλλά τα προβλήματα ήταν τόσα πολλά που αναγκάστηκε να το ακυρώσει. Και όμως, πιστεύει ότι σήμερα το πνεύμα και τα αισθήματα που γέννησε το Γούντστοκ είναι απαιραίτητα περισσότερο παρά ποτέ.
«Πολλά από τα προβλήματα, για τα οποία ανησυχούσαμε τότε και θέλαμε να λύσουμε, έχουν επιστρέψει» λέει. «Τότε είχαν ξεκινήσει τα προβλήματα με την κλιματική αλλαγή και σήμερα έχουμε κάποιον στον Λευκό Οίκο που αρνείται να παραδεχθεί πόσο επικίνδυνη είναι. Και όλα μοιάζουν να διχάζουν τους ανθρώπους από διαφορετική καταγωγή, άνδρες και γυναίκες. Νομίσαμε ότι μάθαμε το μάθημά μας αλλά δεν καταφέραμε να ξεπεράσουμε το παρελθόν μας και τώρα θα πρέπει να γυρίσουμε πίσω και να κάνουμε σκέψεις».
Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου
«Εδώ ακριβώς ήταν» και δείχνει τον τόπο που έγινε το φεστιβάλ μια ξανθιά γυναίκα. Όχι στο Γούντστοκ, όπως θα νόμιζε κανείς αλλά στην περιοχή Μπέθελ, μια ώρα με το αυτοκίνητο μακριά μέσα από μια διαδρομή με λίμνες, ρυάκια, λόφους και θερινές κατοικίες Ορθόδοξων Εβραίων. «Εδώ είναι ο αυθεντικός χώρος του Φεστιβάλ μουσικής και τέχνης του Γούντσοκ». Εδώ ακριβώς βρίσκονταν ο Μίχαελ Λανγκ, συνδιοργανωτής του Φεστιβάλ με τον γαλακτοπαραγωγό Μαξ Γιασγκούρ και κι άλλους γαιοκτήμονες, όταν έσφιξαν τα χέρια και δεν απέμειναν παρά μόνο 4 εβδομάδες πριν την έναρξη του φεστιβάλ με μουσικές σκηνές, συγκροτήματα και πουλημένα 100.000 εισιτήρια.
Όχι ένα πολιτικό φεστιβάλ
Ο οργανωτής Μάικλ Λανγκ
70.000 δολάρια πλήρωσε ο Λανγκ στους γεωργούς και με τους συνεργάτες του ξεκινά αγώνα δρόμου για να μεταμορφώσει το λιβάδι σε χώρο φεστιβάλ. Με σκηνές, υγειονομικούς χώρους, κουζίνες, χώρους παρκαρίσματος, περίφραξη και περιοχή μόνο για καλλιτέχνες. Από το Μπρούκλιν κατάγεται ο Λανγκ και η εμπειρία του είναι μικρή σε οργάνωση φεστιβάλ. Στη χώρα όμως συμβαίνουν πολλά που προκαλούν κύματα σοκ: ο πόλεμος στο Βιετνάμ, το κίνημα των δικαιωμάτων των πολιτών και η αντίσταση κατά του διαχωρισμού των λευκών από τους μαύρους. Η δολοφονία του Τζον Κένεντι και του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ πέντε χρόνια αργότερα, το γυναικείο κίνημα, η πρώτη προσελήνωση, το κίνημα των χίπις. «Τo Γούντστοκ προέκυψε από αυτά τα γεγονότα, από την ανάγκη να δούμε, εάν μπορούμε να επηρεάσουμε τον κόσμο από την δική μας εικόνα ενός αγαπημένου και όλο αισθήματα κόσμου».Αλλά διοργανωτές και επενδυτές δεν ήθελαν ένα πολιτικό φεστιβάλ,αλλά πρωτίστως μουσική. Όχι συγκροτήματα της σειράς, αλλά τους καλύτερους των καλύτερων από την εναλλακτική κουλτούρα, μακριά από τη μουσική του συρμού. Τζόαν Μπαέζ, Κρόσμπι, Τζάνις Τζόπλιν, Grateful Dead, Τζο Κόκερ, Stills & Nash και Τζίμι Χέντριξ. Η Μπαέζ ήταν έγκυος στον 6ο μήνα και ο άνδρας της στη φυλακή, παρόλα αυτά ήρθε. Ο Σαντάνα τότε δεν είχε γράψει κανένα άλμπουμ και εμφανίστηκε υπό την επήρεια ναρκωτικών. Το Γούντστοκ τον έκανε σούπερ σταρ. «Τα καλύτερα 1.500 δολάρια που είχα ποτέ επενδύσει» θυμάται ο Λανγκ.
Μισό εκατομμύριο άνθρωποι
Παρά το ό,τι ο σχεδιασμός είχε κρατήσει μήνες, όλα εκτυλίχθηκαν χαοτικά. Βροχές και καταιγίδες έκαναν συνεχώς την εμφάνισή τους, το λιβάδι με όλο τον ηλεκτρικό εξοπλισμό είχε μετατραπεί σε βάλτο. Το εισιτήριο κόστιζε αρχικά 6 δολάρια, αλλά όταν οι πρώτοι επισκέπτες μπήκαν στον χώρο όλο λάσπες και χωρίς να είναι εντελώς περιφραγμένος, οι οργανωτές αποφάσισαν να μη ζητήσουν εισιτήριο. Τόσο πολλοί νέοι πήραν το δρόμο για το Μπέθελ που ο αυτοκινητόδρομος που οδηγούσε προς τα εκεί μπλοκαρίστηκε. Ακόμη και μουσικοί που επρόκειτο να παίξουν στην πρώτη συναυλία. Πανικοβλημένος ο Λανγκ άρπαξε τον Ρίτσι Χέιβεν, που διέμενε στην περιοχή και τον στέλνει πρώτο στη σκηνή. «΄Ήταν η τέλεια έναρξη, τους έκανε όλους ένα» θυμάται σήμερα.
Επί 60 ώρες μισό εκατομμύριο άνθρωποι τραγουδούσαν, γιόρταζαν, κυλιόντουσαν στην λάσπη, κοιμόντουσαν ελάχιστα, έπαιρναν ναρκωτικά, αγκαλιαζόντουσαν, φιλιόντουσαν και έκαναν ανενόχλητα σεξ. Όλα αυτά ειρηνικά, 3 ημέρες χωρίς ούτε ένα επεισόδιο ή πράξη βίας. Και τη Δευτέρα το πρωί, όταν οι περισσότεροι είχαν φύγει για να επιστρέψουν στην ρουτίνα τους, έγινε κάτι μοναδικό. «Γύρω στις 08:30, ήταν ακόμη περίπου 5.000 άνθρωποι, ο Τζίμι Χέντριξ ανέβηκε στην σκηνή» θυμάται ο Λανγκ. «Έπαιξε στο τέλος αυτήν την μοναδική intstumental εκδοχή του αμερικανικού ύμνου που έγινε η μυθική στιγμή του Γούντστοκ. Αυτό το Σαββατοκύριακο ήταν σαν να διήρκησε επί μήνες, σαν να είχε μεγάλη επίρροια ακόμη».
«Δεν ξεπεράσαμε το παρελθόν μας»
Αλλά το πνεύμα του Γούντστοκ δεν διήρκησε πολύ. Στην αρχή όλοι μιλούσαν για ειρήνη και αγάπη ωστόσο στη συνέχεια τους συνεπήρε η καθημερινότητα. ΄Ένα χρόνο αργότερα, πεθαίνουν ο Χέντριξ και η Τζόπλιν, το 1974 και ο Γιασγκούρ. Το 1994 και το 1999 οι οργανωτές προσπάθησαν να αναβιώσουν το Γούντστοκ αλλά δεν ήταν το ίδιο. Ο διοργανωτής Λανγκ τώρα στα 50χρονα προσπάθησε και πάλι, είχε κλείσει μάλιστα και πολλούς γνωστούς τραγουδιστές, αλλά τα προβλήματα ήταν τόσα πολλά που αναγκάστηκε να το ακυρώσει. Και όμως, πιστεύει ότι σήμερα το πνεύμα και τα αισθήματα που γέννησε το Γούντστοκ είναι απαιραίτητα περισσότερο παρά ποτέ.
«Πολλά από τα προβλήματα, για τα οποία ανησυχούσαμε τότε και θέλαμε να λύσουμε, έχουν επιστρέψει» λέει. «Τότε είχαν ξεκινήσει τα προβλήματα με την κλιματική αλλαγή και σήμερα έχουμε κάποιον στον Λευκό Οίκο που αρνείται να παραδεχθεί πόσο επικίνδυνη είναι. Και όλα μοιάζουν να διχάζουν τους ανθρώπους από διαφορετική καταγωγή, άνδρες και γυναίκες. Νομίσαμε ότι μάθαμε το μάθημά μας αλλά δεν καταφέραμε να ξεπεράσουμε το παρελθόν μας και τώρα θα πρέπει να γυρίσουμε πίσω και να κάνουμε σκέψεις».
Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου