Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Κυριακή 11 Μαΐου 2014

Μάννα είναι μόνο μία….




Της Μαρίας Αρβανίτη Σωτηροπούλου



ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΟΙΚΟΝΙΚΗΣ

Στα όσα τρυφερά και νοσταλγικά ακολουθούν με αφορμή την Ημέρα της Μάννας, σκέφτηκα να προτάξω κάτι ευτράπελο – γιατί κι αυτό ανήκει στη ζωή και μπορεί να απαλύνει καταστάσεις… Είναι ένα ανέκδοτο με τον Μπόμπο , ως μαθητή:
 Η δασκάλα βάζει στα παιδιά έκθεση που να περιέχει και να δικαιώνει τη φράση  ΜΑΝΝΑ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΜΙΑ. Τα παιδιά ανταγωνίζονται μεταξύ τους σε εγκωμιασμούς της μητέρας, της δικής τους και των άλλων, όμως ο Μπόμπος κάνει  αφήγηση ενός άλλου συμβάντος : Η μητέρα του λέει να κοιτάξει στο ψυγείο για να δει πόσες μπανάνες υπάρχουν, κι αυτός της απαντάει μετά από λίγο ,  ΜΑΝΝΑ, ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΜΙΑ !





Το κείμενο της Μαρίας Αρβανίτη Σωτηροπούλου



    Όσα χρόνια κι αν περάσουν η μάνα δεν ξεχνιέται. Ειδικά αν είναι μια μάνα που έδωσε τα πάντα για τα παιδιά και τα εγγόνια της. Ορφανεύουμε μόνο αν πεθάνει η μάνα μας, άσχετα από την ηλικία.

Ειδικά αν μέσα από τη συμπόρευση και τις αλλαγές που η ζωή προσφέρει έχεις καταλήξει μετά από χρόνια αμφισβήτησης κι επαναστάσεων σε μια στενή σχέση εμπιστοσύνης και κατανόησης του εαυτού σου, των γυναικών και του κόσμου ολάκερου.

Η μαμά μου ήταν αγωνίστρια και πρωτοπόρος. Νικήτρια στη ζωή. Με κατανόηση, λογική κι ευαισθησία, πράγμα παράδοξο.
Με έμπρακτες δημοκρατικές διδαχές, φλόγα του ουμανισμού και της θυσίας, αν και όχι θρησκευόμενη. Φεμινίστρια, όχι στα λόγια, αλλά με το παράδειγμά της με δίδαξε ότι κανείς άνδρας δεν είναι καλύτερος από μια γυναίκα απλώς επειδή γεννήθηκε άνδρας. Ταυτόχρονα ιεράρχησε τις προτεραιότητες, ώστε η οικογένεια να είναι πάντα πάνω από την καριέρα μου, ενώ βοηθούσε έμπρακτα στη σωστή ανατροφή και των εγγονιών της. 

Μας μεγάλωσε φιλελεύθερα.Δεν το καταλάβαινα, αλλά οι φίλες μου απ' το δημοτικό μου έλεγαν πόσο λίγο καταπιεστική ήταν η ζωή μου.
Ποτέ δεν έπρεπε να πιω το γάλα με την πέτσα, άλλαζε την ποικιλια παρασκευής του απαραίτητου τότε αυγού στο πρωινό από βραστό σε χτυπητό και χτυπητό με κακάο κλπ, αν και τρώγαμε πάντα ότι υπήρχε και ποτέ δεν τρώγαμε ότι θα θέλαμε. Τα καλοκαίρια  εκτός από τα μπάνια μας προετοίμαζε για την επόμενη σχολική χρονιά μέσα από βιβλία και μελέτη (συχνά και με τις φίλες μου) ευχάριστη, έτσι που τα σχολικά χρόνια να γίνονται διασκεδαστικά. Αν και στην εφηβεία μου αμφισβητούσε τη στράτευσή μου στα Κατηχητικά ποτέ δε μου απαγόρευε κάτι, αλλά προσπαθούσε να μου το ερμηνεύσει με λογικά επιχειρήματα που τότε δεν έπιαναν.
Παρηγοριόταν για τις συναισθηματικές εκρήξεις μου με την ερμηνεία ότι "Είναι της ηλικίας" και μάλλον είχε δίκιο. Αν και αργότερα έμαθα ότι διάβαζε τα ημερολόγιά μου, της το συγχωρώ τώρα που ξέρω το πόσο επικίνδυνο είναι το να μεγαλώνεις εφήβους. Μόλις παντρεύτηκα ζήτησε μετάθεση σε νυχτερινό σχολειό για να με βοηθά στις ευθύνες του σπιτιού (ήμουν ακόμη φοιτήτρια) και μας παρότρυνε να δραπετεύουμε σα ζευγάρι σε μικρές εκδρομές κρατώντας τα παιδιά μας παρ' ότι οι εφημερίες μας στο νοσοκομείο της απασχολούσαν με τη φροντίδα των παιδιών ακόμη και όταν εργαζόμαστε. Είχα ήδη 4 παιδιά όταν εγκρίθηκε η υποτροφία μου στο Λονδίνο από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας και χάρη στην επιμονή και την προθυμία της ότι εκείνη θ' αναλάβει τα παιδιά μου μπόρεσα ν' αποκτήσω και αυτή την εκπαίδευση.  

Αν και στην κλίμακα των δικών της ιεραρχήσεων η λογοτεχνική μου κλίση ήταν πάντα κάτω από την επιστημονική μου εξέλιξη, και γκρίνιαζε όταν έβλεπε ότι αφοσιωνόμουν περισσότερο στη Λογοτεχνία απ' ότι στην Ιατρική, αποδείχθηκε μόνο στο τέλος πόσο τιμούσε και αυτή μου την έκφραση.

Άριστη εκπαιδευτικός και με εξαιρετικές ηγετικές ικανότητες φυσικά αξιοποιούσε την διδακτική της δεξιοτεχνία ανοίγοντας τους ορίζοντες της Παιδείας με κατ οίκον μαθήματα στα παιδιά και τα εγγόνια της. Μέχρι που το εξαιρετικά προικισμένο μυαλό της την πρόδωσε.
  Η εμπειρία ήταν τρομακτική. Ο πανέξυπνος άνθρωπος μπροστά στα μάτια μας διαβρωνόταν σε ένα ανοικό προσωπείο, που δύσκολα αναγνωρίζαμε. Παραδόξως προφανώς, επειδή ήταν στον πυρήνα της καλός άνθρωπος, όσο η λογική της διαβρωνόταν τόσο η καλοσύνη της αναδυόταν. Σε αντίθεση με άλλους ηλικιωμένους που αναδύουν την ιδιοτροπία και την κακότητα, η μαμά ποτέ δεν παραπονιόταν αντίθετα μας προέτρεπε να μην ασχολούμεθα με κείνη, αλλά να είμαστε ευτυχισμένοι. Όσο τα παράθυρα της ψυχής της έμεναν ανοιχτά.
Υπήρχαν κρίσεις όπου ξέχναγε ακόμη και ποια ήταν. Στην τελευταία από αυτές κι ενώ πιστεύαμε ότι θα τη χάναμε, συνήλθε κάπως και ρωτούσε "Ποια είμαι; Έχω παιδιά; Δούλευα;" Της εξήγησα με την υπόνοια ότι δεν τα έχει συγκρατήσει. Γιαυτό και τελικά τη ρώτησα "εγώ ποια είμαι;". Σκέφθηκε πριν με αναγνωρίσει. 

-Εγώ τι δουλειά κάνω; ρώτησα σίγουρη ότι πια δεν το θυμάται και ούτε και το θεωρούσα σημαντικό.

-Είσαι γιατρός συγγραφέας, με ξάφνιασε.

-Πώς το θυμάσαι; απόρησα.

-Αλίμονο, μου είπε με το διαλυμένο της μυαλό. Αφού είσαι το καμάρι μου!!
    Σκόπιμα δεν την πήγαμε στο νοσοκομείο για το τέλος. Κείνη τη μέρα πέρασαν όλα της τα εγγόνια και τη χαιρέτησαν για τελευταία φορά. Και η νύφη της αφού δεν πρόλαβε να γνωρίσει δισέγγονα.
 Την κρατούσα στην αγκαλιά μου και πίσω μου η αδελφή μου κι οι γαμπροί της όταν άφησε την τελευταία της πνοή κυριολεκτικά σαν το πουλάκι πέταξε η ψυχή της αδειάζοντας τον κόσμο μου.
Παρ' ότι τόσα χρόνια πέρασαν ακόμη μου λείπει. Υποπτεύομαι ότι θα μου λείπει μέχρι να πεθάνω. Δυστυχώς η μνήμη τελικά δεν υποκαθιστά τη φυσική παρουσία ακόμη κι όταν αυτή έχει καταντήσει σε άδειο κέλυφος της ύπαρξης.

Η αλήθεια είναι ότι σε πολλά βιβλία μου οι αναμνήσεις της είναι η αφορμή και έμπνευση για κάποια κείμενα.
Φοβάμαι ότι ποτέ δε θα μπορέσω να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου για τη γεμάτη ζωή που μας χάρισε.
Προσπαθώ ακόμη να της μοιάσω.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου