Καλλιόπη Οικονόμου
Ειδική Παιδαγωγός-Κέντρο Παιδοψυχικής Υγιεινής Αθήνας
Μsc Ειδικής Παιδαγωγικής Ψυχολογίας- Kaloikon60@yahoo.com
M:694 2063 209
Περίληψη
Οι
νέες οικονομικές, κοινωνικές και επιστημονικές εξελίξεις που σημειώνονται διεθνώς και οι αξίες που συνακόλουθα
αναδύονται την τελευταία δεκαετία
του 20ου αιώνα και αρχές
21ου, την εποχή της 4ης βιομηχανικής
επανάστασης ή την εποχή της μετανεωτερικότητας (από κοινωνιολογική προσέγγιση),
απαιτούν από το σύγχρονο άνθρωπο να διαμορφώσει τον κόσμο του σε μία σύνθετη
και πολυσχιδή πολιτική, κοινωνική, οικονομική, πολιτιστική πραγματικότητα. Ο
«Ορθός Λόγος» η ανάπτυξη και η πρόοδος των επιστημών, που ήταν κυρίαρχες αξίες
την εποχή της νεωτερικότητας, των προηγούμενων βιομηχανικών επαναστάσεων,
κλονίζονται. Κυριαρχούν η «αποτελεσματικότητα», η «παραγωγικότητα», ο «ανταγωνισμός», το «εφήμερο», ο κόσμος του ηδονισμού του
«φαίνεσθαι», η κοινωνία μετατρέπεται από παραγωγική σε καταναλωτική και
σηματοδοτούνται αλλαγές στο άτομο, στην οικογένεια. Ο άνθρωπος, υπό την επήρεια
αυτών των συνθηκών και των αντιλήψεων, καλείται να επαναπροσδιορίσει την ύπαρξη
του, να την επα-νανοηματοδοτήσει ενσωματώνοντας το «παλιό» με το «καινούργιο»,
προς μία κοινωνική και ηθική συλλογικότητα που θα είναι προς όφελός του.
«Αναζητώντας νέες σταθερές σε έναν
αβέβαιο κόσμο»
«Τα
πάντα ρει»
Ποτέ
άλλοτε η ρήση αυτού του μεγάλου προσωκρατικού φιλόσοφου της υλιστικής περιόδου
της φιλοσοφίας δεν ήταν τόσο επίκαιρη όσο σήμερα.
Ο
σύγχρονος άνθρωπος στη σημερινή εποχή, της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης,
καλείται σύμφωνα με τις νέες οικονομικές, κοινωνικές, επιστημονικές εξελίξεις,
της μετανεωτερικής εποχής, να διαμορφώσει τον κόσμο του σε μία σύνθετη και πολύπλευρη
πολιτική, κοινωνική, οικονομική, πολιτιστική πραγματικότητα.
Ποια
είναι όμως αυτή η εποχή της μετανεωτερικότητας ή της τέταρτης βιομηχανικής
επανάστασης; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της;
Ορισμένα ιστορικά στοιχεία.
Η 1η
βιομηχανική επανάσταση τοποθετείται χρονολογικά στα τέλη του 18ου αιώνα. Είναι
η εποχή που αρχίζει η πρώτη μηχανοποίηση της παραγωγής αγαθών, χρησιμοποιώντας
για την εκείνη εποχή, ενέργεια από τον ατμό.
Η
2η Βιομηχανική επανάσταση τοποθετείται στα τέλη του 19ου αιώνα (1870). Η εφεύρεση
του ηλεκτρικού ρεύματος και οι μηχανές εσωτερικής καύσης θα δώσουν τεράστια
ώθηση στη βιομηχανική παραγωγή. Η οικονομία και η κοινωνία μετατρέπεται από
όψιμη αγροτική οικονομία σε πρώιμη βιομηχανική, δημιουργώντας παράλληλα εκατομμύρια
ανέργους παγκοσμίως και μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμού, κυρίως προς τα μεγάλα
αστικά κέντρα. Αλλάζουν οι μορφές κοινωνικής οργάνωσης. Η εκτεταμένη μορφή
οικογένειας παραχωρεί τη θέση της στην πυρηνική οικογένεια.
Η 3η Βιομηχανική επανάσταση που τοποθετείται προς τα τέλη
του 20ου αιώνα σηματοδοτείται με τη χρήση
της πληροφορικής, των ηλεκτρονικών υπολογιστών, ηλεκτρονικών κυκλωμάτων, λογισμικών που σταδιακά
γίνονται ψηφιακά,
εισβάλοντας δυναμικά σε κάθε παραγωγική διαδικασία και επιταχύνοντας ακόμη
περισσότερο τον αυτοματισμό της μαζικής παραγωγής αγαθών.
Η 4η Βιομηχανική επανάσταση λαμβάνει χώρα την τελευταία
δεκαετία του 20ου αιώνα και στις αρχές του 21ου αιώνα με κύριο
χαρακτηριστικό την εμφάνιση της «τεχνητής
νοημοσύνης» και της εξελιγμένης
ρομποτικής. Αυτές οι νέες τεχνολογίες που μπήκαν στη ζωή μας μόλις τα τελευταία
χρόνια, θα αλλάξουν
ριζικά την ανθρωπότητα. Ένας καινούργιος κόσμος έρχεται σε ελάχιστες δεκαετίες.
Ο κόσμος αυτός από κοινωνιολογική προσέγγιση είναι ο κόσμος της
μετανεωτερικότητας (από κοινωνιολογική προσέγγιση).
Για
να μιλήσουμε όμως τη μετανεωτερικότητα θα πρέπει να την παραθέσουμε σε αντιδιαστολή με τη νεωτερικότητα.
Η
νεωτερικότητα, ως τρόπος κατανόηση και ερμηνείας του κόσμου, ιστορικά ανάγεται
στον Διαφωτισμό και σηματοδοτεί το πέρασμα από τον Μεσαίωνα σε μια νέα εποχή.
Συνδέεται με τη Βιομηχανική επανάσταση
και την οργάνωση της κοινωνικής ζωής στη βάση της αναγνώρισης των
ατομικών δικαιωμάτων, της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Στην εποχή αυτή
προβάλλει το ιδανικό ενός νέου Ανθρώπου που αξιοποιεί τον Ορθό Λόγο, δηλαδή τη
στέρεα επιστημονική γνώση, τις στέρεες αλήθειες. Θα τον βοηθήσει να απελευθερωθεί
από μεταφυσικούς φόβους, παραλογισμούς μύθου,
προλήψεις. Θα του επιτρέψει να ανακαλύψει την αντικειμενική αλήθεια, η
οποία θα τον βοηθήσει να ελέγξει και να κυριαρχήσει στη φύση και στην κοινωνία, να πάρει στα χέρια του τη μοίρα του και να
βελτιώσει τον κόσμο του, να δώσει μια πιο ανθρωποκεντρική προοπτική στη ζωή του.
Ταυτόχρονα δημιουργούνται οι
προϋποθέσεις για ραγδαία ανάπτυξη και υπάρχει ταυτόχρονα η αίσθηση της συνεχούς
προόδου του κυρίαρχου πλέον ανθρώπου, που του παρέχει μία αίσθηση
παντοδυναμίας, αφού μπορεί να προβλέψει και να ελέγξει.
Σε
κοινωνικό, πολιτικό επίπεδο αναπτύσσεται το έθνος-κράτος που αντικαθιστά το
παλιό φεουδαρχικό σύστημα οργάνωσης της κοινωνίας.
Ωστόσο
ο εξορθολογισμός αυτός της γνώσης, η
ανάπτυξη και η πρόοδος των επιστημών που είχε σαν σκοπό την απελευθέρωση, τη
χειραφέτηση και την ενηλικίωση του ανθρώπου, διευκόλυνε τη ζωή του αλλά δεν δημιούργησε ώριμους ενήλικες, καθώς
ταυτίσθηκε με τις επιλογές του κυρίαρχου συστήματος παραγωγής (Φουκώ, 1988). Η
εκπαίδευση σχετίσθηκε με τις ανάγκες της αγοράς, τη χρηστική αποδοτικότητα, την
εργαλειακή λογική και τις επιταγές της οικονομικής ανάπτυξης σε μία ταχέως
αναπτυσσόμενη βιομηχανικο-τεχνολογική κοινωνία. Η τεχνολογική ορθολογικότητα
εξέπεσε σε ορθολογικότητα της κυριαρχίας (Adorno & Horkheimer, 1986). Το τρίπτυχο
γνώση-επιστήμη-πρόοδος κλονίζεται. Αλλοιώνεται το όραμα της απελευθέρωσης του ανθρώπου και
αναδύονται αξίες, όπως η αποδοτικότητα ως ταυτόσημη της ευημερίας, η
ομοιομορφία ως ταυτόσημη της ισότητας και η ανταγωνιστικότητα ως ταυτόσημη της
ατομικής εξέλιξης. Εξασθενεί η πίστη στη μία και μοναδική αλήθεια της
επιστήμης. Η γνώση μετατρέπεται σε σύνολο μετρήσιμων δεξιοτήτων και τεχνικών,
χωρίς νόημα (Τσάφος, 2014).
Η
εποχή της μετανεωτερικότητας που συμπίπτει χρονολογικά με την 4η
Βιομηχανική επανάσταση κάνει την εμφάνισή της. Είναι παρούσα και μας φέρνει
πολλά. Κύριο χαρακτηριστικό της η αμφισβήτηση της πίστης στον ορθό λόγο, την
πρόοδο, τη βεβαιότητα.
Οι
διεργασίες που επιτελούνται, είναι
πολύπλευρες και εναγώνιες, καθώς οι απόλυτες αλήθειες είναι πλέον μία σχετική
υπόθεση. Υπάρχει δυσπιστία απέναντι στα
«μεγάλα αφηγήματα», δηλαδή στις παγκόσμιες αλήθειες (Lyotard, 1979). Τα αυτονόητα δεν θεωρούνται
αυτονόητα.
Το
κοινωνικό αυτό τοπίο της ρευστής, ταχύρρυθμης και πολυδιάστατης αυτής πορείας
προς τη μετανεωτερικότητας, διαγράφει μία πολυφωνική και γεμάτη αναιρέσεις
πραγματικότητα. Υπάρχουν πολλές φωνές, πολλές απόψεις. Το έμφυλο υποκείμενο
υπαρξιακά, κατακερματίζεται. Αισθάνεται ότι έχει πολλές ταυτότητες τις οποίες
αδυνατεί να συμφιλιώσει. Τίποτε
δεν είναι πραγματικά απαγορευμένο και
τίποτε δεν είναι πραγματικά
εφικτό. Η αίσθηση του χώρου-τόπου και χρόνου αλλάζει. Αναπτύσσεται η αίσθηση της
ατοπικότητας, η ομογενοποιημένη μαζική κουλτούρα (λόγω παγκοσμιότητας). Δίνεται
έμφαση στην επιφάνεια, το εύκολο, το εφήμερο ( Καστοριάδης, 2000, Giddens, 2014). Το νέο, πολλά υποσχόμενο,
τεχνολογικό παρόν διαγράφεται δύσκολο
και δεν εγγυάται την αποσαφήνιση της πορείας αυτής.
Η
εποχή αυτή συνδέεται, ως προς την οικονομική της θεώρηση, την μετατροπή της
κοινωνίας από παραγωγική σε καταναλωτική, τον περιορισμό της εθνικής κυριαρχίας
και με ευέλικτους τρόπους συσσώρευσης κεφαλαίου.
Ως
προς την κοινωνική της συνδέεται με την παγκοσμιοποίηση της κουλτούρας και με
αλλαγές στις κοινωνικές σχέσεις. Η οικογένεια, το άτομο, οι κοινωνικές σχέσεις
αλλάζουν. Η πυρηνική οικογένεια σε αυτή τη μεταβιομηχανική εποχή κυριαρχεί αλλά
όχι μόνο. Εμφανίζεται η αμήχανη αμφισβήτηση των έμφυλων ταυτοτήτων και
διαφορετικοί τρόποι γονεϊκότητας, σεξουαλικότητας και οικογενειακής κατάστασης
θα έρθουν στην επιφάνεια και θα υπάρχει αναγκαιότητα να επεξεργασθούν. Όπως
επίσης και οι επιδιώξεις για ισότητα και αυτονομία. Η παλαιά τάξη πραγμάτων
παραχωρεί τη θέση της σε μια νέα τάξη που θα μπορούσαμε να την αποκαλέσουμε
“μετα-πατριαρχική”,(θεωρούμενη από φεμινιστική προσέγγιση). Ο παλαιός Νόμος του
Πατέρα, που θα έθετε τους Νόμους, την
Τάξη και ενοποιούσε, έχει απορυθμιστεί. Έχουμε μετακινηθεί από μια κοινωνία που
βασιζόταν στον Νόμο σε μια κοινωνία των κανόνων - ο Ζακ Λακάν και ο Μισέλ Φουκώ
συμφωνούν σε αυτή την παρατήρηση. Τα
παραδοσιακά συστήματα αξιών δεν λειτουργούν πλέον, είτε πρόκειται για την ηθική
είτε για τις σχέσεις κοινωνικού φύλου που μέχρι πρότινος μεταβιβάζονταν από το
πατριαρχικό σύστημα.
Παράλληλα,
συνοδεύεται με την εκρηκτική ανάπτυξη της τεχνολογίας και ιδιαίτερα με τις
δυνατότητες παραγωγής και διάδοσης της πληροφορίας, πέρα από κάθε περιορισμό
εθνικών συνόρων και χρονικών διαμεσολαβήσεων (Ασημάκη, Κουστουράκης &
Καμαριανός, 2011).
Η
εκπαίδευση τείνει να χάσει τον παλιό κλασικό, μορφωτικό-παιδαγωγικό της
χαρακτήρα, όπως αυτός διαμορφώθηκε όλη την προηγούμενη περίοδο, της νεωτερικής
εποχής, κατά την κυριαρχία του αστικού ιδεώδους και του κινήματος του
Διαφωτισμού, όπου κυρίαρχη θέση στην παραγωγή της αληθινής γνώσης και την
προώθηση της προόδου κατέχει η επιστήμη, που συνδέεται με τις διαδικασίες του
εξορθολογισμού και της αντικειμενικότητας. Οι αντιλήψεις αυτές της
νεωτερικότητας εκφράσθηκαν μέσω της σχολικής εκπαίδευσης, (καθώς το σχολείο
αποτελεί έκφραση συλλογικής βούλησης για μετάδοση, γνώσεων, ικανοτήτων και
στάσεων), η οποία ανέλαβε να πραγματοποιήσει το νεωτερικό όραμα, διασφαλίζοντας την ισότητα, μόρφωση
για όλους, (δημόσιο μαζικό σχολείο), τον σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων και
ελευθεριών, την ευημερία, την καλλιέργεια του δημοκρατικού ήθους και την
κοινωνική κινητικότητα.
Η
αξία της σημασίας της εγκύκλιας ή βασικής μόρφωσης μειώνεται, η πληροφορία δεν
μετατρέπεται σε γνώση στέρεη και θεμελιωμένη αλλά σε αποσπασματική κατάρτιση,
σε πληροφορία, σε ένα όλο πιο ρευστό και ανταγωνιστικό διεθνές
περιβάλλον. Κατακλυζόμαστε από
πληροφορίες ασυστηματοποίητες, που προκαλούν σύγχυση. Ο κατακερματισμός των
γνωστικών αντικειμένων δεν είναι απλώς το αποτέλεσμα της επιστημονικής εξέλιξης
και της συσσώρευσης γνώσεων, η οποία συνέβη στο πέρασμα των χρόνων, αλλά
αποτέλεσμα του γεγονότος, ότι η επιστήμη την εποχή της μετανεωτερικότητας
αξιώνει όλο και λιγότερο την ερμηνεία των γεγονότων και των δεδομένων, μέσα από
ολοκληρωμένα συστήματα λογικά διατυπωμένων προτάσεων.
Η
προσπάθεια προσαρμογής των εκπαιδευτικών συστημάτων στις επιταγές της
οικονομίας και της αγοράς, έχει σαν αποτέλεσμα την ταύτιση της γνώσης με μια εργαλειακή προσέγγιση
δεξιοτήτων και απίθανων εξειδικεύσεων, οι οποίες στοχεύουν στην παραγωγική
διαδικασία. Έμφαση δίδεται στην εκπαίδευση εκείνη, που θα εξυπηρετεί κυρίως
οικονομοκεντρικούς και ατομικούς στόχους. Η γνώση παύει να ορίζεται με κριτήριο την ανθρωπιστική της
αξία και τη σημασία της για την καλλιέργεια του νου και της ψυχής του ανθρώπου,
αλλά με βάση την χρησιμοθηρική και ωφελιμιστική της διάσταση. Κυριαρχούν η
«αποτελεσματικότητα», η «παραγωγικότητα», ο
«ανταγωνισμός» ο «φιλελεύθερος
ατομικισμός» το «εφήμερο». Αυτού του είδους οι αντιλήψεις για τη γνώση, δεν
προϋποθέτουν ούτε και επιδιώκουν τη συγκρότηση συνολικών απόψεων, θεωριών
και συστημάτων σκέψης, αλλά επιτείνουν τη σύγχυση και τον αγνωστικισμό.
Περιορίζουν τις δυνατότητες συγκρότησης συλλογικών κοινωνικών υποκειμένων
και κοινωνικών στόχων, διάκρισης σημαντικού
από ασήμαντο, πρωτεύοντος από δευτερεύον, αίτιου αποτελέσματος. Συντελούν στη δημιουργία
ημιμαθών ατόμων (Adorno,
2000), που είναι απηλαγμένα από συλλογικές αξίες δεσμεύσεις και προτάγματα,
ανήμπορων να προσεγγίσουν κριτικά και δημιουργικά το συλλογικό τους παρελθόν
και να νοηματοδοτήσουν το σύγχρονο κόσμο, ώστε να σχεδιάσουν ως ενεργά
υποκείμενα ένα καλύτερο μέλλον. Όλα θεωρούνται ισότιμα, ισάξια και ανταλλάξιμα.
Η
κυριαρχία μιας τέτοιας τεχνικής, απαλλαγμένης από ηθικά και αξιακά βαρίδια άλλων εποχών, έχει
σαν στόχο τη μαζική παραγωγή υλικών και καταναλωτικών αγαθών, ενώ
ταυτόχρονα το άτομο μετατρέπεται σε αισθησιοσυλλεκτικό καταναλωτή, προκειμένου
να καταναλώσει ένα πλήθος προϊόντων και υπηρεσιών, τα οποία παράγονται αδιάκοπα
χάρη στις πρωτοφανείς δυνατότητες της
τεχνολογίας (Bauman,
2002). O καταναλωτισμός δεν
έχει σχέση με την επιθυμία να κατέχουμε όλο και περισσότερα αντικείμενα, αλλά
με τη σαγήνη και την έξαψη που μας προκαλεί το ενδεχόμενο μίας νέας πρωτόγνωρης
αίσθησης.
Το πέρασμα από την κυριαρχία της παραγωγής
στην κυριαρχία της κατανάλωσης, μετατρέπει τον ανθρώπου σε συλλέκτη εμπειριών,
που διεγείρουν τις αισθήσεις του. Οι καταναλωτές είναι συλλέκτες αισθήσεων,
αυτού που ο Λακάν ονόμασε υπεραπόλαυση, plus-de-jouir. Ενός «ηδονισμού»,
όμως, που κυρίως κατευθύνεται από τη μαζική κατανάλωση, ενώ φαντάζει στο μυαλό
του καθενός που συμμετέχει ως «αυθεντική και απολύτως προσωπική επιλογή», η
οποία οδηγεί στην «αυθεντική» αυτοπραγμάτωση του «αυθεντικού» Εγώ. Να έχεις ή
να είσαι ο Fromm
μας έθεσε το ερώτημα. «Ο
κόσμος του ηδονισμού είναι ο κόσμος της μόδας, της διαφήμισης, της τηλεόρασης, της
εικόνας, του «φαίνεσθαι». Είναι ένας κόσμος προσποίησης όπου κανείς ζει για το
προσδοκώμενο, για ό,τι θα έλθει μάλλον παρά για ό,τι υπάρχει. Και θα πρέπει να έλθει χωρίς προσπάθεια,
εύκολα και γρήγορα». Οι στρατηγικές της ζωής των ανθρώπων δεν αφορούν πια
κάποιο μακροπρόθεσμο σκοπό αλλά τη συλλογή όσο περισσότερων ατομικών εμπειριών
γίνεται (Βaudrillard,
1994) .
Πολλοί
φιλόσοφοι, στοχαστές και ερευνητές, όπως ο Γιούργκεν Χάμπερμας, θεωρούν ότι, οι
μεταμοντέρνες ή μετανεωτερικές ριζοσπαστικές κριτικές και προσεγγίσεις του
Ορθού Λόγου ενέχουν αδυναμίες. Αναγνωρίζουν την ύπαρξη πολλών αφηγήσεων στο
σημερινό κόσμο, όμως παράλληλα υποστηρίζουν ότι τα προτάγματα της
Νεωτερικότητας, (ανάπτυξη αντικειμενικής επιστήμης, οικουμενικής ηθικής,
δικαίου και τέχνης), σηματοδότησαν την
πρόοδο του ανθρώπου και έχουν ακόμη μακρά πορεία. Προτείνουν τη διατήρηση τους
και τη διδαχή από τα λάθη, καθώς η καθολικότητα και αντικειμενικότητα της
γνώσης, μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο σε δίκαιους θεσμούς και στην ευτυχία (Habermas, 1993).
Ο άνθρωπος, υπό την επήρεια των αντιλήψεων
αυτών, καλείται να επαναπροσδιορίσει την ύπαρξη του, να συνδέσει τις ποικίλες
αυτές διαφορετικές πληροφορίες και
γνώσεις, να αναστοχασθεί το ταξίδι αυτό της δράσης του και να την
νοηματοδοτήσει, λαμβάνοντας υπόψη του, τη σύνθετη αυτή κοινωνικοοικονομική
πραγματικότητα. Από τον ατομισμό και την τεχνοκρατική διαδικαστική αντίληψη στη
διάδραση, τη συλλογική προσπάθεια, τον αναστοχασμό και σύνθεση των θεωρήσεων,
όχι τεχνοκρατικά, διεκπεραιωτικά, αλλά με σεβασμό στη γνωστική, συναισθηματική
και κοινωνικοοικονομική κατάσταση του «Άλλου». Η κατανόηση και γνώση,
προϋποθέτει γνώση της δικής μας προσωπικής βιογραφίας και όλων εκείνων των
στοιχείων που διαμορφώνουν τις σκέψεις
μας και τις στάσεις μας απέναντι στη ζωή,
την αυτοαντίληψη των διακινούμενων συναισθημάτων μας αλλά και την
ικανότητα ενσυναίσθησης του άλλου ανθρώπου, του συνανθρώπου.
Επίσης,
απαιτείται να κατανοήσει τις διαδικασίες, που συντελούνται και να στοχασθεί ένα
λειτουργικότερο, αποτελεσματικότερο τρόπο παραγωγής, διακίνησης, ταξινόμησης
και μετάδοσης της γνώσης ενσωματώνοντας το «παλιό» με το «καινούργιο», αξιοποιώντας τις ατομοκεντρικές
θεωρήσεις του μεταμοντέρνου (Συριοπούλου-Δελλή, 2003) και να τις συνδυάσει προς
μία κοινωνική και ηθική συλλογικότητα προς όφελος του.
Παρατίθενται
απόψεις από συνέντευξη του Οκτάβιο Πας, Μεξικάνου ποιητή και διπλωμάτη
βραβευμένου το 1990, με Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Είναι η τεχνολογία απειλή για τον
άνθρωπο;
Η
μόνη απειλή του ανθρώπου είναι ο ίδιος ο άνθρωπος. Η τεχνολογία ως τεχνολογία
δεν μπορεί να κάνει κακό. Κακό κάνει ο ίδιος ο άνθρωπος όταν τη χρησιμοποιεί
εναντίον του».
Όμως υπάρχει μεγάλη διαφορετικότητα στην
εποχή μας. Πως μπορούμε να συνυπάρξουμε;
Οι
κοινωνίες είναι πιο ευτυχείς, πιο δημιουργικές, όταν η διαφορετικότητα ανθεί.
Αρκεί να μπορούν να χρησιμοποιούν δημιουργικά τη διαφορετικότητα. Πράγμα
ομολογουμένως δύσκολο αλλά όχι ανέφικτο.
Με τι προχωρούμε; «Με τη συνεχή κριτική και έχοντας ένα
σκοπό, δίνοντας νόημα στη ζωή μας.
Υπάρχει ελπίδα; «Όσο υπάρχουν άτομα που αγαπούν,
ελπίζουν, συμπονούν, υπάρχει ελπίδα». Μας λέει ο Αργύρης Χιόνης, ένας από τους
πιο σημαντικούς ποιητές της νεώτερης Ελλάδας, της πατρίδα μας.
«Μαζί
είμαστε ποιο πολλοί και από εμάς τους ίδιους», συμπληρώνει ο Νίκος Κάλας.
Βιβλιογραφία:
Adorno,
Τ. (2000). Η Θεωρία της ημιμόρφωσης. Εκδόσεις: Αλεξάνδρεια. Αθήνα.
Ασημάκη,
Α., Κουστουράκης, Γ. & Καμαριανός, Ι. (2011). Οι έννοιες της
νεωτερικότητας και της μετανεωτερικότητας και η σχέση τους με τη γνώση: Μια
κοινωνιολογική προσέγγιση. ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ. Τόμος ΙΕ, τεύχος
60
Baudrillard, J. (1994). Simulacra
and simulation. University of Michigan Press.
Baudrillard, J. (2000). Η καταναλωτική κοινωνία. Εκδόσεις: Πλέθρον. Αθήνα.
Bauman,
Ζ. (2002). Η μετανεωτερικότητα και τα δεινά της. Εκδόσεις: Ψυχογιός. Αθήνα.
Εαgleton, Τ. (2000). Oι αυταπάτες της νεωτερικότητας. Εκδόσεις:
Καστανιώτη. Αθήνα.
Foucault, M. (1988). Tι είναι ο
Διαφωτισμός. Εκδόσεις: Έρασμος. Αθήνα.
Giddens,
Α. (2014). Οι συνέπειες της μετανεωτερικότητας. Εκδόσεις: Κριτική. Αθήνα
Habermas,
J. (1993).
Φιλοσοφικός λόγος της νεωτερικότητας. Εκδόσεις: Αλεξάνδρεια. Αθήνα.
Harvey,
D. (2007). H κατάσταση της μετανεωτερικότητας.
Εκδόσεις: Μεταίχμιο. Αθήνα.
Horkheimer,
Μ. & Adorno, Τ. (1986). Η Διαλεκτική του
Διαφωτισμού. Εκδόσεις: Ύψιλον. Αθήνα.
Jameson,
F. (1999). To μεταμοντέρνο ή η πολιτισμική αλλαγή του
ύστερου καπιταλισμού. Εκδόσεις: Νεφέλη. Αθήνα.
Καστοριάδης,
Κ. (2000). Η Άνοδος της
Ασημαντότητας, εκδ. Ύψιλον,
Αθήνα.
Λακάν,
Ζ. (1987). Η οικογένεια. Εκδόσεις: Καστανιώτης, Αθήνα.
Lyotar,
J-F. (1979). Η μεταμοντέρνα κατάσταση.
Εκδόσεις: Γνώση. Αθήνα.
Συριοπούλου-Δελλή,
Χ. (2003). Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΣΤΗ ΜΕΤΑΝΕΩΤΕΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ: Η περίπτωση της Ειδικής Αγωγής.
Εκδόσεις: Γρηγόρη. Αθήνα.
Τσάφος,
Β. (2014). Αναλυτικό πρόγραμμα. Θεωρητικές προσεγγίσεις και εκπαιδευτικοί
προσανατολισμοί. Εκδόσεις: Μεταίχμιο. Αθήνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου