Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Σάββατο 22 Δεκεμβρίου 2012

Σ. Ραυτόπουλος :ΠΙΟ ΧΑΜΗΛΑ, πιο χαμηλά…


Ο Σωτήρης Ραυτόπουλος σχολιάζει το βιβλίο του Γιάννη Χαμηλάκη, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον («Το έθνος και τα ερείπιά του. Αρχαιότητα, αρχαιολογία και εθνικό φαντασιακό στην Ελλάδα») 

  Τώρα στις γιορτές, στο τέλος του ημερολογιακού έτους, που «κλείνουν» και οι (υπηρεσιακές) οικονομικές μας υποχρεώσεις και εκπνέουν οι προθεσμίες, φυσικό είναι, λόγω του φόρτου εργασίας, να «μπαίνουμε» όλο και αραιότερα στις προσωπικές μας ηλεκτρονικές διευθύνσεις. Για ΄μάς τους «παλιούς» (στα χρόνια και στη νοοτροπία), που θεωρούμε λιγότερο σημαντική την παρουσία μας στο διαδίκτυο, δεν «κτυπά», σ’αυτές τις περιπτώσεις, κάποιο «καμπανάκι» του νού… Μέχρι να «μπούμε» ξανά –και να δούμε την εξέλιξη που σημειώθηκε εν τη απουσία μας.

  Συσσωρεύθηκε, λοιπόν, ένα άθροισμα από ώσεις…. Μάς έφθασε και μάς υπερκέρασε… Επιφυλλίδα στο «Βήμα». Κείμενα στα «σάϊτ». Οργάνωση ομάδας στο «φατσοβιβλίο». Μηνύματα στις ηλεκτρονικές μας διευθύνσεις από το Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων. Μηνύματα από την Πρόεδρο του Συλλόγου μας και από συναδέλφους. Μηνύματα για την συμμετοχή των συναδέλφων που θα προλογίσουν την εκδήλωση. Μηνύματα για την ειδική έκπτωση που θα έχουν όσοι επικοινωνήσουν και ζητήσουν να  αγοράσουν το βιβλίο που θα παρουσιασθεί στην εκδήλωση. Τα μισά κείμενα να μου είχαν στείλει για κινητοποιήσεις κατά του μνημονίου, θα πίστευα ότι έχουμε λαϊκή εξέγερση…

  Σίγουρα αποτελεί το γεγονός στον χώρο του «πολιτισμού» που έχει λάβει την ευρύτερη δημοσιότητα τον τελευταίο καιρό.

  Μιλώ, βέβαια, για την παρουσίαση του βιβλίου του κου Γιάννη Χαμηλάκη, καθηγητή εις την αλλοδαπήν (στο Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον), με τίτλο «Το Έθνος και τα ερείπιά του. Αρχαιότητα, αρχαιολογία και εθνικό φαντασιακό στην Ελλάδα». Μαθαίνουμε ότι το βιβλίο έχει ήδη κυκλοφορήσει το 2007 στα Αγγλικά     –και μόνον πρόσφατα, εντός του 2012, στα Ελληνικά. Ακόμη, μαθαίνουμε ότι είναι ήδη βραβευμένο στο εξωτερικό (το 2009, με το βραβείο Έντμουντ Κίλυ).  

  Ο κος Χαμηλάκης (όπως λέει στην κα Μάρκου  (ΚΕΔΡΟΣ online, 17.12.12/ 8:39π.μ.)) θεωρεί ότι
 «η αρχαιολογία συνέβαλε καθοριστικά στη δόμηση του εθνικού φαντασιακού --όπως συμβαίνει και σε πολλές άλλες χώρες-- αλλά και στη συγκρότησή του ως μια οντολογία με έντονα στοιχεία μονολιθικότητας και σωβινισμού. Αυτό συχνά παίρνει και ρατσιστικά χαρακτηριστικά, στηριγμένα στην υποτιθέμενη πολιτισμική (και για ορισμένους «φυλετική») ανωτερότητα των θεωρουμένων ως προγόνων, αρχαίων Ελλήνων». Ο ίδιος στοχεύει «στην κριτική αποτίμηση και η ιστορικοποίηση τόσο του αρχαιοελληνικού φαινομένου όσο και της δόμησης του νεοελληνικού εθνικού φαντασιακού στηριγμένου στην αρχαιότητα».
Σχολιάζει, ομολογουμένως, αρνητικά την «νεο-αποικιακή ρητορική του Βρετανικού Μουσείου».



Αλλά, στη συνάντησή της μ’αυτό που ονομάζει «εθνικό φαντασιακό», μοιάζει να τηρεί μια στάση ουδέτερη. Απ’όσο μπορώ να κρίνω από την συνέντευξη αυτή, στέκεται κριτικά απέναντι στο γεγονός ότι οι Έλληνες αντιμετωπίζουν «ως ζώντα και αναπνέοντα όντα» τις εκπατρισμένες αρχαιότητες, αφού αυτό το γεγονός «αποτελεί ένα κεντρικό στοιχείο του ελληνικού φαντασιακού», στο οποίο, όπως είδαμε, προσήψε «έντονα στοιχεία μονολιθικότητας και σωβινισμού».

  Δεν έχω διαβάσει το βιβλίο –αλλά, σ’αυτό το δείγμα γραφής, ας μου συγχωρηθούν μερικά σχόλια :

  Παρατηρώ ιδεολογικές «ευκολίες» στην ορολογία που χρησιμοποιεί ο κος Χαμηλάκης, Κανείς αρχαιολόγος, υπηρετήσας στην Αρχαιολογική Υπηρεσία ή στην Εκπαίδευση, δεν υιοθέτησε γραμμή επιστημονική (ή «επιστημονική») που να δικαίωσε τους όρους «σωβινισμό», «ρατσισμό», «πολιτιστική ανωτερότητα» ή «φυλετική ανωτερότητα». Το να «τουφεκά», κανείς, έχει νόημα όταν ο στόχος είναι πλήρως καθορισμένος. Ήταν, αναρωτιέμαι, «σωβινιστές» ο Κεραμόπουλος ή ο Τσούντας (οι θεμελιωτές της Προϊστορικής Αρχαιολογίας στην Ελλάδα), όταν ασκούσαν κριτική στον τρόπο με τον οποίον ερμήνευαν τις αρχαιότητες οι Άγγλοι ή Γάλλοι συνάδελφοί τους ; Ήταν σωβινιστές οι ιδρυτές των πρώτων ελληνικών μουσείων, που γέμιζαν με ευρήματα ελληνικών ανασκαφών, σε εποχές που τα ξένα αρχαιολογικά ιδρύματα επιδίδονταν σε αγώνα επικυριαρχίας επάνω σ’αυτό που ο κος Χαμηλάκης ονομάζει «εθνικό φαντασιακό»; Αυτά είναι πράγματα που έχουν γραφεί από ερευνητές όπως ο Π. Καλπαξής («ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ και ΠΟΛΙΤΙΚΗ», τόμοι Ι και ΙΙ) και ο Κ. Σιμόπουλος («ΞΕΝΟΙ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ», «ΞΕΝΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΙΣΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ και ΥΠΟΤΕΛΕΙΑ»). Τον ιπποτισμό και την ανωτερότητα ανθρώπων όπως του ιδρυτή της ΕΠΚΑ Κυκλάδων Δημήτριου Σταυρόπουλου (που αρνήθηκε την είσοδο των Γερμανών επισκεπτών στο αφύλακτο, υπό ίδρυση τότε, Μουσείο Μυκόνου, διώχθηκε γι’αυτό –και είχε το ψυχικό σθένος να προωθήσει τον έρανο για τους Γερμανούς αμάχους του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου, επισύροντας τα εγκώμια και τον θαυμασμού του (διώκτη του) Κώργκ), δεν την βρίσκεις εύκολα στην διεθνή αρχαιολογική «πιάτσα»… Και τα επιστημονικά τους αναστήματα ήταν ανάλογα των ηθικών τους αναστημάτων. Τομείς ολόκληροι της επιστήμης μας, που άλλαξαν τον ρού της αρχαιολογικής σκέψης, στηρίχθηκαν στο έργο των  Ελλήνων αρχαιολόγων, οι οποίοι ανοίχτηκαν με τόλμη στο «νέο» και καινοτόμησαν.

  Το « εθνικό φαντασιακό» που επικαλείται ο κος Χαμηλάκης δεν είναι η αυτοσυνείδηση και η πρόοδος της ηθικής προσωπικότητας των ανθρώπων που απαρτίζουν ένα έθνος : «Εθνικό φαντασιακό» είναι να βαφτίζεις την συλλογική συνείδηση με το –τάχα- δημιούργημα συγκεκριμένων πνευμάτων. Δεν είναι το έθνος ή οι τάξεις του δημιούργημα ορισμένων «ανθρώπων του πνεύματος» -αυτό είναι μία τεράστια πλάνη, αυτά είναι πράγματα που έχουν σε έκταση ειπωθεί: Ο κύριος ερευνητής που συνέδεσε το όνομά του με έναν άλλο όρο που χρησιμοποιεί ο κος Χαμηλάκης, τον όρο «ΝΕΟΑΠΟΙΚΙΣΜΟΣ», ο Νίκος Ψυρούκης, μιλά στο έργο του για την «μεταμφίεση» των τάξεων και την πνευματική εξάρτηση ως επακόλουθο της υλικής στο πλαίσιο του Νεοαποικισμού.

  Γι’ αυτό και δεν θα έπρεπε να ξενίζει το γεγονός ότι οι Έλληνες αντιμετωπίζουν «ως ζώντα και αναπνέοντα όντα» τις εκπατρισμένες αρχαιότητες: Δεν τους επιβλήθηκε αυτό από κάποια αρχή –αυτό είναι το προϊόν της ιστορικής εξέλιξης. Δεν θεωρούμε, απλώς, τους αρχαίους Έλληνες ως προγόνους μας –είμαστε απόγονοί, τους, δεν τοποθετηθήκαμε σ’αυτόν τον γεωγραφικό χώρο ως άψυχα πολιτισμικά σκιάχτρα. 

  Θα κλείσω με την ελπίδα το βιβλίο αυτό να έχει, σε κάποια έκταση τουλάχιστον, γραφεί με διαφορετικό τρόπο απ’αυτόν που ανίχνευσα από την συνέντευξη αυτή. Κρίμα θα είναι για ένα τόσο ενδιαφέρον αντικείμενο, όπως οι σχέσεις μας με τις αρχαιότητες, να μην βλέπουμε τους συναδέλφους να ανεβαίνουν, αλλά να χαμηλώνουν…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου