Η Χριστίνα Ανδρέου γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Συνέχισε τις σπουδές της πάνω στο θέατρο και τις τέχνες στο Πανεπιστήμιο Royal Holloway στο Λονδίνο. Για πάνω από μία δεκαετία εργάστηκε ως δημοσιογράφος στο πολιτιστικό ρεπορτάζ σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά. Η συγγραφή για παιδιά προέκυψε αναπάντεχα, όταν το ψηφιακό-διαδραστικό της βιβλίο (bookapp) Μπέτση, η μικρή μάγισσα-σεφ: Υπέροχα αηδιαστικό!, που δημιούργησε μαζί με τον αδερφό της και την εικαστικό Μάρια Μπαχά, βραβεύτηκε με το TigerCreate Adventure Book Competition Award 2015/2016 στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου στην Μπολόνια και έπειτα κυκλοφόρησε στη χάρτινή του εκδοχή από τις Εκδόσεις Πατάκη. Στη συνέχεια, έγραψε ένα βιβλίο για τον κόσμο της τέχνης και της ζωγραφικής, με τίτλο Η Λίζα και οι επτά ζωγράφοι (Καλειδοσκόπιο, 2022). Το νέο της βιβλίο, Το αγόρι που ταξίδεψε με ένα κοπάδι πουλιά και μια ομπρέλα (Καλειδοσκόπιο, 2025), μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.
Τι σας ενέπνευσε να γράψετε την ιστορία του μικρού Παύλου, που πάσχει από «βιβλιοναυτία»; Πιστεύετε πως τα παιδιά σήμερα δυσκολεύονται να χτίσουν μια καλή σχέση με τον κόσμο του βιβλίου;
Δεν ξέρω απαραίτητα γιατί γράφουμε, όσοι γράφουμε, ή τι είναι αυτό που μας εμπνέει. Φαντάζομαι όλα ξεκινάνε από τη βιωματική μας ματιά πάνω στη ζωή. Έτσι, αυτό που μπορώ να σας πω είναι πως η ιστορία του Παύλου, που σταματάει το διάβασμα ανήμερα των ένατων γενεθλίων του (γιατί απλά ζαλίζεται και πρασινίζει σαν αχλάδι κάθε φορά που αντικρίζει τις απαίσιες μαύρες κουκκίδες, τις λέξεις, στις ατέλειωτες λευκές σελίδες) είναι μια προσωπική μου ιστορία. Μεγάλωσα σε ένα σπίτι… βιβλιομανών βιβλιοφάγων,
όπως οι γονείς του Παύλου, με μια μαμά πράγματι να τηγανίζει κουτσομούρες και γαυράκια διαβάζοντας ακριβώς δίπλα στο τηγάνι «βαριά» λογοτεχνία, έτσι ώστε να θεωρώ πως το διάβασμα είναι κάτι ιερό. Όποιος λοιπόν σπίτι μας δεν ήταν μυημένος στην τέχνη της ανάγνωσης, τα υπόλοιπα μέλη τον κοιτούσαν με μισό μάτι. Όμως εγώ μέχρι αρκετά μεγάλη ηλικία δεν απολάμβανα το διάβασμα, ήταν κάτι σαν αγγαρεία, ήταν κάτι που απλά «έπρεπε». Και αυτό λειτουργούσε αντιδραστικά στην ψυχή μου, όπως νιώθω πως συμβαίνει και σε πολλούς μικρούς αναγνώστες, οι οποίοι προσλαμβάνουν την τέχνη της ανάγνωσης ως καταναγκαστικό έργο. Οπότε ναι, θεωρώ πως το χτίσιμο της σχέσης των παιδιών με τα βιβλία είναι δύσκολο, θέλει επιμονή, υπομονή και κυρίως όμορφες εικόνες-παραδείγματα, ξεκινώντας από το σπίτι και συνεχίζοντας στο σχολείο, ώστε τα παιδιά να εμπνευστούν και μετά να πειραματιστούν –και δεν είναι τυχαίο το ρήμα που χρησιμοποιώ– με τα βιβλία.Υπάρχουν ενίοτε φιέστες και υποκριτικές εκδηλώσεις αγάπης από την Πολιτεία για τη σημασία του βιβλίου, αλλά καμία οχύρωση, κανένα όραμα.
Όμως, τα παιδιά έχουν μπροστά στα μάτια τους περισσότερο την εικόνα ενός κινητού στο χέρι, παρά την εικόνα ενός βιβλίου. Πώς μπορεί να ανατραπεί αυτό;
Έχετε απόλυτο δίκιο. Η σκιά της τεχνολογίας απλώνεται μέρα με τη μέρα όλο και πιο πολύ στις ζωές όλων μας. Οι ενήλικες σερφάρουμε σε οθόνες, οι έφηβοι κάνουν τσατ σε οθόνες, τα παιδιά παραμυθιάζονται πάνω σε κονσόλες gaming, οι άνθρωποι εκφράζουμε συναισθήματα με ένα emoji… Και ξεχνάμε πως είναι πιο όμορφο να σερφάρουμε πάνω στα κύματα, να μιλάμε κοιτώντας στα μάτια, να παραμυθιαζόμαστε με όνειρα και προσδοκίες, να εκφράζουμε τα συναισθήματά μας με λέξεις και φιλιά… Δεν πιστεύω, όμως, αν θέλω να είμαι απόλυτα ρεαλίστρια και ειλικρινής, πως την τεχνολογία πρέπει να τη βλέπουμε ως εχθρό. Δεν φταίει αυτή, όσο και να κερδίζει έδαφος συνεχώς στις ζωές μας, που τα παιδιά δεν διαβάζουν. Η τεχνολογία πρέπει να ιδωθεί από γονείς και εκπαιδευτικούς ως σύμμαχος, γιατί είναι το μέλλον. Και τα παιδιά ανήκουν στο μέλλον. Οπότε νομίζω πως αν καλλιεργηθεί η κουλτούρα του διαβάσματος από τους υπεύθυνους φορείς και αποτελέσει το διάβασμα έναν φάρο γνώσης και ψυχαγωγίας που η Πολιτεία, ο πολιτισμός ο ίδιος το προωθεί και το αγκαλιάζει ως κάτι ιερό, τότε ίσως ανατραπεί η φθίνουσα αυτή πορεία που έχει πάρει ο κόσμος του βιβλίου. Να κάνουμε, λοιπόν, την τεχνολογία σύμμαχο στο διάβασμα και να πράξουμε τα δέοντα για να διατηρήσουμε ζωντανή τη «μνήμη» αυτής της μοναδικής τέχνης.
Στην ιστορία σας, ο Παύλος ταξιδεύει στον πλανήτη των βιβλίων προκειμένου να γιατρευτεί, βρίσκοντας το βιβλίο που έχει γραφτεί για κείνον. Πιστεύετε πως για κάθε άνθρωπο υπάρχει ένα βιβλίο που μπορεί να του αλλάξει τη ζωή;
Το πιστεύω ακράδαντα! Εγώ η ίδια, όπως σας είπα, μέχρι τα δώδεκα, με μπαμπά και μαμά εκδότες [Σ.τ.Σ.: Εκδόσεις Στοχαστής] δεν είχα διαβάσει κανένα βιβλίο. Ναι, καλά ακούσατε, κανένα βιβλίο, τουλάχιστον απ’ όσο εγώ θυμάμαι τον εαυτό μου. Μέχρι που μια φωτισμένη δασκάλα στην έκτη δημοτικού μού πρότεινε ευγενικά να διαβάσω την Αιολική Γη του Ηλία Βενέζη. Δεν ξέρω γιατί μου το πρότεινε και γιατί την άκουσα, πράγματι όμως όταν γύρισα στο σπίτι ζήτησα από τον πατέρα μου να μου το φέρει για να το διαβάσω. Φυσικά και υπήρχε στη βιβλιοθήκη μας σε περίοπτη θέση! Όταν έφτασα στην τελευταία σελίδα, ένας χείμαρρος από δάκρυα ξέσπασαν κυριολεκτικά μέσα από τα μάτια μου, αιφνιδιάζοντάς με. Ένα βιβλίο με έκανε να κλαίω στα δώδεκά μου με λυγμούς – από συγκίνηση, από δέος; Δεν ξέρω... Έκτοτε δεν έπαψα ποτέ μου να διαβάζω. Κυνηγώντας εκείνο το βιβλίο που θα με αιφνιδιάσει ξανά! Φυσικά, κατά καιρούς, έχω κάνει και εγώ τις απιστίες μου – διαλείμματα ως αναγνώστρια... Πιστεύω, λοιπόν, πως αν τα παιδιά μεγαλώνουν ανάμεσα σε βιβλία, κάποια στιγμή το χέρι τους θα αγγίξει στη βιβλιοθήκη εκείνο το βιβλίο, που για έναν άγνωστο λόγο θα τους αλλάξει τον τρόπο που σκέφτονται και θωρούν τα πράγματα, κατ’ επέκταση λοιπόν και τη ζωή.
Με λυπεί που στη χώρα μας υπάρχουν μόνο μεγάλα λόγια και μεγάλα στόματα, μικρά έργα και στενά βλέμματα.
Τι συμβουλή θα δίνατε στους γονείς που θέλουν να ενθαρρύνουν τα παιδιά τους να διαβάζουν;
Να αγοράζουν βιβλία, να διαβάζουν οι ίδιοι βιβλία, να δώσουν στο παιδικό μάτι την ευκαιρία να εξοικειωθεί με την παρουσία των βιβλίων στο σπίτι του, να καταλάβει τι σημαίνει βιβλιοθήκη. Δεν χρειάζεται να ξοδεύουμε όλο μας το είναι για να γεμίζουμε τα ράφια στις ντουλάπες. Υπάρχουν και τα ράφια στις βιβλιοθήκες. Δεν μπορώ να σκεφτώ άλλη απόλαυση στη ζωή, όπως το διάβασμα, που το αποτέλεσμα να είναι πάντα τόσο κερδοφόρο, τόσο πολυσήμαντο, τόσο γενναιόδωρο, τόσο καθαρό.
Πόσο σημαντική είναι η συμβολή της εικονογράφησης στα παιδικά βιβλία;
Όταν μιλάμε για ένα εικονογραφημένο βιβλίο, προφανώς και καθοριστική. Εγώ κοιτώντας το βιβλίο μου αυτό, δεν μπορώ να σκεφτώ ποιο βιβλίο ήταν πριν από τις εικόνες που φιλοτέχνησε η Ντανιέλα Σταματιάδη. Είναι ένα βιβλίο το εικονογραφημένο βιβλίο. Δεν είναι ένα κείμενο και είκοσι εικόνες που το συνοδεύουν. Είναι ένα σύμπαν με λέξεις, χρώματα και σχήματα. Ο συγγραφέας είναι «κουτσός» χωρίς τον εικονογράφο, ο εικονογράφος είναι «κουλός» χωρίς τον συγγραφέα. Είναι θέμα αρτιμέλειας.
Το βιβλίο σας θα μπορούσε να διαβαστεί ως παραμύθι από παιδιά, αλλά και ως ονειρική ιστορία για μεγάλους;
Η αλήθεια είναι πως είμαι φανατική αναγνώστρια παιδικών βιβλίων. Βρίσκω σε αυτά όσα δεν βρίσκω στων ενηλίκων. Βρίσκω τις εικόνες, βρίσκω τη μαγεία, βρίσκω το έλα να σε πάρω από το χέρι να ταξιδέψουμε παρέα… Το αγόρι που ταξίδεψε με ένα κοπάδι πουλιά και μια ομπρέλα νομίζω πως μπορεί να αγγίξει και το ενήλικο κοινό, γιατί όλη η περιδιάβαση που κάνει στον κόσμο των βιβλίων είναι με βιβλία «σταθμούς» για τον καθέναν από εμάς, σίγουρα κάποια από αυτά, βιβλία που πρέπει και τα παιδιά μας κάποτε να γνωρίσουν. Ποιος δεν ρίγησε μπροστά στο καμάκι που κυνηγάει τον Μόμπι Ντικ; Ποιος δεν ερωτεύτηκε τα νιάτα και την αθωότητα στις Μικρές κυρίες της Λουίζας Μέι Άλκοτ; Ποιος δεν φοβήθηκε να έχει τη μοίρα του Εμπενίζερ Σκρουτζ από τη Χριστουγεννιάτικη ιστορία του Ντίκενς; Ποιος δεν άκουσε το τραγούδι των τζιτζικιών, λίγο πριν αποκοιμηθεί το μεσημεράκι μετά το μπάνιο, εκείνα τα ατελείωτα καλοκαίρια διαβάζοντας Το καπλάνι της βιτρίνας;
Ποιο βιβλίο διαβάσατε πρόσφατα και σας εντυπωσίασε;
Λοιπόν, από παιδικά διάβασα το Μαθήματα σπασίματος πινιάτας από τον Φώτη Δούσο, σε εικονογράφηση Στέλλας Στεργίου, που με ενθουσίασε με την αμεσότητα, το χιούμορ και την ανάταση συναισθημάτων που μου προκάλεσε – πολλές φορές δεν χρειάζεται να γράφουμε για να νιώθουμε απίστευτα σημαντικοί, αλλά να γράφουμε για αυτήν τη γλυκιά ανάταση. Και στην ενήλικη πίστα, αναμετρήθηκα με τον Πετρίτη του Τζ. Α. Μπέικερ, ένα λογοτεχνικό αριστούργημα, ένα βιβλίο-ύμνο στην τέχνη της παρατήρησης, ένα φιλοσοφικό μανιφέστο για τα όρια μεταξύ του ανθρώπου και της φύσης. Και με υποδειγματική μετάφραση από τη Μαργαρίτα Ζαχαριάδου.
Πιστεύετε ότι η Πολιτεία στηρίζει επαρκώς την παιδική λογοτεχνία; Ως δημιουργός νιώθετε πως υπάρχει ένα πλαίσιο στρατηγικής από τους διάφορους φορείς;
Προφανώς, από όσα προλέχθηκαν, αντιλαμβάνεστε ότι μόνο αρνητικά σχόλια μπορεί να κάνει κανείς σε μια τέτοια ερώτηση. Οπότε δεν θα ήθελα να γίνω σαν τους haters στα social media και να σύρω τα εξ αμάξης στους εμπλεκόμενους φορείς. Δεν υπάρχει στρατηγική για το βιβλίο. Υπάρχει η προσωπική πρωτοβουλία κάποιων πεφωτισμένων εκπαιδευτικών. Αυτό και τίποτα άλλο. Και αυτό με τα χίλια ζόρια και εμπόδια. Υπάρχουν ενίοτε φιέστες και υποκριτικές εκδηλώσεις αγάπης από την Πολιτεία για τη σημασία του βιβλίου, αλλά καμία οχύρωση, κανένα όραμα, καμία αν το θέλετε θέληση να επενδύσουν σε αυτό το… αγαθό «προϊόν». Δεν γνωρίζω τους λόγους. Και όλοι οι άνθρωποι του χώρου κρατάμε στα χέρια μας ένα κεράκι με μια φλογίτσα που τρεμοπαίζει στη θύελλα μέχρι να σβήσει. Με λυπεί που στη χώρα μας υπάρχουν μόνο μεγάλα λόγια και μεγάλα στόματα, μικρά έργα και στενά βλέμματα.
Το αγόρι που ταξίδεψε με ένα κοπάδι πουλιά και μια ομπρέλα
Χριστίνα Ανδρέου
εικονογράφηση: Ντανιέλα Σταματιάδη
Καλειδοσκόπιο
40 σελ.
ISBN 978-960-47-1292-2
Τιμή 15,90€
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου