Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2021

Αριστείδη Χατζή : Αναζητώντας την Ελληνική ταυτότητα

 «Καθώς καθόμουν αποκαρδιωμένος, το μάτι μου πήρε ένα σπασμένο μάρμαρο, διακοσμημένο με ιπποτικά εμβλήματα από την εποχή που οι Ιωαννίτες Ιππότες κυβερνούσαν το νησί. Αλλά ενώ στο πάνω μέρος είχε ένα γοτθικό οικόσημο, στο πίσω μέρος είδα ότι υπήρχε μια μισοσβησμένη Ελληνική επιγραφή. Προφανώς αρχαίοι Ελληνες το είχαν κατασκευάσει και την είχαν χαράξει. Δεν είχα αμφιβολία για την προέλευσή του. Στην απέναντι ακτή υπήρχαν τα ερείπια της αρχαίας Κνίδου, που αποτέλεσαν για τους ιππότες της Ρόδου ένα μεγάλο λατομείο. Χρησιμοποιούσαν τα ερείπια για να χτίσουν τα μνημεία της φεουδαρχικής ματαιοδοξίας τους. Μόλις είδα την επιγραφή, αμέσως όλη η εθνική μου περηφάνεια επανήλθε με όλη της τη δύναμη. Σηκώθηκα και με μια απότομη κίνηση προσπάθησα να ξυπνήσω το μυαλό μου από τον λήθαργο φωνάζοντας: “Και μου ταιριάζει, άραγε, να ζηλεύω εγώ το κλεμμένο μεγαλείο των Γότθων και των βάρβαρων, που ακόμα και στη μεγαλοπρέπειά τους, απλώς στολίζουν τους εαυτούς τους με υλικά από δεύτερο χέρι, που έχουν χρησιμοποιήσει πρώτοι οι δικοί μου πρόγονοι! Δεν είμαι κι εγώ ένας Ελληνας; Υπάρχει ελληνικό αίμα, ακόμα κι όταν αυτό ρέει σε μικρά ποταμάκια μακριά από την πηγή τους, που να μην είναι ευγενέστερο από τον ευτελή χείμαρρο που ρέει στις φλέβες των τέκνων της Δύσης; Που καμαρώνουν αν ανακαλύψουν τα ονόματα των προγόνων τους στο σκοτάδι της άγνοιας και στη νύχτα της βαρβαρότητας; Που οι παλαιότερες οικογένειές τους είναι χθεσινές και τα σημαντικότερα επιτεύγματά τους αποτελούν κατορθώματα αγρίων;”».

Αυτό το απόσπασμα δεν το έχει γράψει ένας Ελληνας, αλλά ένας Ολλανδός έμπορος με σκωτσέζικες ρίζες, ο Thomas Hope, που στα 50 του αποφάσισε να γίνει συγγραφέας. Ο ήρωας του μυθιστορήματος που διηγείται τη ζωή του είναι ένας Ελληνας από τη Χίο, ο Αναστάσιος. Το μυθιστόρημα είναι τεράστιο, τρεις τόμοι, 1.224 σελίδες. Ομως εγώ το βρήκα συναρπαστικό γιατί, μεταξύ των άλλων, παραμένει ένας ανεξερεύνητος θησαυρός. Πλέον δεν το θυμάται σχεδόν κανείς, ενώ όταν κυκλοφόρησε στο Λονδίνο, τον Δεκέμβριο του 1819, έγινε μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της εποχής. Η δεύτερη έκδοση εξαντλήθηκε μέσα σε 24 ώρες.

Κανείς δεν ήξερε ποιος το έγραψε, ήταν υποτίθεται ένα χειρόγραφο που μόλις ανακαλύφθηκε: «Αναστάσιος: Αναμνήσεις ενός Ελληνα, γραμμένες στο τέλος του 18ου αιώνα». Αλλά οι ειδικοί ήταν βέβαιοι πως ένα τόσο καλογραμμένο μυθιστόρημα, τολμηρό, αιρετικό, σχεδόν βέβηλο, που προδίδει μεγάλη γνώση για την Οθωμανική Αυτοκρατορία αλλά και για τους Ελληνες, θα μπορούσε να το γράψει μόνο ένας: ο διάσημος, τριαντάρης πια και νιόπαντρος Λόρδος Μπάιρον, που απομονωμένος στη Ραβέννα περνούσε τον χρόνο του με τη 18χρονη σύζυγό του, ολοκληρώνοντας τον «Δον Ζουάν».

Ο Μπάιρον διάβασε αμέσως τον «Αναστάσιο». Του άρεσε τόσο πολύ που ζήλεψε τον άγνωστο συγγραφέα και άφησε μετέωρη τη φήμη. Αδικα ζητούσε ο εκδότης Τζον Μάρεϊ μια δήλωση για να τη χρησιμοποιήσει για διαφημιστικούς σκοπούς. Βέβαια ο Μάρεϊ δεν τολμούσε να ζητήσει δήλωση διάψευσης, απλώς τη γνώμη του Μπάιρον για το βιβλίο, του είχε στείλει, μάλιστα, και το αντίτυπο στην Ιταλία. Η πρώτη αντίδραση του Μπάιρον ήταν αρνητική. «O “Αναστάσιος” είναι καλός αλλά είναι πιο πιθανό ότι το έγραψε Εβραίος παρά Ελληνας», θα αποφανθεί επιτέλους τον Ιούλιο του 1820. Αλλά ακόμα κι όταν αποκαλύφθηκε το όνομα του συγγραφέα, κανείς δεν το πίστευε.

«Μπορεί με μια απλή μετάγγιση αίματος ένας βάτραχος να τραγουδήσει όπως ένας κορυφαίος τενόρος;», θα γράψει κάποιος κριτικός. Ο Μάρεϊ επέμεινε για κάτι πιο συγκεκριμένο και ο Μπάιρον ενοχλημένος του απάντησε, στις 28 Σεπτεμβρίου, «νομίζω ότι ο “Αναστάσιος” είναι εξαιρετικός [τονίζει τη λέξη], δεν σου το έγραψα ήδη;». Τον Απρίλιο του 1823, καθώς ξεκινάει ο τελευταίος χρόνος της ζωής του, ο Μπάιρον έχει αποφασίσει να έρθει στην Ελλάδα. Αλλά δεν μπορεί να βγάλει από το μυαλό του τον Αναστάσιο. Σύμφωνα με τη φίλη, του λαίδη Μπλέσινγκτον:

«Ο Μπάιρον σήμερα μιλούσε με τα καλύτερα λόγια για τον “Αναστάσιο” του Hope. Ελεγε ότι έκλαψε πικρά διαβάζοντας πολλές από τις σελίδες του, για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί δεν το έχει γράψει ο ίδιος, δεύτερον, γιατί το έγραψε ο Hope. Γιατί μόνο αν συμπαθείς πάρα πολύ κάποιον θα μπορούσες να του συγχωρέσεις το ότι έγραψε ένα τέτοιο βιβλίο. Ενα βιβλίο που ξεπερνά οτιδήποτε άλλο κυκλοφόρησε πρόσφατα, τόσο σε χιούμορ και ταλέντο όσο και σε αληθινό πάθος. Και πρόσθεσε: “θα θυσίαζα δύο από τα πιο δημοφιλή μου ποιήματα προκειμένου να ήμουν εγώ ο συγγραφέας του Αναστάσιου”».

Το βιβλίο μεταφράστηκε αμέσως στα γαλλικά (1820) και στα γερμανικά (1821). Είχε κάνει τόσο ντόρο σε όλη την Ευρώπη ώστε ένας πανίσχυρος πολιτικός που ταξίδευε από τη Βιέννη στο Λάιμπαχ, τον Δεκέμβριο του 1820, για να εκπροσωπήσει τα συμφέροντα του κράτους του στο συνέδριο που θα κρίνει στα μέσα Μαρτίου του 1821 το ελληνικό ζήτημα, το κουβαλάει μαζί του προσπαθώντας να βρει ευκαιρία να το διαβάσει. Φτάνει νωρίτερα από όλους και έχει διαθέσιμο χρόνο για διάβασμα. Ο πολιτικός αυτός είναι ο Μέτερνιχ, που θα γράψει σε επιστολή του στις 4 Ιανουαρίου 1821: «Εχεις ακουστά ένα αγγλικό μυθιστόρημα που έχει τον τίτλο “Αναστάσιος”; Υπάρχει μέσα μια περιγραφή του χαρακτήρα των Ελλήνων που είναι πολύ καλή και ακριβής, όπως και όλα όσα περιλαμβάνει αυτό το βιβλίο σχετικά με την Ανατολή, ειδικά τις συνήθειες των Ελλήνων. Θα βρεις μέσα στο βιβλίο έναν χαρακτήρα που είναι ίδιος ο Καποδίστριας, λέξη προς λέξη, ακριβώς όπως είναι».

Η Ελληνική Επανάσταση ξεσπάει, αποτυγχάνει στη Μολδοβλαχία, φαίνεται να εδραιώνεται στην Πελοπόννησο, στη Στερεά και στα νησιά. Ενας καλός φίλος των Ελλήνων, ο μεγάλος ποιητής Πέρσι Σέλεϊ, βρίσκεται στη Ραβέννα όπου επισκέπτεται τον φίλο του, Μπάιρον. Γράφει, στις 10 Αυγούστου του 1821, προς τη γυναίκα του, τη Μαίρη Σέλεϊ, μια από τις μεγαλύτερες συγγραφείς όλων των εποχών, που έχει ήδη μεταφράσει στα αγγλικά τη διακήρυξη του Αλέξανδρου Υψηλάντη:

«Διαβάζω τον Αναστάσιο: Θα έλεγε κανείς ότι ο Μπάιρον έχει πάρει την ιδέα των τριών τελευταίων ωδών του Δον Ζουάν από αυτό το βιβλίο. Φυσικά αυτό δεν μειώνει καθόλου την αξία του Δον Ζουάν. Η ποίηση δεν έχει καμία σχέση με την εφεύρεση των γεγονότων. Αλλά αυτό το μυθιστόρημα είναι πολύ δυνατό, πολύ ευχάριστο στο διάβασμα. Λένε ότι δίνει μια πολύ ρεαλιστική και ακριβή εικόνα των συνηθειών των νέων Ελλήνων».

Θα πούμε περισσότερα γι’ αυτό το πολύτιμο, για τις παρατηρήσεις του, μυθιστόρημα στο επόμενο σημείωμα. Γιατί το θέμα του είναι η αναζήτησης ταυτότητας ενός Ελληνα που θα επιλέξει να γίνει μουσουλμάνος και Τούρκος για να ενσωματωθεί πλήρως σε μια κοινωνία που θεωρεί ότι του επιτρέπει να αναρριχηθεί και να κυριαρχήσει, ερχόμενος σε σύγκρουση με τον καλύτερό του φίλο, ένα μέλος της οικογένειας των Μαυροκορδάτων, που έχει επιλέξει συνειδητά την ευρωπαϊκή ταυτότητα και τη σύνδεση με την αρχαία Ελλάδα. Ποια είναι όμως πραγματικά η ταυτότητα των νέων Ελλήνων; Μεταμορφώθηκε από την εκπαίδευση και το εμπόριο, όπως θεωρεί ο Σέλεϊ, ή αυτά αποτελούν υπερβολές του Κοραή και του Ψαλίδα, μια μεγάλη αντίφαση, όπως πιστεύει ο Hope;

* Ο κ. Αριστείδης Χατζής είναι καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και διευθυντής Ερευνών στο Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦίΜ). Η σειρά άρθρων με θέμα τα φιλελεύθερα, δημοκρατικά και νεωτερικά χαρακτηριστικά της Επανάστασης του 1821 αποτελεί μέρος του εκπαιδευτικού προγράμματος του ΚΕΦίΜ με θέμα: «Ελλάδα 2021: Διακόσια χρόνια από τη Φιλελεύθερη Επανάσταση».

Ο νέος Ελληνας

Ο νέος Ελληνας

«Ο Σπυρίδων Μαυροκορδάτος είχε ανοιχτό μυαλό που αντιστεκόταν στην προσπάθεια της στενόμυαλης εκπαίδευσης να το περιορίσει. Διαμόρφωσε απόψεις που το πυκνό σκοτάδι της άγνοιας αδυνατούσε να εμποδίσει· γιατί το μυαλό του διαπερνούσε αυτό το σκοτάδι. Τη φαντασία του δεν μπόρεσαν να τη συγκρατήσουν τα βαριά δεσμά της προκατάληψης· γιατί πετούσε ελεύθερη απ’ αυτά. Οσο περισσότερο προσπαθούσες να εγκλωβίσεις τις νοητικές του ικανότητες, το μόνο που κατάφερνες ήταν να τις κάνεις πανίσχυρες, καθώς συγκεντρώνονταν και συνέτριβαν με ακόμα μεγαλύτερη δύναμη τα ανεπαρκή δεσμά τους. Επινε μεγάλες γουλιές σοφίας από την καθάρια πηγή της Φιλοσοφίας. Δεν διάβαζε για να παραθέτει ό,τι μάθαινε· συλλογιζόταν, αφομοίωνε. Ετσι οι γνώσεις του ξεπέρασαν κατά πολύ εκείνες της εποχής και της πατρίδας του. Γιατί εκείνη την εποχή η νεότερη Ελλάδα δεν είχε ακόμα χειραφετηθεί από τα δεσμά του σφάλματος και των προλήψεων. Μια χειραφέτηση για την οποία, στη σημερινή, περισσότερο φωτισμένη περίοδο, καμαρώνουν στα πρόσφατα γραπτά τους οι Ψ… και οι Κ…»

Ο Thomas Hope, ο συγγραφέας του «Αναστάσιου», του μυθιστορήματος που έκανε πάταγο όταν κυκλοφόρησε στο Λονδίνο στα τέλη του 1819, με πρωταγωνιστή έναν φιλόδοξο τυχοδιώκτη Ελληνα από τη Χίο, είναι ο συγγραφέας του αποσπάσματος. Ο αριβίστας Αναστάσιος θαυμάζει και σέβεται αυτόν που περιγράφει, τον φίλο και συμπατριώτη του, Σπυρίδωνα Μαυροκορδάτο – ένα φανταστικό πρόσωπο. Εχει μεγάλο ενδιαφέρον να δούμε την επίδραση αυτού του μυθιστορήματος στον τρόπο που αντιμετωπίζουν τους Ελληνες οι αναγνώστες του, ισχυροί πολιτικοί της εποχής, όπως ο Μέτερνιχ, και διάσημοι ποιητές, όπως ο Μπάιρον και ο Σέλεϊ. Θα διακρίνουμε ένα στοιχείο που ο Μέτερνιχ υποβαθμίζει και ο Σέλεϊ επισημαίνει. Την ανάδυση της ελληνικής εθνικής συνείδησης, τη διαμόρφωση του νέου Ελληνα, την εμφάνιση της γενιάς εκείνης που θα πρωταγωνιστήσει στον Αγώνα. Είναι η γενιά του πολιτικού νεοελληνικού διαφωτισμού, που γίνεται ολοένα και πιο ριζοσπαστική και φιλελεύθερη.

Ο Αναστάσιος είναι ο Ελληνας που έχει ενταχθεί πλήρως στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Δεν αμφισβητεί τη νομιμότητα της οθωμανικής κατάκτησης, αντιμετωπίζει με θαυμασμό τους Τούρκους και περιφρονεί τη δουλοπρέπεια των Ελλήνων. Αποφασίζει να γίνει μουσουλμάνος όχι μόνο για να σώσει τη ζωή του σε μια από τις πολλές περιπέτειές του που έχουν άσχημη κατάληξη, αλλά γιατί αντιλαμβάνεται πως μόνο έτσι θα ανελιχθεί για να ικανοποιήσει την άμετρη φιλοδοξία και την ανικανοποίητη ψυχή του. Φαντασιώνεται τον εαυτό του ως πολύτιμο γρανάζι μιας αυτοκρατορίας σε παρακμή μεν, αλλά ακόμα ισχυρής. Γυρίζει όλη τη Μέση Ανατολή ως εκπρόσωπός της, ως μισθοφόρος, ως παρατηρητής. Βέβαια, δεν μπορεί να ξεφύγει εύκολα από τα φαντάσματα των προγόνων του, η μνήμη υπάρχει, αν και βρίσκεται σε χειμερία νάρκη. Θα νιώσει μια-δυο φορές τα τσιμπήματα του εθνισμού, αλλά θα τα καταπνίξει γιατί οι αναγκαιότητες της καθημερινότητας, η φιλοδοξία, ο έρωτας και το χρήμα θα τον αποσπάσουν.

Αυτόν τον τύπο Ελληνα είχε ο Μέτερνιχ στο μυαλό του όταν στο συνέδριο του Λάιμπαχ (όπου είχε απορροφηθεί στις ελεύθερες ώρες του από τον «Αναστάσιο») θα δηλώσει: «Δεν υπάρχουν Ελληνες. Υπάρχουν μόνο χριστιανοί υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας».

Ομως ο Αναστάσιος, ο ικανός μόνο για να παίζει τον ρόλο του υπηρέτη των τυράννων, ο Ελληνας που ο Μέτερνιχ θεωρεί ότι εκπροσωπεί αυτό τον λαό που αναιδώς επαναστάτησε, δεν θα μπορέσει να ξεπεράσει την καταλυτική επίδραση που του ασκεί η ηθική υπεροχή του Σπυρίδωνα («κλείνω τα μάτια μου και νομίζω ότι ακούω τον φίλο μου»). Η σχέση τους δίνει στον Αναστάσιο ευκαιρίες αναγέννησης, αλλά αυτός τις αντιμετωπίζει πρώτα με δυσφορία και έπειτα με απελπισία. Ο Αναστάσιος δεν μπορεί πια να γίνει κάτι διαφορετικό από αυτό που έμαθε να είναι. Δεν έχει άλλωστε την ευκαιρία. Γεννήθηκε και πέθανε νωρίς, στο τέλος του 18ου αιώνα. Θα δει τον Σπυρίδωνα για τελευταία φορά στην Τεργέστη, αλλά θα τον αποφύγει γράφοντάς του «είμαι γεμάτος άχρηστους πολύτιμους λίθους, αλλά άδειος σε όλα τα άλλα».

Σε αυτή την ιστορία του τέλους του 18ου αιώνα, ξέφυγε στον Hope αυτή η αποκαλυπτική παράγραφος που διαβάσατε στην αρχή· είναι παράταιρη σε μια διήγηση σε πρώτο πρόσωπο, κάποιου που πέθανε πριν γυρίσει ο αιώνας. Ποιος είναι ο Κ; Μα ποιος άλλος παρά ο Αδαμάντιος Κοραής. Ο Ψ στο αγγλικό κείμενο είναι P, αλλά χρησιμοποιώ το Ψ γιατί ο Αθανάσιος Ψαλίδας ταιριάζει περισσότερο. Στην ώριμη φάση του Διαφωτισμού, γράφει ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης, δύο από τους κύκλους που θα σχηματιστούν είναι ο «κύκλος στο Παρίσι γύρω από τον Αδαμάντιο Κοραή και ο άλλος στα Ιωάννινα γύρω από τον Αθανάσιο Ψαλίδα». Για τον Κοραή φαίνεται εύλογο και αναμενόμενο καθώς τον ενώνει με τον Hope το Παρίσι και το Αμστερνταμ. Ο Ψαλίδας όμως; Γράφει ο Henry Holland τόσα πολλά γι’ αυτόν στο βιβλίο του που κυκλοφόρησε το 1815, και σίγουρα διάβασε ο Hope, που δεν είναι απαραίτητο να τον είχε γνωρίσει προσωπικά – αν και ο Ψαλίδας είχε ταξιδέψει αρκετά. Είναι άλλωστε φανερό ότι ο Hope έχει επηρεαστεί στην παραπάνω παράγραφο από όσα λέει ο ίδιος ο Ψαλίδας στον Holland: «Οι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων έχουν τη δυνατότητα και την ευκαιρία να γίνουν κι αυτοί μεγάλοι. Ισως να έρθει η μέρα που θα διεκδικήσουν ό,τι τους ανήκει». Τα είπε αυτά με ένα ύφος σκληρού σαρκασμού, σχολιάζει ο Holland, και προσθέτει: «Παρά τον πολιτικό τους ξεπεσμό, οι Ελληνες έχουν, όταν μιλούν για τα θέματα αυτά, μια μεγάλη εθνική έπαρση. Οφείλεται βέβαια στους προγόνους τους αλλά και στην αίσθηση της πνευματικής ανωτερότητας που έχουν έναντι των Τούρκων».

Ο πολυταξιδεμένος Hope δεν είχε ανάγκη το βιβλίο του Holland για να παρατηρήσει αυτό που οι Ευρωπαίοι γνωρίζουν ήδη και που περιγράφει γλαφυρά η συντηρητική γαλλική εφημερίδα Gazette de France στις 14 Απριλίου 1821: «Εδώ και μερικά χρόνια έχει συμβεί κάτι εξαιρετικό στην Ελλάδα. Κάθε άνοιξη πολλοί νεαροί Ελληνες μεταναστεύουν στη Δύση για να σπουδάσουν στα πανεπιστήμια της Γερμανίας και της Ιταλίας. Σπουδάζουν με ζήλο και επιμονή. Επιδεικνύουν ένα σπάνιο ταλέντο στην επιχειρηματολογία και στον παραγωγικό συλλογισμό, κάτι που θυμίζει τις φιλοσοφικές σχολές της Αρχαίας Ελλάδας. Πολλοί συνεχίζουν τις σπουδές τους στο Παρίσι και στο Λονδίνο. Εκεί έρχονται σε επαφή με τους φιλελεύθερους που τους στρατολογούν και ορισμένες φορές τούς καλύπτουν και τα δίδακτρα. Επιστρέφουν στην πατρίδα τους εμφορούμενοι από υψηλές ιδέες για την αρχαία της δόξα και με συσσωρευμένη αγανάκτηση για τα δεινά που αυτή έχει υποστεί. Θεωρούν αναγκαίο να ξεκινήσει μια βίαιη επανάσταση, τώρα, χωρίς καθυστέρηση!»

Το άγνωστο κείμενο του Hope μάς βοηθάει να διακρίνουμε αυτή την εξέλιξη και είναι εντυπωσιακός ο τρόπος που την εντοπίζει και την αποτυπώνει ένας Βρετανός. Ενας άλλος Βρετανός, ο Σέλεϊ, συμπυκνώνει αυτό που ο Μέτερνιχ δεν μπόρεσε και δεν ήθελε να δει: «Το θαυμάσιο μυθιστόρημα “Αναστάσιος” περιέγραψε βέβαια με ακρίβεια τη συμπεριφορά των Ελλήνων της εποχής που διαδραματίζεται, αλλά από τότε οι αλλαγές στην Ελλάδα είναι πολύ σημαντικές. Ο ανθός της νεολαίας της σπουδάζει στην Ευρώπη και μεταφέρει στους συμπατριώτες του τις πιο σύγχρονες ιδέες βελτίωσης των κοινωνιών, ιδέες που βασίζονται σε εκείνες των προγόνων τους».

* Ο κ. Αριστείδης Χατζής είναι καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και διευθυντής Ερευνών στο Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦίΜ). Η σειρά άρθρων με θέμα τα φιλελεύθερα, δημοκρατικά και νεωτερικά χαρακτηριστικά της Επανάστασης του 1821 αποτελεί 
μέρος του εκπαιδευτικού προγράμματος του ΚΕΦίΜ με θέμα: «Ελλάδα 2021: Διακόσια χρόνια από τη Φιλελεύθερη Επανάσταση».

kathimerini.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου