«Εἰρήνη φίλη, τὸ παρὰ πάντων μὲν ἐπαινούμενον
ἀγαθόν, ὑπ’ ὀλίγων δὲ φυλασσόμενον...».
Γρηγόριος
Ναζιανζηνός
Τοῦ κ. Κων. Ἰ. Δάλκου, Φιλολόγου,
ἐπιτ. Δ/ντοῦ τοῦ 3ου Λυκ. Αἰγάλεω
Φίλε ἀναγνώστη, παντοῦ καὶ διαχρονικῶς, ὄχι
μόνον σὲ ἡμέρες ἑορτάσιμες, ὅπως οἱ προσεχεῖς, ἀλλὰ καὶ σὲ κάθε συνάντηση, ὄχι
μόνον εὐγένεια ἢ συνήθεια, ἀλλά, κυρίως ἴσως, μιὰ ἐσωτερικὴ αἴσθηση πὼς ὑπάρχει
κάποιο μυστηριῶδες καὶ πανταχοῦ παρὸν πρόσωπο ποὺ εὐμενῶς μᾶς ἀκούει, ἐπιβάλλει
σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ὡς ὑποχρέωση, νὰ ἀπευθύνουν εἰς ἀλλήλους χαιρετισμοὺς
μὲ ποικίλες εὐχές. Τὴν διαίσθηση αὐτὴ ἐπιβεβαιώνει ἐξ ἄλλου καὶ ἡ λαϊκὴ
παροιμία «καλομελέτα κι ἔρχεται». Οἱ
χαιρετισμοὶ αὐτοὶ εἶναι βέβαια φυσικῶς ἑπόμενον νὰ ἀναφέρωνται στὰ γενικῶς
βιούμενα ὡς ἀγαθά, δηλαδὴ στὴν ὑγεία, τὴν προκοπή, τὴν χαρὰ καὶ τὴν ἐν γένει εὐδαιμονία,
τὴν εὐτυχία δηλαδή, ὅπως προφανῶς ἑκάστοτε αὐτὴ ἐννοεῖται, ἀπὸ τοῦ Ἀριστοτελικοῦ
«ζῆν κατ’ ἀρετὴν» μέχρι τοῦ «φάγε πίε εὐφραίνου».
Βεβαίως στὴν ἱεράρχηση τῶν ἀγαθῶν αὐτῶν
παρεμβαίνουν κάποτε καὶ οἱ ἀναπόφευκτεςκατὰ τόπον καὶ χρόνον ἰδιαιτερότητες καὶ
συγκυρίες. Προσφάτως λοιπὸν συνέβη νὰ ἀναγνώσω ἕνα κείμενο μὲ τὸν τίτλο «Πῶς χαιρετοῦμε» κάποιου προπολεμικοῦ, πολὺ
γνωστοῦ τότε, χρονογράφου. Μεταξὺ ἄλλων λοιπὸν γράφει περὶ τῶν Κινέζων:«Οἱ Κινέζοι οὔτε χειραψίας ἠξεύρουν οὔτε ὑποκλίσεις
οὔτε βγαλσίματα καπέλλων οὔτε βγαλσίματα χεριῶν. Χαιρετοῦν κατὰ τὸν μᾶλλον
πρακτικὸν καὶ λίαν ἁπλοῦν τρόπον. Ὅταν συναντῶνται εἰς τὸν δρόμον ἢ ὁπουδήποτε ἀλλοῦ
ὁ ἕνας ἐρωτᾷ τὸν ἄλλον:
-
Ἐφάγατε τὸ ρύζι σας;- Ἔφαγα τὸ ρύζι μου!».
Ὁ χρονογράφος θεωρεῖ τὸν
κινεζικὸν αὐτὸν διάλογον ἀπολύτως πλήρη, διότι «περικλείει ὄχι μόνον χαιρετισμόν, ἀλλὰ καὶ τὰς πληροφορίας, τὰς ὁποίας ἡμεῖς
τώρα ζητοῦμεν ἀπὸ τοὺς γνωστούς μας, ὁσάκις τοὺς χαιρετοῦμεν. Ἕνας ἄνθρωπος ποὺ
ἔφαγε τὸ ρύζι του, σημεῖον ὅτι εἶναι πολὺ καλὰ εἰς τὴν ὑγείαν του, δὲν
χρειάζεται νὰ ἐρωτηθῇ περισσότερον περὶ αὐτῆς»!
Δὲν μπορῶ ἀσφαλῶς, φίλε ἀναγνώστη, νὰ ὁρκισθῶ
γιὰ τὴν ἀλήθεια ἢ τὴν ἀκρίβεια τῆς δημοσιογραφικῆς αὐτῆς πληροφορίας περὶ τοῦ
τότε κινεζικοῦ χαιρετισμοῦ οὔτε προφανῶς γιὰ τὴν ἐπιβίωσή του μετὰ ἕναν αἰῶνα
πολιτικῶν, κοινωνικῶν καὶ οἰκονομικῶν μεταβολῶν. Ὅσα ὅμως φρικτὰ συμβαίνουν
σήμερα στὴν Παλαιστίνη καὶ ὅσα ἐπίσης φρικτὰ ἀδιαλείπτως ἀπὸ χρόνων ἀρχαιοτάτων
συνέβαιναν ἐκεῖ, αὐτὸς δηλαδὴ ὁ αἰωνίως ἐνδημῶν στὸν χῶρο τῆς Μ. Ἀνατολῆς ἀδιάρρηκτος
κύκλος τῆς βίας καὶ τοῦ αἵματος, εἶναι νομίζω βέβαιον ὅτι ἀπὸ αἰώνων ἔχουν καθιερώσειἕναν
τοπικὸ μονολεκτικὸ χαιρετισμὸ ποὺ ἐπισημαίνει τὸδιαρκῶς ἐκεῖ ζητούμενο καὶ οὐδέποτε
συναντώμενο περιπόθητο ἀγαθό. Εἶναι ὁ γνωστὸς χαιρετισμὸς «σαλὸμ»στὰ Ἑβραϊκὰ καὶ«σαλὰμ»
στὰ Ἀραβικὰ πού, μεταφρασμένος στὰ Ἑλληνικά, σημαίνει «τὸ γλυκὺ πρᾶγμα καὶ ὄνομα», δηλαδὴ τὴν εἰρήνη. Εἶναι ἡ λέξη ποὺ ἀπαντᾶται
περίπου ἑκατὸ φορὲς στὰ κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ τοποθετεῖται πολλάκις
στὸ στόμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ὡς χαιρετισμός, εὐχὴ καὶ εὐλογία: «Εἰρήνη ὑμῖν»!
Ὑποθέτω λοιπὸν ὅτι τὸ πιὸ γνωστὸ Γραφικὸκείμενο,
στὸ ὁποῖον ἡ λέξις εἰρήνη ἀπαντᾶται, εἶναι τὸ χωρίο β΄, 14 τοῦ Κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγελίου,
ὅπου «ἐξαίφνης πλῆθος στρατιᾶς οὐρανίου»
ψάλλει ἐνώπιον τῶν ἀγραυλούντων ποιμένων τὸ «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία».Ὁ
σύντομος αὐτὸς ὕμνος τοῦ ἀγγελικοῦ χοροῦ εἶναι πασίγνωστος, ἀφοῦ ἀποτελεῖκαὶ τὸ
προοίμιο τοῦ λειτουργικοῦ κειμένου, τὸ ὁποῖοστὴν ἐκκλησιαστικὴ γλῶσσα ὀνομάζεται
«Δοξολογία» καὶ ψάλλεται στὸ τέλος τῆς
ἀκολουθίας τοῦ Ὄρθρου, ἀλλὰ καὶ αὐτοτελῶς σὲ ἐπίσημους ἑορτασμούς, μὲ τὴν
συνοδεία συνήθως χαρμόσυνης κωδωνοκρουσίας. Εἶναι ἐπίσης ἐπίκαιρος ὁ ἀγγελικὸς ὕμνος
αὐτὲςτὶς ἡμέρες ποὺ ὅλοι οἱ χριστιανοὶ πανηγυρίζουμε τὴν ἐπέτειο τῆς σωτήριας εἰσόδου
τοῦ Θεοῦ στὴν αἱμοσταγῆ ἱστορία τοῦ ἀνθρώπινου γένους.
Εἶναι ἴσως φυσικό, φίλε ἀναγνώστη, τὸ μικρὸ αὐτὸ κείμενο, ὅπως κάθε τὶ ποὺ εἶναι ἀπὸ
τὰ πρῶτα χρόνια τοῦ βίου μας συνηθισμένο καὶ γνώριμο, νὰ θεωρῆται ἁπλὸ καὶ εὔληπτο,
ὅπως ἕνα παιδικὸ τραγουδάκι, ἀφοῦ μάλιστα κάποιες ἀπὸ τὶς λέξεις του τὶς
τραγουδήσαμε κάποτε,χτυπῶντας ἕνα τρίγωνο, τὶς παραμονὲς τῶν παιδικῶν μας
Χριστουγέννων.Καὶ ὅμως αὐτὸς ὁμόλις ἕνδεκα λέξεων στίχος ποὺ τραγουδήθηκε ἀπὸ ἀγγέλων
στρατιά, πρὶν ἀπὸ δυὸ χιλιάδες τόσα χρόνια στοὺς βοσκότοπους τῆς Βηθλεέμ, δὲν εἶναι
ἕνα εὔκολο κείμενο. Αὐτὸς εἶναι ὁ προφανὴς λόγος ποὺ κάποιοι ἀπὸ τοὺς μεταφραστὲς
τῶν Εὐαγγελίων ἀφήνουν τὸ συγκεκριμένο χωρίο ἀμετάφραστο, ἐνῶ στὶς μεταφράσεις ἢ
παραφράσεις τῶν ὑπολοίπων ὑπόκεινται προφανῶς καὶ διαφορετικὲς ἑρμηνεῖες.Ὄχι
λοιπόν ἀπὸ ἐπαγγελματικὴ διαστροφή, ἀλλ’ ἐπειδὴ γενικῶς εἶναι διδακτικὸ καὶ
χρήσιμο, θὰ ἐπισημάνω συνοπτικῶς τὶς
φυσικὲς μᾶλλον ἀσάφειες ποὺ ἔχει, ὡςπροφητικός, αὐτὸς ὁ ἀγγελικὸς ἄνωθεν λόγος
ποὺ ἀφορᾷ τὴν «ἐπὶ γῆς εἰρήνην».
Κατ’ ἀρχὴν οἱ παλαιοὶ μεγαλογράμματοι
κώδικες διχάζονται παραδίδοντας τἠν φράση μὲ δύο διαφορετικὲςγραφές ὡς πρὸς τὴν
λέξη «εὐδοκία». Μὲ τὴν πρώτη γραφή, τὴν
ὁποίαν ἔχει ἀποδεχθῆτὸ καθιερωμένο καὶ οἰκεῖο σ’ ἐμᾶς ἐκκλησιαστικὸ κείμενοτῆς
Κων/πόλεως, προκύπτει τὸ γνωστὸ «Δόξα ἐν ὑψίστοις
Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία». Μὲ τὴν δεύτερη γραφή, τὴν ὁποίαν
υἱοθετεῖ ἡ διεθνῶς καθιερωμένη κριτικὴ ἔκδοση τοῦ κειμένου τῆς Καινῆς Διαθήκης
(Nestle – Aland), ἡ μικρὴ αὐτὴ φράση τροποποιεῖται ὡς ἑξῆς:
«Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη ἐν
ἀνθρώποις εὐδοκίας». Βέβαια ὁ προσεκτικὸς ἀναγνώστης ἀντιλαμβάνεται ὅτι μὲ
τὴν μεταβολὴ τῆς πτώσεως τοῦ ὀνόματος «εὐδοκία»
καὶ τὴν σύχρονο ἀπάλειψη ἑνὸς κόμματος οἱ τρεῖς ἀρχικῶς προτάσεις περιορίζονται
σὲ δύο καὶ οἱ συνδέσεις μεταξὺ τῶν λέξεων ἀλλάζουν, μὲ ὅσα βέβαια, γιὰ τὸ νόημα,
αὐτὸ συνεπάγεται. Ἐκτὸς τούτου οἱ προτάσεις αὐτὲς εἶναι κατὰ τὸ ρῆμα, ἢ τὰ
ρήματα, ἐλλειπτικές, ὁπότε θὰ μποροῦσε νὰ ἐννοηθοῦν οἱ τύποι ἐστί, ἔσται, ἔστω, εἴη ἢ γέγονε. Τοῦτο
σημαίνει ὅτι ἡ φράση μπορεῖ νὰ ἐκληφθῇ ὡς ἁπλῆ ἀναγγελία ἢ πρόρρηση, ἀλλὰ καὶ ὡς
ἐπαγγελία, δηλαδὴ ὑπόσχεση, προτροπὴ ἢ εὐχή.
Ἐξαιτοῦμαι τὴν συγγνώμην τοῦ μὴ εἰδικοῦ ἀναγνώστη
γι’ αὐτὴν τὴν ἤδη ὀχληρή, μολονότι ὄχι πλήρως ἀναλυτική, τεχνολόγηση, ἀλλὰ
νομίζω πὼς ἦταν ἀπαραίτητη, προκειμένου νὰ σχολιασθῇ ἐν συνεχείᾳ ὁ χαιρετισμὸς
τῆς εἰρήνης,αὐτῆς πού, ὡς ὄντως ἐπίκαιροπάντοτε «πρᾶγμα καὶ ὄνομα», εἶχε τότε ἄνωθενἐξαγγελθῆ ἀκριβῶς εἰς τὸν τόπο, ὅπου
σήμερα καὶ σχεδὸν διηνεκῶς διεξάγεται πόλεμος!Ὁ ἀναγνώστης ἔχει βέβαια ἀντιληφθῆ
πόσον εἶναι δύσκολο νὰ μεταφραστοῦν κατὰ λέξιν, καὶ νὰ κατανοηθοῦν ἔτσι ἐπαρκῶς,
χωρὶς δηλαδὴ ἐνδελεχῆ προσπάθεια ἑρμηνείας, κάποια ἱερὰ κείμενα, ὅταν μάλιστα
γιὰ τὸν μὴ εἰδικόν, ὅπωςὁ γράφων, ἐπικρέμαται καὶ ὁ κίνδυνος τῆς ἀθελήτου αἱρέσεως.
Πάντως, γιὰ νὰ μὴν ἀφεθῇ ἐν προκειμένῳ ὁ ἀναγνώστης σὲ ἕναν ἀπόλυτον «ἀντίκτυπον τοῦ νοῦ», κατὰ τὸν
Παπαδιαμάντη, θὰ παραθέσω ἐδῶ μία ἀπὸ τὶς πολλές μεταφράσεις, τὴν ὁποίαν ἔχουν ἐπιμεληθῆ
ἕξι θεολόγοι καθηγητὲς τῶν Πανεπιστημίων Ἀθηνῶν καὶ Θεσσαλονίκης: «Δόξα στὸν ὕψιστο Θεὸ καὶ εἰρήνη στὴ γῆ, ἀγάπη
καὶ σωτηρία γιὰ τοὺς ἀνθρώπους (ἢ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀγαπάει ὁ Θεός)». Βέβαια
πάλιν ὁ προσεκτικὸς ἀναγνώστης θὰ παρατηρήσῃ ὅτι ἡ μετάφραση ἐπιχειρεῖ κάπως νὰ
ἀνταποκριθῇ καὶ στὶς δύο γραφὲς τῶν χειρογράφων, ἀλλ’ ἀφήνει κατ’ ἀνάγκην πολλὲς
ἀπορίες καὶ συγχρόνως διὰ τῆς παραλείψεως ἀποφεύγει γιὰ εὐνοήτους λόγους νὰ ἀποφανθῇ
περὶ τῆς ἐγκλίσεως καὶ τοῦ χρόνου τοῦ ἐννοουμένου ἢ τῶνἐννοουμένων ρημάτων,
δηλαδὴ γιὰ τὸ «ποιὸν ἐνεργείας»των.
Τὸν κίνδυνο βέβαια τῶν παρερμηνειῶν ἐνισχύει
καὶ ἡ παραγνώριση ἀπὸ τοὺς μὴ εἰδικοὺς τῆς διαχρονικῶς, ἀλλὰ καὶ συγχρονικῶς
πολυσημίας τῶν λέξεων, καὶ τοῦ ἰδιαίτερου νοήματος ποὺ αὐτὲς προσλαμβάνουν μὲ τὴν
ἔνταξή τους, ὅπως ἐδῶ, στὸ «περιβάλλον» ἑνὸς εὐρύτερου κειμένου. Ἐν προκειμένῳ
λοιπὸν στὴν συνήθη αὐτὴ παρεξήγηση ὀφείλεται ἡ γνωστὴ ἀπορία ποὺ ἰδιαιτέρως τὶς
ἡμέρες αὐτὲς ἀκούεται συχνά, στενακτικῶς ἢ καὶ εἰρωνικῶς, ἀπὸ τὰ στόματα πολλῶν:
- Μὰ ποῦ ἐπὶ τέλους εἶναι,
μετὰ εἴκοσι αἰῶνες πολέμων, αὐτὴ ἡ περιβόητη «ἐπὶ γῆς εἰρήνη»;
Τὴν ἀπόκριση λοιπὸν σ’ αὐτὸ
τὸ ἁπλὸ καὶκατ’ ἀρχὴν ἴσωςεὔλογο ἐρώτημα θὰ ἀντλήσουμε ἀπὸ ἕναν ἑρμηνευτικὸν
κανόνα, ὅπως τὸν διετύπωσε λακωνικὰ πρὸ δώδεκα περίπου αἰώνων ὁ Ἀλεξανδρινὸς Φιλόλογος
Ἀρίσταρχος ὁ Σαμόθραξ : «Ὅμηρον ἐξ Ὁμήρου
σαφηνίζειν», ποὺ σημαίνει ὅτι ἡ ἑρμηνεία τοῦ Ὁμηρικοῦ κειμένου πρέπει νὰ
στηρίζεται στὸ ἴδιο τὸ κείμενο. Ἂν ἑπομένως θελήσουμε νὰ ἑρμηνεύσουμε αὐθεντικὰ
τὴν εὐαγγελικὴ φράση «καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη»,
πρέπει νὰ προσφύγουμε στὸ σύνολο τῶν Γραφικῶν κειμένων.Ἐκεῖ ὅμως μᾶς περιμένει
μιὰ κατ’ ἀρχὴν ὀδυνηρὴ ἔκπληξη.Διότι ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς περιγράφοντας τὴν ταραχὴ
καὶ τὶς συγκρούσεις ποὺ τὸ κήρυγμά του θὰ προκαλοῦσε «ἐπὶ τῆς γῆς» ἐπρόφερε ἕναν συγκλονιστικὸ προφητικὸ λόγο: «Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπὶ τὴν
γῆν· οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην, ἀλλὰ μάχαιραν»! Τότε λοιπὸν εὐλόγως θὰ
διερωτηθῇ κανείς· τί εἶδους εἰρήνη εἶναι αὐτὴ ποὺ μὲ τόσες ἄνωθεν φωνὲς ἐξηγγέλθη
στοὺς λόφους τῆς Βηθλεέμ; Μήπως ματαίως ψάλλουμε τὶς ἡμέρες αὐτὲς μετὰ Κοσμᾶ τοῦ
μελῳδοῦ, τὸν γλυκύτατον ὕμνο
«Θεὸς ὢν εἰρήνης, πατὴρ οἰκτιρμῶν,
τῆς μεγάλης βουλῆς σου τὸν Ἄγγελον
εἰρήνην παρεχόμενον ἀπέστειλας ἡμῖν...»;
Τί εἴδους εἰρήνη εἶναι αὐτὴ
ποὺ ἔχει ἤδη ἀποσταλῆ ἄνωθεν καὶ ἑπομένως εὑρίσκεται πάντοτε μεταξύ μας; Ἡ ἀπάντηση
εὑρίσκεται πάλι στὰ Κυριακὰ λόγια τοῦ ἱεροῦ
κειμένου: «Εἰρήνην ἀφίημι ὑμῖν, εἰρήνην τὴν
ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν· οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσιν, ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν». Καὶ πάλιν :
«ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα ἐν ἐμοὶ εἰρήνην ἔχητε.
ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». ¨Η εἰρήνη
λοιπὸν αὐτὴ δὲν εἶναι ἐκείνη ποὺ ἀποκαλεῖ εἰρήνην ὁ «κόσμος», δηλαδὴ ἡ ἔνοπλος εἰρήνη, τὸ μεσοδιάστημα μεταξὺ δύο
πολέμων, ὁ «μὴ πόλεμος»! Αὐτὴ καὶ κατὰ τὸν Πλάτωνα εἶναι μία κενὴ λέξη,
πράγματι δὲ ἕνας ἐκ φύσεως διαρκὴς ἀκήρυκτος πόλεμος ὅλων ἐναντίον ὅλων : «ἥν γὰρ καλοῦσιν οἱ πλεῖστοι τῶν ἀνθρώπων εἰρήνην,
τοῦτ’ εἶναι μόνον ὄνομα, τῷ δ’ ἔργῳ πάσαις πρὸς πάσας τὰς πόλεις ἀεὶ πόλεμον ἀκήρυκτον
κατὰ φύσιν εἶναι»! Εἶναι (Θεσσ. 5, 3)μιὰ πρόσκαιρη ἀπατηλὴ ἠρεμία· «ὅταν γὰρ λέγωσιν εἰρήνη καὶ ἀσφάλεια, τότε αἰφνίδιος
αὐτοῖς ἐφίσταται ὄλεθρος».
Ἡ πραγματικὴ ἑπομένως εἰρήνη
εἶναι μιὰ ἐσωτερικὴ κατάσταση γαλήνης, ἐμπιστοσύνης καὶ καταλλαγῆς μὲ τὸν Θεό,
ποὺ διατηρεῖται ἀκόμη καὶ ἐν ἡμέραις θλίψεως,ὅτανδίπλα μας ἐπικρατεῖ φόβος καὶ
ταραχή.Εἶναι γι’ αὐτὸ μιὰ εἰρήνη «πάντα
νοῦν ὑπερέχουσα», ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ νὰ κατανοηθῇ μὲ τὶς ἀνθρώπινες
πνευματικὲς δυνάμεις, ἀφοῦ τὴν ὥρα ποὺ τὴν ἐξήγγελλε ὁ ἀγγελικὸς χορός, αὐτὴ εἶχε
ἤδη ὡς βρέφος ἀνακλιθῇ «ἐπὶ γῆς», ἐκεῖ
πλησίον, σὲ μιὰ φάτνη!
Ἡ διάκριση ὅμως τῆς εἰρήνης αὐτῆς ἀπὸ ἐκείνην
τοῦ «κόσμου» ἐξηγεῖ πλέον ἐπαρκῶς τὶς
διατυπώσεις «ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» ἢ
«ἐν ἀνθρώποις εὐδοκίας». Διότι εὐδοκία
εἶναι ἡ συνοδεύουσα τὴν γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἀγαθὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους
προαίρεσις, εὔνοια καὶ χάρις. Αὐτοὶ βέβαια ποὺ ἐλευθέρως θὰ τὴν ἀποδεχθοῦν εἶναι
οἱ ἄνθρωποι τῆς εὐδοκίας καὶ τῆς εἰρήνης, οἱ εἰρηνεύοντες καὶ εἰρηνοποιοί, ἀφοῦ
ἐντὸς αὐτῶν κατασκηνώνει ἡ ἐξαγγελθεῖσα «ἐπὶ
τῆς γῆς εἰρήνη». Ἀντιθέτως ὑπὸ τὴν λέξιν «κόσμος» ἐννοεῖται μιὰ κοινωνία ἀνθρώπων ποὺ δὲν ἀποδέχονταιτὴν «χάριν» καὶ ἑπομένως τὴν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ.
Αὐτοί, προσκολλημένοι στὴν ματαιότητα τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, ζοῦν ἀνειρήνευτον βίον
καὶ προφανῶς εἶναι κάποτε γι’ αὐτὸ καὶ «πολέμου
ἐπιθυμηταί». Διότι, κατὰ τὸν Πλούταρχο, ὅλεςοἱ πόλεμικὲς συρράξεις γεννῶνται
ἀπὸ κάποιο εἶδος κακίας : «Οὐδεὶς φύεται ἀνθρώποις
πόλεμος ἄνευ κακίας, ἀλλὰ τὸν μὲν φιληδονία, τὸν δὲ πλεονεξία, τὸν δὲ φιλοδοξία
τις ἢ φιλαρχία συρρήγνυσιν».
Εἶναι ἑπομένως προφανὲς ὅτι καὶ ἡ κατὰ
κόσμον ἐξωτερικὴ εἰρήνη, γιὰ νὰ εἶναι σταθερὴ καὶ ἀδιατάρακτη,προϋποθέτειτὴν ἀποδοχὴ
τῆς «ἄνωθεν εἰρήνης» καὶ παιδαγωγίας,
δηλαδὴ τὸν ἀρίφνητο πλοῦτο τῶν ἀρετῶν, μὲ τὶς ὁποῖες ἐκείνη προικοδοτεῖ τοὺς ἀνθρώπουςτῆς
«εὐδοκίας». Βεβαίως εὐλόγως κανεὶς θὰ
σκεφθῇ πὼς εἶναι τελείως ἀπίθανο νὰ τιθασευθῇ ἡ διαχρονικῶς ἀχειραγώγητη
κερδοσκοπικὴ μανία τῶν «ἐμπόρων τῶν ἐθνῶν»
ποὺ ἔχει καταντήσει τὸ αἷμα φθηνότερο ὑγρὸ ἀπ’ τὸ πετρέλαιο. Νομίζω ὅμως ὅτι αὐτὴ
ἡ Χριστουγεννιάτικη ἐξ οὐρανοῦ ἀγγελία δείχνει νὰ εἶναι μιὰ ἀτομικὴ περισσότερο
πρόσκληση, ὅπως ἕνα χέρι ποὺ ἁπλώνεται γιὰ νὰ συναντήσῃ ἕνα ἄλλο σὲ χαιρετισμό ἀγάπης.
Τὴν κίνηση αὐτὴ σχηματοποιεῖὁ γλυκὺς τῶν Χριστουγέννων μελῳδὸς:
«Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε·
Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε·
Χριστὸς
ἐπὶ γῆς, ὑψώθητε...»
Ἡ ἐλεύθερη ἀποδοχὴ λοιπὸν
αὐτῆς τῆς εὐδοκίας τοῦ Θεοῦ, σημαίνει τὴν ἀρχὴ τῆς θεώσεως ποὺ ἀπαιτεῖ τὴν
κάθοδο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴν ἑκούσιαν ἄνοδο τοῦ ἀνθρώπου.Σ’ αὐτὸν ἑπομένως τὸν
«ἄνθρωπο τῆς εὐδοκίας» ἐγκατοικεῖ ἡ «ἐπὶ γῆς εἰρήνη»καὶ εἶναι εἰρηνικός, ἀκόμη
καὶ «μετὰ τῶν μισούντων τὴν εἰρήνην»,
κατὰ τὸν Ψαλμικὸ στίχο.
Φίλε ἀναγνώστη, μετὰ ἀπ’ ὅλην αὐτὴν τὴν ὄχι
πολὺ σχολαστική,ἐλπίζω, ἀνάλυση τοῦ ἀγγελικοῦ μηνύματος εὔχομαι θερμῶς «Καλά (δηλαδὴ εἰρηνικά) Χριστούγεννα» καὶ «εὐλογημένο (δηλαδὴἐπίσης εἰρηνικό) τὸ νέον ἔτος».Salom!
Ἐδημοσιεύθη τὴν 21η
Δεκεμβρίου 2023 στὴν τοπικὴ ἑβδομαδιαία ἐφημερίδα «Αἰγάλεω, ἡ Πόλη μας»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου