ΠΗΓΑΙΝΕΙ πέρα-δῶθε ὅπως οἱ σκοποὶ ἔξω
στὴν ἄκρη τῶν τειχῶν, ὅπου τίποτα πιὰ δὲν ὑπάρχει. Κι ὅπως καὶ στοὺς
σκοπούς, ὑπάρχει νοσταλγία μέσα της, βαριὰ νοσταλγία κομματιασμένη.
Ὅπως κάτω στὸ πέλαγος κάπου θὰ πρέπει νὰ ὑπάρχουν καθρέφτες, καθρέφτες
ἀπὸ τὶς καμπίνες ναυαγισμένων πλοίων, κομμάτια ἀπὸ καθρέφτες, ποὺ
τώρα πιὰ φυσικὰ δὲν περιέχουν τίποτα: οὔτε τὰ πρόσωπα τῶν ταξιδιωτῶν
οὔτε κάποια ἀπὸ τὶς χειρονομίες τους· οὔτε τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο
γυρνοῦσαν τὴν πλάτη κι ἔμοιαζαν ἀπὸ πίσω τόσο ἀλλόκοτα ἀδέξιοι·
οὔτε τὸν τοῖχο, οὔτε τὴ γωνιά, στὴν ὁποία κοιμοῦνταν· ἀκόμη λιγότερο
ὅ,τι ἐδῶ μέσα ἔφεγγε ταλαντευόμενο ἀπὸ ἀπέναντι κι ἀπ’ ἔξω· ὄχι,
τίποτα. Ὅμως ὅπως κάποιο φύκι ἴσως, κάποιο ἀνοιγμένο κοράλλι ποὺ βυθίζεται, ἡ ἀναπάντεχη ἔκφραση στὸ πρόσωπο κάποιου ψαριοῦ ἢ ἀκόμη καὶ τὸ νερὸ τὸ ἴδιο, τὸ νερὸ ποὺ ἀποτραβιέται, ποὺ διαμοιράζεται, τὸ νερὸ ποὺ ἐπιστρέφει καὶ μαζεύεται ξανὰ καὶ γίνεται ἕνα, φέρνει στὸ νοῦ ὁμοιότητες μὲ ἐκείνους τοὺς καθρέφτες τοὺς μακρυσμένους, τοὺς λοξούς, τοὺς κάλπικους, ὁμοιότητες εὐθὺς ἀμέσως ἐγκαταλελειμμένες, μαζὶ μὲ αὐτὸ ποὺ κάποτε ὑπῆρξε –:
ἔτσι κεῖνται ἀναμνήσεις, κομμάτια ἀναμνήσεων, θραύσματα, στὸ σκοτάδι
βαθιὰ μέσα στὸ αἷμα της.
Πηγαίνει πέρα-δῶθε γύρω ἀπὸ αὐτό, γύρω ἀπὸ τὸ ἀρσενικὸ λιοντάρι,
ποὺ εἶναι ἄρρωστο. Ἡ ἀρρώστια δὲν τοῦ προξενεῖ ἀνησυχία καὶ δὲν τὸ
ἐξασθενίζει· μονάχα τὸ ἐγκλωβίζει. Ἔτσι ὅπως κεῖται ἐκεῖ, τὰ ἁπαλὰ
πέλματά του χωρὶς σκοπό, τὸ περήφανο πρόσωπό του καλυμμένο ἀπὸ τὴν
ξεφτισμένη χαίτη, τὰ μάτια του ἀδειανά, ἔχει ἀνεγείρει στὸν ἴδιο
του τὸν ἑαυτὸ μνημεῖο τῆς θλίψης του, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ κάποτε
(πάντοτε πάνω καὶ πέρα ἀπὸ τὸν ἑαυτὸ του) ὑπῆρξε ὡς τρανταχτὴ ἀπόδειξη
τῆς δύναμής του.
Τώρα συσπᾶται ἀκόμα ἐδῶ κι ἐκεῖ στοὺς μῦς καὶ σφίγγεται, μικρὲς ἑστίες
ὀργῆς διαμορφώνονται ἐδῶ κι ἐκεῖ, ὑπερβολικὰ μακριὰ ἡ μιὰ ἀπὸ τὴν
ἄλλη· τὸ αἷμα κυλᾶ μὲ μεγάλη ὁρμή, ἀναβλύζει, ἀπὸ τὶς κάμαρες τῆς
καρδιᾶς καὶ ἀσφαλῶς διαθέτει ἀκόμα τὴν προσεχτικὰ δοκιμασμένη ἱκανότητα
νὰ στρίβει ἀπότομα κι ἀποφασιστικά, καθὼς χυμᾶ στὸν ἐγκέφαλο.
Ὅμως ἀφήνει τὰ πράγματα νὰ πάρουν ἁπλῶς τὸν δρόμο τους, γιατὶ δὲν ἔχει
φτάσει ἀκόμα στὸ τέλος καὶ δὲν ἔχει ἄλλη ἐνέργεια γιὰ ξόδεμα καὶ δὲν
παίρνει μέρος σὲ τίποτα πιά. Μονάχα πέρα μακριά, σὰν ἀποτραβηγμένο
ἀπὸ τὸν ἴδιο του τὸν ἑαυτό, ζωγραφίζει μὲ τὸ μαλακὸ πινέλο τῆς οὐρᾶς
του ξανὰ καὶ ξανὰ κάποια ἡμικυκλικὴ χειρονομία ἀπερίγραπτης
καταφρόνιας. Κι αὐτὸ συμβαίνει μὲ τέτοια σπουδαιότητα ποὺ ἡ λέαινα
στέκει ἀκίνητη καὶ παρακολουθεῖ: ἀνήσυχη, ταραγμένη, γεμάτη
προσμονή.
Ὕστερα πιάνει πάλι ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τὸν βηματισμό της, τὸν ἄχαρο, γελοῖο
βηματισμὸ τῶν σκοπῶν, ποὺ πάντοτε πάει καὶ πέφτει πάνω στὰ ἴδια χνάρια
ξανὰ καὶ ξανά. Καὶ πηγαίνει… καὶ πηγαίνει, καὶ καμιὰ φορὰ ἐμφανίζεται
ἡ ρημαγμένη μάσκα της, ὁλοστρόγγυλη, διαγραμμένη ἀπὸ τὰ κάγκελα.
Πηγαίνει ὅπως οἱ δεῖκτες στὰ ρολόγια. Καὶ στὸ πρόσωπό της φαίνεται,
ὅπως σὲ κάποιο καντράν, ποὺ τοῦ ρίχνουν ἕνα φῶς καὶ φωτίζει τὴ νύχτα,
κάποια ἀλλότρια, παράξενη ὥρα ποὺ γιὰ λίγο μόνο μένει σχηματισμένη:
μιὰ φρικτὴ ὥρα, ἡ ὥρα ποὺ κάποιος πεθαίνει. Πηγή: Rainer Maria Rilke, Werke, τ. ΙΙΙ-2 (Prosa),
Φραγκφούρτη, Insel Verlag, 41968 [πρώτη ἔκδοση: Rainer Maria Rilke, Der Löwenkäfig, Βασιλεία,
Gryff-Presse, 1947]. ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ
Ράινερ Μαρία Ρίλκε (Rainer Maria Rilke) (1875, Πράγα – 1926, Βαλμόν).
Γερμανόφωνος λυρικὸς ποιητής, πεζογράφος καὶ κριτικός. Σημαίνουσα
μορφὴ τῆς δυτικῆς λογοτεχνίας τοῦ 20οῦ αἰώνα. Θρυλεῖται πὼς ἀσθένησε
ἀπὸ καλπάζουσα λευχαιμία τραυματισμένος ἀπὸ τὸ ἀγκάθι ἑνὸς ρόδου,
ἐνῶ φρόντιζε τὸν κῆπο του.
Μετάφραση ἀπὸ τὰ γερμανικά:
Γιῶργος Ἀποσκίτης (1984). Γεννήθηκε καὶ ζεῖ στὴν Ἀθήνα. Πραγματοποίησε
σπουδὲς στὴν Ἀθήνα καὶ στὸ Ἐδιμβοῦργο. Ἔχει ἀσχοληθεῖ, μεταξὺ ἄλλων,
μὲ τὴ λεξικογραφία καὶ μὲ τὰ κινούμενα σχέδια. Δουλειά του ἔχει δημοσιευτεῖ
στὸ περιοδικὸ Σημειώσεις καὶ
ἀλλοῦ. Τακτικὸς συνεργάτης, μὲ πρωτότυπα κείμενα
καὶ μεταφράσεις, τοῦ ἱστολογίου μας Ἱστορίες Μπονζάι.
Πρῶτο του βιβλίο ἡ συλλογὴ μὲ μικρὰ πεζὰ Στιγμόμετρο (Σμίλη,
2021).
planodion | 1 Φεβρουάριος
2022, 5:55 π.μ. | Ἐτικέττες: Γιώργος Αποσκίτης, Διήγημα, Λογοτεχνία, Rainer Maria Rilke | Κατηγορίες: Αποσκίτης Γ., Γερμανικά, Θάνατος, Μοναξιά, Νοσήματα, Πόλη-Χώροι, Περιγραφή, Συμβολισμός, Φύση-Ζώα, Ψυχογραφία, Rilke Rainer Maria | URL: https://wp.me/pJQxn-3Tu
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου