
Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος
Ἡ πολυθρόνα
ΤΑΝ
ΠΕΘΑΝΕ ἡ γιαγιά, δὲν ἄλλαξαν καὶ πολλὰ στὸ σπίτι. Πολὺ γρήγορα
τὴν ξεχάσαμε. Τὸ μόνο ποὺ ἔμεινε νὰ τὴ θυμίζει σ’ ἐκεῖνο τὸ
ἰσόγειο τριάρι τῆς πλατείας Βάθη ἦταν ἡ ἑτοιμόρροπη ξύλινη
κουνιστὴ πολυθρόνα της, ποὺ καμιά μας δὲν ἐνδιαφέρθηκε νὰ
πετάξει. Τὴν ἀφήσαμε ἐκεῖ ποὺ ἦταν πάντα, σὲ μιὰ γωνιὰ στὸ
σαλόνι, δίπλα στὸ παράθυρο, μαζὶ μὲ τὴ μάλλινη κουβέρτα μὲ
τὴν ὁποία, Χειμῶνα-Καλοκαίρι, σκέπαζε τὰ πόδια της, λὲς καὶ ἡ
θερμοκρασία περιβάλλοντος ἦταν κάτι ποὺ δὲν τὴν ἀφοροῦσε
ποτέ.
Ἦταν ἡ «καρέκλα τῆς σκέψης», ἔτσι τὴν ἀποκαλούσαμε
κοροϊδευτικὰ μὲ τὴν ἀδελφή μου. Καθόταν ἐκεῖ, μὲ τὶς ὧρες, χωρὶς
νὰ μιλάει, κοιτῶντας τὸ πάτωμα σὰν νὰ προσπαθοῦσε νὰ
ἀποκρυπτογραφήσει κάποιο μήνυμα στὰ νερά του παρκέ.
Καμία ἀπὸ τὶς τρεῖς μας δὲν τὴν καταδέχτηκε ποτέ, οὔτε κἂν
γιὰ νὰ δέσει τὰ κορδόνια της. Γιὰ κάποιον ἀνεξήγητο λόγο τὴν
ἀποφεύγαμε. Κι ὅταν ἐρχόταν ἡ σειρά μου νὰ καθαρίσω τὸ
σαλόνι, καθὼς τὴν ξεσκόνιζα, εἶχα τὴν αἴσθηση ὅτι ἀκουμποῦσα
κάτι ζωντανὸ ποὺ βρισκόταν σὲ διαρκῆ χειμερία νάρκη.
Χρόνια ἀργότερα (εἶχε πεθάνει καὶ ἡ μαμὰ πλέον κι ἔμενα
πιὰ μόνη μου στὸ σπίτι, ἀφοῦ ἡ Μάρθα, ἡ ἀδελφή μου, εἶχε
μετακομίσει στὴ Θεσσαλονίκη) φιλοξένησα γιὰ κάποιες μέρες
μιὰ φίλη ποὺ μόλις εἶχε χωρίσει. Ἕνα βράδυ, γυρνῶντας ἀπὸ τὸ
μαγαζί, εἶδα νὰ τὴν ἔχει πάρει ὁ ὕπνος στὴν πολυθρόνα μὲ τὴν
κουβέρτα ριγμένη στὰ πόδια της. Θυμᾶμαι ὅτι ἦταν Ἰούλιος καὶ ὅτι
τὴ ζήλεψα πολύ.

Πηγή: Ἀπὸ τὴν ἀνέκδοτη συλλογὴ μικροδιηγημάτων Στουρνάρη καὶ Ἠπείρου γωνία.
Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος (Ἀθήνα 1963). Καθηγητὴς
Μεταφρασεολογίας στὸ Ἀριστοτέλειο Πανεπιστήμιο
Θεσσαλονίκης. Διδάσκει, ἐπίσης, Ἰσπανικὴ Λογοτεχνία στὸ
Ἑλληνικὸ Ἀνοικτὸ Πανεπιστήμιο. Ἔχει μεταφράσει ἀπὸ τὰ
ἰσπανικὰ στὰ ἑλληνικὰ ἔργα τῶν Ἐ. Σάμπατο, Μ. Ἀλτολαγκίρε,
Ἰ. Ἀλδεκόα, Μ. Βάθκεθ Μονταλμπάν, Χ. Γιαμαθάρες, Ρ. Τσίρμπες,
Χ. Ἀγέστα, Λ.Μ. Πανέρο, Σ. δὲ Τόρο, Ἀ. Μπράις Ἐτσενίκε, Ἀ.
Τραπιέγιο, Ἀ. Γκαμονέδα, Σ. Πάμιες καὶ Ἀ. Κουέτο μεταξὺ
ἄλλων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου