|
|
ΑΠΟ ΕΜΕΝΑ τὸν Θεοδωράκη Κολοκοτρώνη,
ἄρχοντα τῶν ἀκαταμαχήτων Ἑλληνικῶν στρατευμάτων, εἰς ἐσένα τὸν
Μουσταφᾶ Κεχαγιᾶ βεγῆ.
Σοῦ φανερόνω, ὅτι τὴν ἀλήθεια εἶσαι ἀξιοκατάκριτος ἀπὸ τὸ γένος τῶν ὁμοπίστων σου Τουρκῶν, καὶ ζητεῖς ἄδικα νὰ τοὺς πάρῃς ς' τὸν λαιμόν σου. Ἐσὺ ἐγνώρισες καλὰ τὴν ἀπόφασιν τοῦ ὑψίστου Θεοῦ καὶ τὴν ἀπόφασιν ὅλων τῶν μεγάλων Δυνάμεων τῆς Εὐρώπης, διὰ νὰ ἐλευθερωθῇ τὸ γένος τῶν Χριστιανῶν ἀπὸ ταῖς ἀδικίαις καὶ τυραννίαν σας, ἠξεύροντας τὰς ἀνδραγαθίας τῶν Χριστιανῶν εἰς τὴν Ῥούμελην· πλὴν ἐστοχάσθης, ὅτι ἀπερνῶντας μὲ ὀλίγους λουφετσίδες* ἐπάνω εἰς τὸν Μορέα, πὼς εὔκολα ἤθελε φοβίσῃς τὰ ἀνδρεῖα ἄρματά μας· καὶ τὸ εὔκολον ἀπέρασμά σου ἀπὸ Βοστίτζαν ἕως αὐτοῦ διὰ τὴν ἀπροφυλαξίαν τῶν ἐκεῖ μερῶν, εἰς καιρὸν ὁποὺ καὶ εἰς τὸ Ἄργος εὑρεθέντες τότε ὀλίγοι στρατιῶται σοῦ ἐπροξένησαν πολλὰ κακά, σὲ ἔκαμαν νὰ φθάσῃς εἰς μίαν κακὴν ὑπερηφάνειαν, καὶ νὰ τολμήσῃς ἐναντίον τῶν ἀνδρείων Ἑλληνικῶν στρατευμάτων μας κατὰ τὸ Βαλτέτζι, διὰ νὰ πάθῃς, ὅσα ἔπαθες, καὶ νὰ πάρῃς εἰς τὸν λαιμόν σου τόσους ὁμοπίστους σου. Ἐξιππάσθης, φαίνεται, ὅτι εἰς τὸ Ἄργος εὑρὼν μερικοὺς ζευγολάτας καὶ γυναῖκας, τοὺς ἐθανάτωσες ἄδικα. Ἡμεῖς εἴμεθα εὐσπλαγχνικώτεροι καὶ γενναιότεροι ἀπὸ ἐσέ·
ἐπειδή, ἐν ᾧ ἔχομεν περισσότερον ἀπὸ χιλίους Τούρκους εἰς τὸ χέρι, δὲν ἐκαταδέχθημεν νὰ τοὺς πειράξωμεν τελείως, ἀλλὰ τοὺς ἔχομεν μὲ τὸ ῥεχάτι, τρώγοντες καὶ πίνοντες καλλίτερον ἀπὸ ἐσένα. Ἤξευρε δέ, ὄχι ὅσους ἐθανάτωσες, ἀλλὰ καὶ ἑκατὸ μερίδια τόσους ἂν ἐθανάτωνες, δὲν μᾶς φοβίζεις, οὔτε ὀλιγοστεύομεν· ἐπειδὴ ὡς πρὸς ἐσᾶς τοὺς Τούρκους, ὁποὺ εὑρίσκεσθε εἰς τὸν Μορέα, εἴμεθα τόσοι πολλοί, ὁπού, πενήντα ἀπὸ ἡμᾶς ἂν σκοτωθοῦν καὶ ἕνας ἀπὸ σᾶς, πάλιν, μὲ τοῦ Θεοῦ τὸ θέλημα, χωρὶς ἄλλο θὰ σᾶς νικήσωμεν. Δὲν σὲ ἔφθασαν αὐτὰ τὰ ἀνόητα κινήματά σου, παρὰ ἐτόλμησες νὰ στείλῃς καὶ προσκυνοχάρτια, διὰ νὰ ἔλθουν νὰ προσκυνήσουν οἱ ἀφθένταις σου, ἐν ᾧ ἡμεῖς ἐσένα τὸν ἀνάξιον ὄχι τὰ χαρτιά σου δὲν φοβούμεθα, ἀλλ' οὔτε τὰ ἄρματά σου στοχαζόμεθα διὰ ἄρματα. Ἂν ἐστοχάσθης, ὅτι εἶναι τὸ παιγνίδι, ὁποὺ εἰς τὸν Μορέα πρὸ πενῆντα χρόνους ἐστάθη, εἶσαι πολλὰ γελασμένος, ἐπειδὴ δὲν εἶναι ὡσὰν κεῖνο· διότι ὅλον τὸ γένος τῶν Χριστιανῶν καὶ εἰς τὸν Μορέα, Ῥούμελη, Σερβία, Βουλγαρία, Καραταγλίδες, Βλαχομπογδανία καὶ σχεδὸν εἰς αὐτὴν τὴν Ἀνατολὴν ἐσηκώθη εἰς τ' ἄρματα, ὁμοίως καὶ ὅλα τὰ νησία τῆς Ἄσπρης θαλάσσης. Μάθε, ἂν δὲν τὸ ἠξεύρῃς, ὅτι ἡ Βλαχομπογδανία, Σερβία, Βουλγαρία, ἡ Φιλιππούπολις, τὸ Σαλονίκι, ἡ Βάρνα, ἡ Ἐδερνὲ* ἐλευθερώθησαν· ἡ Σκόνδρα εἶναι μουχασερὲ* ἀπὸ τοὺς Καραταγλίδες καὶ πολεμεῖται ἀνδρείως· ἡ Κωνσταντινούπολις εἶναι μουχασερὲ ἀπὸ τὸν πρίγκιπά μας Ἀλέξανδρον Ὑψηλάντε μὲ 200 χιλιάδας στράτευμα· ὁ Ἐλτζῆς* τῆς μεγάλης Ῥουσσίας ἔφυγε· 30 καράβια ῥωσσικὰ ἔχουν κλεισμένα τὸ Φαναράκι· 10 καράβια, ὁποὺ ἔμειναν ἀκόμη τοῦ Σουλτάνου σας, τὰ ἔχει δεμένα ὡσὰν γαϊδούρια εἰς τὴν πόλιν· 30 καράβια Ὑδριοσπετζώτικα καὶ Ψαριανὰ ἔχουν κλεισμένο τὸ μπογάζι* τοῦ Τζανὰκ-Καλεσί· ἄλλα σαράντα περιπατοῦν ὅλην τὴν Ἄσπρην θάλασσαν, καὶ ἔχουν 80 καράβια μπεγλίτικα* καὶ πραγματευτάρικα κλεισμένα καὶ ἀπάνω ἀπὸ τοὺς 6000 Τούρκους, καὶ μάλιστα τοῦ Μπεκὶρ πασσᾶ, Ἀττάλια βαλισῆ, ὁποὺ ἐρχόταν εἰς τὸ ἰμιντάτι* σας. Μάθε, ὅτι ὁ γενναῖος Ἀλῆ πασσᾶς Τεπελεντλῆς, ἀποφασίσας νὰ ζήσῃ εἰρηνικῶς μὲ ἡμᾶς, κατέσφαξεν ἀνδρείως πολλοὺς ἀπὸ τοὺς ἐδικούς σας, καὶ τοὺς ἄλλους μαζὴ μὲ τὸν Χουρσὴτ πασσᾶν σας ὁ Ὀμὲρ πασσᾶς Βιριώνη, ὁ ὁποῖος ἐσκοτώθη εἰς τὸ Ζητοῦνι μ' ὅλον του τὸ στράτευμα· καὶ τὸν Πασιόμπεη τὸν ἔδοσε τοῦ διαβόλου. Μάθε, ὅτι ἡ Ἀθῆνα, Θῆβα, Λειβαδιά, Ταλάντι, Πατρατζίκι καὶ ὅλη ἡ Θεσσαλία, καὶ δὲν ἔμεινε κανένα ἄλλο μέρος παρὰ ἡ Εὔριπος καὶ ἄλλα ὀλίγα μέρη, τὰ ὁποῖα εἶναι μουχασερὲ δυνατὰ καὶ ἀπὸ ξηρᾶς καὶ θαλάσσης. Εἶδες μὲ τὰ ὀμμάτιά σου τὰ ἐδικά μας καράβια εἰς τὸ Ἀνάπλι· ἄλλα δέκα εὑρίσκουνται εἰς Μονοβασία, καὶ ἄλλα 12 εὑρίσκουνται εἰς τὸν μουχασερὲ Κορώνης, Μοθώνης καὶ Νεοκάστρου, καὶ 17 ἔφθασαν προχθὲς εἰς τὸν κόλπον τῆς Πατρὸς καὶ Κορίνθου, καὶ ἐπερίλαβαν τὰ καράβια, ὁποὺ σὲ ἤφεραν, καὶ ὅλα τὰ ἄλλα ὁποὺ εὑρίσκουνται εἰς τὸν πόλεμον· καὶ πλέον λουφετζίδαις καὶ μιντάτια δὲν θέλεις ἰδεῖ· καί, ἂν θέλῃς, ἔλα εἰς αἴσθησιν, ἄνθρωπε, καὶ μὴ παίρνῃς εἰς τὸν λαιμόν σου τόσους Τούρκους, οἱ ὁποῖοι, ὅταν παραδώσουν τὰ ἄρματά τους, θέλει ζήσουν φιλικὰ μὲ ἡμᾶς ὑπὸ τὴν διοίκησιν τοῦ κραταιοτάτου καὶ πολυχρονίου πριγκίπου μας Ἀλεξάνδρου Ὑψηλάντε. Εἰς ἡμᾶς τὰ προσκυνοχάρτια δὲν χρησιμεύουν, ἀλλὰ εἰς ἐσᾶς εἶναι ἀναγκαῖα, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς ἔτζι ἀπεφάσισε· καί, ἂν θέλῃς, ἔλα εἰς αἴσθησιν, διὰ νὰ μὴν χαθῇς· ὅτι, μὲ τὴν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ, ἂν φερθῇς διαφορετικά, δὲν θέλεις γλυτώσῃ ἀπὸ τὸ σπαθί μου. Ὅσους μᾶς ἐστείλατε μὲ τὰ προσκυνοχάρτια, τοὺς περάσαμεν ἀπὸ τὸ σπαθί μας, καὶ πρὸς πληροφορίαν σου. Ἰδοὺ ὁποὺ στέλνομεν τὸν παρὸν μὲ τὸ παρόν μας, καὶ κάμετε σεήρι*, ὅτι ἐμεῖς ἔχομεν προσταγὴν ἀπὸ τὸν Πρίγκιπα, ὄχι τοὺς Τούρκους μόνον, ὁποὺ δὲν κάνουν ἰταέτι*, νὰ πολεμήσωμεν, ἀλλὰ καὶ ὅσους Ῥωμαίους τουρκοφρονοῦν. Ἀρκετὰ σοῦ εἶναι αὐτά, διὰ νὰ σὲ φέρουν εἰς αἴσθησιν· καὶ ἤξευρε, ὅτι, ἂν δὲν ὑπακούσῃς νὰ παραδώσῃς τὰ ἄρματα, τὰ ἀνδρεῖα ἄρματά μας νὰ ὁποὺ τὰ ἔχομεν εἰς τὰ ῥουθούνια σας, καί, ἂν θέλῃς, δοκίμασε ἄλλην μίαν φοράν, ὄχι κλέπτικα, ἀλλὰ παληκαρίσια· ἐπειδὴ καὶ ἐγώ, ἀφ' οὗ ἐμβῆκες μέσα, ἐπρόσμενα νὰ μοῦ στείλῃς τὴν εἴδησιν νὰ πολεμήσωμεν τακτικά, ἐπειδὴ καὶ ἐμεῖς τὴν ῥέγουλα τῶν ἀρμάτων τὴν ἐμάθαμε καὶ τὴν ἠξεύρομεν· καί, ἂν ἐσένα δὲν σοῦ βαστᾷ νὰ ἔλθῃς σὰν παληκάρι τακτικὰ ἀπάνω μου, καὶ δὲν βαριεστᾷς ἀπὸ τὸν κλέπτικόν σου τρόπον, ἤξευρε, ὅτι ἐγὼ ἔρχομαι ἀπάνω σου, καὶ σοῦ δίδω μίαν ἡμέραν προτήτερα τὴν εἴδησιν, διὰ νὰ ἑτοιμασθῇς. Ταῦτα καὶ καλαῖς ἀντάμωσαις εἰς τὸ σαράγι σου μέσα.
Τῷ ά. ἔτει τῆς ἐλευθερίας, Μαΐου 18.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου