Σχέδια για πλωτά αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα, μπαταρίες αποθήκευσης και υδρογόνο καταρτίζουν οι επιχειρήσεις
Πλωτά φωτοβολταϊκά και θαλάσσιες ανεμογεννήτριες, μπαταρίες αποθήκευσης και στο βάθος υδρογόνο είναι οι νέες τεχνολογίες που προσδένονται στο άρμα της «πράσινης» ανάπτυξης και του δυναμικού μετασχηματισμού που έχει ενεργοποιηθεί παγκοσμίως, καταργώντας τα μέχρι πρότινος ευδιάκριτα σύνορα των αγορών πετρελαίου και ηλεκτρισμού, παραγωγού – καταναλωτή και αλλάζοντας τις καθημερινές συνήθειες των πολιτών σε κάθε γωνιά του πλανήτη.
Καινοτόμα μοντέλα
Οι νέες αυτές τεχνολογίες βρίσκονται προ των πυλών και στην Ελλάδα, εισάγοντας καινοτόμα μοντέλα αξιοποίησης του ήλιου, των νερών και των ανέμων. Παράλληλα, υπόσχονται λύσεις στο μείζον θέμα της ασφάλειας εφοδιασμού του ηλεκτρικού συστήματος που δημιουργεί η μεγάλη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), λόγω της υψηλής μεταβλητότητας της παραγωγής τους. Τα ήρεμα νερά των τεχνητών λιμνών γύρω από τα φράγματα της ΔΕΗ, οι κλειστοί θαλάσσιοι κόλποι αλλά και τα βαθιά νερά των ελληνικών θαλασσών αποτελούν ήδη αντικείμενο διεκδίκησης μεγάλων και μικρών εταιρειών που έχουν σχεδιάσει επενδυτικά πλάνα για την εγκατάσταση πλωτών φωτοβολταϊκών και θαλάσσιων ανεμογεννητριών. Το επενδυτικό ενδιαφέρον, μάλιστα, προπορεύεται της ετοιμότητας της πολιτείας, καθώς εκκρεμεί το θεσμικό πλαίσιο για τα υπεράκτια αιολικά πάρκα, όπως και αυτό της αποθήκευσης, ενώ και των φωτοβολταϊκών χρήζει συμπληρωματικών διατάξεων για την εγκατάσταση των θαλάσσιων.
Η μεγαλύτερη αβεβαιότητα, ωστόσο, προέρχεται από την απουσία χωροταξικού σχεδίου, καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος ενός άναρχου σχεδιασμού σε ευαίσθητες περιβαλλοντικά περιοχές που μπορεί να προκαλέσει αντιδράσεις οι οποίες θα είχαν αποφευχθεί και να καταλήξει μπούμερανγκ για τις επενδύσεις. Μια τέτοια αρνητική εξέλιξη διαφαίνεται στη λίμνη Πολυφύτου, όπου πέραν των μικρών πλωτών φωτοβολταϊκών που έχει αιτηθεί να εγκαταστήσει η «ΔΕΗ Ανανεώσιμες», έχει κατατεθεί για αδειοδότηση και σχέδιο για πλωτή μονάδα ισχύος 500 MW, συσπειρώνοντας ένα μέτωπο αντιδράσεων των όμορων δήμων και της Περιφέρειας, επαγγελματικών επιμελητηρίων και πολιτών κατά οποιασδήποτε επένδυσης ΑΠΕ στη λίμνη. Η «ΔΕΗ Ανανεώσιμες» ήταν η πρώτη εταιρεία που κατέθεσε αιτήσεις για πλωτά φωτοβολταϊκά ισχύος 50 MW, στην τεχνητή λίμνη Πολυφύτου Κοζάνης και σε λιμνοδεξαμενή στη Φλώρινα. Επενδύσεις συνολικού ύψους 170 εκατ. ευρώ για την εγκατάσταση τριών πλωτών φωτοβολταϊκών συνολικής ισχύος 265 MW προωθεί και η ΤΕΡΝΑ. Τα έργα θα εγκατασταθούν στους τεχνητούς ταμιευτήρες Καστρακίου, Πουρναρίου και Στράτου. Σχέδια για εγκατάσταση πλωτών φωτοβολταϊκών στις ελληνικές τεχνητές λίμνες έχουν και ξένες εταιρείες, όπως η γερμανική BayWa και η γαλλική Akuo, η οποία λειτουργεί στην Αβινιόν το μεγαλύτερο φωτοβολταϊκό στην Ευρώπη, ισχύος 17 MW.
Εν αναμονή του θεσμικού πλαισίου που καταρτίζει το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας βρίσκονται και επενδύσεις εγχώριων και ξένων εταιρειών για υπεράκτια αιολικά πάρκα, με έμφαση στα πλωτά αιολικά, που ενδείκνυνται για τα βάθη των ελληνικών θαλασσών. Σε αντίθεση με τα θαλάσσια αιολικά πάρκα που θα πρέπει να θεμελιωθούν στον πυθμένα της θάλασσας για αυτό και εγκαθίστανται σε αβαθή νερά, τα πλωτά αιολικά τοποθετούνται πάνω σε πλωτές εξέδρες που μπορούν να εγκατασταθούν και σε μεγάλα βάθη, όπως αυτά των ελληνικών θαλασσών. Καθοριστικά στην ανάπτυξη αυτών των επενδύσεων συμβάλλουν οι διασυνδέσεις των νησιών με το ηπειρωτικό σύστημα της χώρας που υλοποιεί ο ΑΔΜΗΕ, ενώ θα κινητοποιήσουν και επενδύσεις σε υποδομές, καθώς προϋποθέτουν εκτεταμένη αναβάθμιση των λιμενικών εγκαταστάσεων.
Τις ελληνικές θάλασσες «σκανάρουν» αυτή την περίοδο ξένες κυρίως εταιρείες που κατέχουν την εξειδικευμένη τεχνογνωσία αλλά και ελληνικές οι οποίες βλέπουν την επέκτασή τους στη νέα αυτή αγορά μέσω συμπράξεων με ξένους. Μεταξύ αυτών είναι η νορβηγική Equinor (η μετεξέλιξη της πετρελαϊκής Statoil), που αποτελεί τη μεγαλύτερη εταιρεία ανάπτυξης θαλάσσιων αιολικών πάρκων στον κόσμο και η οποία έχει καταθέσει σχέδιο για την περιοχή των Κυκλάδων. Ενδιαφέρον έχει εκδηλωθεί επίσης από τη δανέζικη Copenhagen Offshore Partners αλλά και την πορτογαλική Principle Power. Από ελληνικής πλευράς σχέδια για υπεράκτια αιολικά σχεδιάζει η «ΔΕΗ Ανανεώσιμες» σε συνεργασία με ξένη εταιρεία, ενώ παλαιότερα ενδιαφέρον είχε εκδηλωθεί από την «ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή», τον όμιλο Κοπελούζου και την RF Energy.
Τα έργα
Η αποθήκευση ενέργειας είναι η τεχνολογία που θα κρίνει το στοίχημα της Ευρωπαϊκής Ενωσης για μια ουδέτερη κλιματικά οικονομία το 2050. Στην Ελλάδα, αν και το θεσμικό πλαίσιο βρίσκεται στο στάδιο κατάρτισης, έχουν κατατεθεί ήδη αιτήσεις αδειοδότησης για συνολική ισχύ 2,7 γιγαβάτ. Το μεγαλύτερο έργο, ισχύος 250 MW, προωθείται από την Eunice για τη μονάδα προϋπολογισμού περίπου 300 εκατ. ευρώ στη Δυτική Μακεδονία. Το δεύτερο μεγαλύτερο έργο για σταθμό κεντρικής αποθήκευσης ισχύος 142,56 MW στη Ροδόπη, προωθεί η «Εγνατία Group». Ξεχωριστή θέση κατέχουν τα έργα αντλησιοταμίευσης της «ΤΕΡΝΑ Ενεργειακής» στην Αμφιλοχία (700 MW) και στο Αμάρι της Κρήτης (180 MW) συνολικής επένδυσης άνω των 770 εκατ. ευρώ.
Η Ελλάδα παρακολουθεί και τις εξελίξεις στην πολλά υποσχόμενη, για τον πλήρη εξηλεκτρισμό της ευρωπαϊκής οικονομίας, τεχνολογία του υδρογόνου μέσω του White Dragon, που αποτελεί επένδυση ύψους 2,5 δισ. ευρώ σε ηλεκτρολύτες ισχύος 1,5 GW η οποία σχεδιάζεται στη Δυτική Μακεδονία.
Για τις νέες τεχνολογίες ΑΠΕ μιλούν στην «Κ» εταιρείες και ειδικοί του κλάδου.
Κωνσταντίνος Μαύρος, διευθύνων σύμβουλος ΔΕΗ Ανανεώσιμες
Σταθμοί αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας
Η Ευρωπαϊκή Ενωση, προκειμένου να εφαρμόσει την κοινώς αποδεκτή πολιτική της για την καταπολέμηση της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής, έχει εισαγάγει και εφαρμόζει μέσα από ένα εξειδικευμένο πλάνο κάθε χώρας την ενεργειακή μετάβαση. Βασικό χαρακτηριστικό είναι η αποανθρακοποίηση του μείγματος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η αντικατάσταση των συμβατικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (άνθρακας, πετρέλαιο, λιγνίτης κ.ο.κ.) είναι εφικτό να γίνει μέσα από επενδύσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Είναι γνωστό ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας βασίζονται σε ανεξάντλητους, αέναους και φυσικούς πόρους, οι οποίοι όμως είναι ευλόγως μεταβαλλόμενοι. Τα συστήματα πρόβλεψης παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ έχουν κάνει μεγάλη πρόοδο τα τελευταία χρόνια με τη χρήση σύγχρονων, κατάλληλων εργαλείων. Επομένως, σε γενικές γραμμές, όσο οι ΑΠΕ καλύπτουν ένα μικρό σχετικά μέρος της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, η παραπάνω ιδιομορφία των ΑΠΕ δεν είναι αισθητή καθώς η οποιαδήποτε αυξομείωση της παραγωγής τους αντισταθμίζεται από άλλες πηγές (εγχώριοι σταθμοί, διασυνδέσεις κ.ο.κ.).
Οταν όμως οι ΑΠΕ αρχίζουν να καλύπτουν ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος, τότε ευλόγως απαιτούνται σταθμοί αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας οι οποίοι θα εξομαλύνουν οποιαδήποτε διακύμανση παραγωγής. Ενας άλλος λόγος για τον οποίο οι σταθμοί αποθήκευσης είναι επίσης αναγκαίοι αφορά το αντιδιαμετρικό θέμα της παραγωγής που είναι η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας και η αντίστοιχη μη ακρίβεια στην πρόβλεψη αυτής. Επομένως οι σταθμοί αποθήκευσης ωφελούν το σύστημα τόσο ως προς τις διακυμάνσεις της παραγωγής όσο και της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι σταθμοί αποθήκευσης χρησιμοποιούνται και για άλλους λόγους (αύξηση των χωρητικότητας, μείωση επενδύσεων διαχειριστών, επικουρικές υπηρεσίες κ.ο.κ.). Η ραγδαία μείωση των τιμών αποθήκευσης καθώς επίσης και η εισαγωγή του target model δημιουργούν το κατάλληλο επενδυτικό κλίμα για να αναπτυχθούν τώρα και στην Ελλάδα.
Σχετικά με τα πλωτά φωτοβολταϊκά συστήματα, αυτά αποτελούν μία τεχνολογία η οποία εξελίσσεται ραγδαίως τα τελευταία χρόνια, τόσο ως προς την ίδια την τεχνολογία όσο και ως προς το κόστος αυτών. Τα πλεονεκτήματα για την εγκατάσταση αυτών των συστημάτων έγκεινται κυρίως στο ότι δεν καταλαμβάνουν καθόλου γη, η οποία συνεχίζει να χρησιμοποιείται ως αγροτική ή δασική έκταση, δημιουργεί συνθήκες μεγαλύτερης απόδοσης στα φωτοβολταϊκά πάνελ και μειώνεται η εξάτμιση του νερού βοηθώντας τη συγκράτηση των ποσοτήτων του νερού εντός των δεξαμενών/λιμνών. Ως εκ τούτου υπάρχουν ξεκάθαρα περιβαλλοντικά, ενεργειακά και χωροταξικά πλεονεκτήματα.
Aριστοτέλης Χαντάβας, επικεφαλής Ευρώπης της Enel Green Power και πρόεδρος της Solar Power Europe
«Κλειδί» για τις χαμηλές τιμές οι μπαταρίες
Σήμερα, η εγχώρια αγορά ενέργειας βρίσκεται σε κομβικό σημείο. Από τη μία, το πλούσιο αιολικό και ηλιακό δυναμικό της χώρας σε συνδυασμό με τη στήριξη του οράματος της «πράσινης» ανάπτυξης από τον πρωθυπουργό προσελκύει επενδύσεις. Από την άλλη, η αμφίβολη βιωσιμότητα του ΕΛΑΠΕ και οι δυσκολίες για την ουσιαστική απελευθέρωση της αγοράς, που συνέβαλαν στην προβληματική εφαρμογή του target model και στην αύξηση τιμών της χονδρεμπορικής, συνηγορούν ότι έχουμε ακόμη δρόμο να διανύσουμε.
Για να δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς, χρειάζεται γρήγορα η αναγκαία υποδομή με έργα αποθήκευσης ενέργειας. Διαφορετικά, θα είναι δύσκολο να επιτευχθούν συνθήκες ανταγωνισμού, που θα οδηγήσουν σε χαμηλές τιμές προς τον καταναλωτή και τη βιομηχανία. Η υποδομή αυτή, θα πρέπει οπωσδήποτε να συνδυάζεται με έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, έτσι ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι του ΕΣΕΚ (Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα) και να μειωθεί στην πράξη το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των έργων.
Ο γρηγορότερος δρόμος για την επίτευξη των στόχων του ΕΣΕΚ είναι να στηριχθούν επενδύσεις σε κατανεμόμενες μονάδες αποθήκευσης με μπαταρίες συνδυαστικά με ΑΠΕ. Οι μπαταρίες υπερέχουν έναντι άλλων τεχνολογιών αποθήκευσης, καθώς είναι διεσπαρμένες, δεν περιορίζονται γεωγραφικά, δεν απαιτούν τη χρήση υδάτινων πόρων και απαιτούν ελάχιστο χρόνο υλοποίησης. Τέλος, συμβάλλουν στην αύξηση ασφάλειας εφοδιασμού λόγω μειωμένης ανάγκης εισαγωγών και πληρούν όλες τις προϋποθέσεις για χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Ως εκ τούτου, για να εξισορροπηθεί αποτελεσματικά το δίκτυο και ταυτόχρονα να ελαχιστοποιηθεί το περιβαλλοντικό αποτύπωμα, οι κατανεμόμενες μονάδες αποθήκευσης συνδεδεμένες με ΑΠΕ αποτελούν την πιο αξιόπιστη λύση.
Παναγιώτης Λαδακάκος, πρόεδρος Δ.Σ. ΕΛΕΤΑΕΝ
Πλωτές ανεμογεννήτριες στις ελληνικές θάλασσες
Παρά το πλούσιο αιολικό δυναμικό των ελληνικών θαλασσών, η Ελλάδα δεν έχει ακόμα αναπτύξει θαλάσσια αιολικά πάρκα (ΘΑΠ). Στην Ευρώπη αντίθετα η εγκατάσταση θαλάσσιων ανεμογεννητριών θεμελιωμένων στον πυθμένα έχει σημαντική ανάπτυξη.
Σύμφωνα με τη στρατηγική για τις θαλάσσιες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που ανακοίνωσε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προβλέπεται αύξηση της θαλάσσιας αιολικής ισχύος στην Ευρώπη από 12 GW σήμερα σε 60 GW έως το 2030 και 300 GW έως το 2050. Η θαλάσσια αιολική ενέργεια αναμένεται να είναι η σημαντικότερη πηγή παραγωγής του ηλεκτρισμού που θα καταναλώνει η Ευρώπη περί το 2040.
Τα ΘΑΠ σταθερής έδρασης θεμελιώνονται στον πυθμένα σε μικρά βάθη που γενικά (πλην εξαιρέσεων) δεν υπάρχουν στις ελληνικές θάλασσες. Iδιαίτερα υποσχόμενη για την Ελλάδα εμφανίζεται η τεχνολογία των πλωτών ανεμογεννητριών (floating offshore wind), που τα τελευταία χρόνια γνωρίζει μεγάλη άνθηση. Η τεχνολογία αυτή έχει προ πολλού ξεπεράσει το στάδιο της επίδειξης και έχουν εγκατασταθεί ημι-εμπορικές εφαρμογές, ενώ έχει δρομολογηθεί η υλοποίηση πλήρως εμπορικών εφαρμογών στο εγγύς μέλλον.
Στις επενδύσεις αυτές, αξιοποιώντας την εμπειρία από άλλους τεχνολογικούς τομείς (ναυπηγική βιομηχανία, βιομηχανία έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων) χρησιμοποιούνται πλωτές κατασκευές πάνω στις οποίες εδράζονται ανεμογεννήτριες. Οι κατασκευές αυτές μπορούν να εγκατασταθούν και σε θέσεις με μεγάλα βάθη θάλασσας, διευρύνοντας κατά πολύ το αξιοποιήσιμο θαλάσσιο αιολικό δυναμικό.
Η συγκεκριμένη τεχνολογία είναι κατάλληλη για την Ελλάδα, διότι επιτρέπει για πρώτη φορά τη μαζική εγκατάσταση πολύ μεγάλων αιολικών πάρκων σε μεγάλα σχετικά βάθη όπως αυτά των ελληνικών θαλασσών. Περαιτέρω, οι σχετικές επενδύσεις εμπεριέχουν υψηλή εγχώρια προστιθέμενη αξία, διότι εμπλέκουν τα ναυπηγεία, τα λιμάνια, τη βιομηχανία καλωδίων, τη βιομηχανία τσιμέντου κ.λπ.
Νεκταρία Καρακατσάνη, στέλεχος της ΡΑΕ
Καταλύτης για τη βιώσιμη ανάπτυξη το υδρογόνο
Το υδρογόνο αποτελεί ένα εναλλακτικό καύσιμο (φορέα ενέργειας), κρίσιμο για την αποανθρακοποίηση τομέων όπου η ηλέκτριση είναι ανεφάρμοστη. Παρά τις τεχνικοοικονομικές προκλήσεις, ενέχει τη δυναμική να μετασχηματίσει υποδομές φυσικού αερίου, μεταφορές μεγάλων αποστάσεων (σιδηροδρομικές, βαρέων οχημάτων, ναυτιλία) και βιομηχανικούς τομείς (όπως διυλιστήρια, χαλυβουργίες, πετροχημικά).
Επιπλέον, συνδέεται με τη λιγνιτική μετάβαση, τη βιωσιμότητα και χρηματοδότηση νέων έργων αερίου, την αποθήκευση ενέργειας και τις χρηματορροές των ΑΠΕ. Σε παγκόσμια κλίμακα, επαναπροσδιορίζει γεωπολιτικές ισορροπίες, αναδεικνύοντας εξαγωγικές χώρες. Η Ιαπωνία, με στόχο 800.000 οχήματα υδρογόνου έως το 2030, διαμορφώνει ένα διεθνές commodity, με διαφοροποιημένες πηγές προέλευσης (φυσικό αέριο, άνθρακα από Αυστραλία, αμμωνία από αραβικές χώρες), προσαρμόζοντας πλοία μεταφοράς.
Στόχος της ευρωπαϊκής στρατηγικής είναι η παραγωγή 1 εκατ. τόνων πράσινου υδρογόνου το 2024 (μέσω ηλεκτρόλυσης με ενέργεια ΑΠΕ) και 10 εκατ. το 2030. Αρκετά σημεία χρήζουν εξειδίκευσης, με καθοριστικές πτυχές: υποχώρηση κόστους, περιορισμός απωλειών, τεχνική τυποποίηση, κανόνες ασφαλείας.
Παράλληλα, το υδρογόνο από ορυκτά καύσιμα πρέπει να καταστεί χαμηλών ρύπων.
Οι χώρες καλούνται πλέον να θεσπίσουν πολιτικές στήριξης, αντισταθμίζοντας χρηματοοικονομικά κενά και μηχανισμούς ενίσχυσης ζήτησης, για οικονομίες κλίμακας. Το θεσμικό πλαίσιο αφορά κυρίως προσαρμογή δικτύων, όρια πρόσμειξης, αδειοδότηση, τιμολόγηση υπηρεσιών. Καταλυτικές παράμετροι είναι η χρηματοδότηση καινοτομίας και η επενδυτική ορατότητα. Καθώς απαιτούνται επενδύσεις 470 δισ. ευρώ έως το 2050, ευρωπαϊκά κονδύλια, όπως το Ταμείο Καινοτομίας, εστιάζουν δυναμικά στο υδρογόνο.
Πέραν των δοκιμαστικών εφαρμογών, πληθαίνουν συνεχώς έργα μεγαλύτερης κλίμακας: mega-ηλεκτρολύτες, μετασχηματισμοί βιομηχανίας, ηλεκτρόλυση σε υπεράκτια αιολικά, τρένα, έξυπνες πόλεις. Επιπροσθέτως, οι δεσμεύσεις Biden αποτυπώθηκαν ήδη στις μετοχές εταιρειών υδρογόνου. Στη χώρα μας, ο συγκροτημένος σχεδιασμός που εκπονείται ανάγει το υδρογόνο σε καταλύτη της πράσινης ανάκαμψης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου