|
Ἀπὸ τὸν/τὴν planodion στὶς 16 Δεκεμβρίου 2024
|
ΒΑΡΕΘΗΚΑ
νὰ εἶμαι ξαπλωμένος καὶ νὰ τρώγομαι μὲ τὶς σκέψεις μου.
Ἀνακάθισα λοιπόν, τεντώθηκα γιὰ νὰ ξεμουδιάσω, καὶ
σηκώθηκα. Πηχτὸ σκοτάδι, καὶ ψυχὴ τριγύρω. Εὐτυχῶς, γιατὶ τὰ
ροῦχα μου ἦταν κουρέλια, κι ἡ φάτσα μου σίγουρα ὄχι στὰ
καλύτερά της. Βγῆκα στὸν διάδρομο μὲ τὰ κυπαρίσσια καὶ πῆγα
πρὸς τὴν ἔξοδο, νὰ χαθῶ στὰ γύρω στενά. Καθὼς περπατοῦσα,
προσπαθοῦσα νὰ καταστρώσω ἕνα σχέδιο. Πῶς θὰ ἔμπαινα στὸ σπίτι
τοῦ Κόρσακοφ χωρὶς νὰ μὲ πάρει εἴδηση κανείς; Τὸ βασάνισα
λίγο, ἀλλὰ δὲ μοῦ ἐρχόταν τίποτα καλύτερο. Θὰ πήγαινα στὸ
Φαλακρὸ βουνό, νὰ ζητήσω βοήθεια ἀπ’ τὶς μάγισσες, γιὰ καλὸ
καὶ γιὰ κακὸ ὅμως, εἶπα νὰ περάσω πρῶτα νὰ ρίξω μιὰ ματιά. Ὅταν
ἔφτασα, ὁ Κόρσακοφ εἶχε μόλις σηκωθεῖ ἀπ’ τὴν καρέκλα του καὶ
κρατῶντας μιὰ λάμπα πετρελαίου, κατευθυνόταν στὸ κρεβάτι
του. Περασμένα μεσάνυχτα βλέπεις. Δίπλα στὸ παράθυρο ἦταν τὸ
γραφεῖο του, γεμᾶτο μὲ στοῖβες ἀπὸ χαρτιά. Πλησίασα, ἔριξα μιὰ
ματιά, καὶ ὦ τοῦ θαύματος, πάνω-πάνω εἶδα νότες γνώριμες νὰ
διατρέχουν τὰ πεντάγραμμα. Ἦταν ἡ μελωδία ποὺ εἶχα γράψει πρὶν
ἀπὸ εἴκοσι χρόνια. Ἄρχισα νὰ σιγοτραγουδάω τὶς φράσεις τῆς
εἰσαγωγῆς, ἀκολουθῶντας τὶς ἀνάσες καὶ τοὺς χρωματισμοὺς τοῦ
κειμένου, κι ἔνιωσα τὴν ψυχή μου νὰ μαλακώνει. Ποτὲ δὲ μπόρεσα
νὰ ἐξηγήσω μὲ τὴ λογική, γιατί ἔντυσα τὸν Περίπατο μὲ αὐτές
τις νότες, γιατί χρησιμοποίησα τὰ συγκεκριμένα διαστήματα.
Ἁπλῶς αἰσθάνθηκα τὴ μελωδία νὰ ρέει στὶς φλέβες μου, στὸν ρυθμὸ
ποὺ χτυποῦσε ἡ καρδιά μου. Κατάλαβα ἀμέσως τότε πὼς κατεῖχε
μιὰ δύναμη ποὺ ἐρχόταν ἀπὸ τόπους ἡρωϊκοὺς καὶ χρόνους
μακρινούς. Μποροῦσε νὰ διεγείρει τὶς αἰσθήσεις καὶ νὰ ξυπνήσει
ἐπιθυμίες ἐνδόμυχες. Συνέχισα ὅμως νὰ διαβάζω παρακάτω,
καὶ σιγὰ-σιγὰ διαπίστωσα με ὀργὴ ὅτι, ἐδῶ κι ἐκεῖ, πάνω στὴ
σελίδα, χόρευαν ὀρνιθοσκαλίσματα τοῦ Κόρσακοφ. Σωστὰ μοῦ
εἶχαν μηνύσει τὰ πνεύματα πὼς ὁ γραφειοκράτης εἶχε βεβηλώσει
τὸ ἔργο μου. Πάντα εἶχε τὴν τάση νὰ λειαίνει τοὺς
νεωτερισμούς. Ἔσκυψα τότε νὰ δῶ καλύτερα τὶς κινήσεις τῶν
πνευστῶν, ἔχασα ὅμως τὴν ἰσορροπία μου, καί, ἄγνωστο πῶς, βρέθηκα
μὲς στὸ δωμάτιο, μὲ τὴ μούρη πάνω στὴν παρτιτούρα. Πῆγα νὰ τὴν
ἁρπάξω, ὅμως μὲ ταραχὴ συνειδητοποίησα ὅτι τὸ χέρι μου δὲν
μποροῦσε νὰ τὴν κρατήσει. Τὴ διαπερνοῦσε. Προσπάθησα χωρὶς
ἐπιτυχία νὰ πνίξω τὸν θυμὸ ποὺ μ’ ἔπιασε, ὅταν κατάλαβα τί
συμβαίνει. Πέρασα ἔξαλλος μὲ μιὰ δρασκελιὰ μέσα ἀπ’ τὸν τοῖχο,
κι ἔφυγα βρίζοντας. Στὴν πραγματικότητα δὲν ὑπῆρχε λόγος νὰ
συγχύζομαι, ὅμως ἐκείνη τὴ στιγμὴ δὲν ἤξερα ἀκόμα ὅτι τὰ
ἑπόμενα ἑκατὸ χρόνια θὰ κυκλοφοροῦσαν πάνω ἀπὸ ἑξῆντα
διαφορετικὲς ἐνορχηστρώσεις τῆς μουσικῆς ποὺ εἶχα γράψει στὴ
μνήμη τοῦ ἀγαπημένου μου φίλου Χάρτμαν. Γιατί, καλῶς ἢ κακῶς,
ἔτσι ἔχουν τὰ πράγματα. Ὅ,τι πέφτει στὰ χέρια τῶν ἄλλων, παύει νὰ
μᾶς ἀνήκει.
***
Modest Mussorgsky - Pictures at an Exhibition (original piano version)
***
Σ.τ.Ἐ: Ὑπάρχει ἐνδιαφέρουσα
φιλολογία γύρω ἀπὸ τὴν παράδοση τοῦ ἔργου τοῦ Ρώσου συνθέτη
Μοδέστου Μουσόρσγκυ (1839-1881). Διαβάζουμε στὴν ἀγγλόφωνη
Wiki: «Ὅπως καὶ μὲ τὰ περισσότερα ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ Μουσόρσγκυ, οἱ Εἰκόνες σὲ μιὰ Ἔκθεση
ἔχει ἕνα περίπλοκο ἱστορικὸ δημοσίευσης. Μολονότι
γράφτηκε σὲ μικρὸ διάστημα, τὸν Ἰούνιο τοῦ 1874, τὸ ἔργο δὲν
ἐμφανίστηκε σὲ ἔντυπη μορφὴ παρὰ τὸ 1886, πέντε χρόνια μετὰ
τὸν θάνατο τοῦ συνθέτη, ὅταν δημοσιεύθηκε σὲ μιὰ ἔκδοση τοῦ
φίλου καὶ συνάδελφού του Νικολάϊ Ρίμσκυ-Κόρσακοφ. Αὐτὴ ἡ
ἔκδοση, ὡστόσο, δὲν ἦταν μιὰ ἀπόλυτα ἀκριβὴς ἀναπαράσταση τῆς
παρτιτούρας τοῦ Μουσόρσγκυ, ἀλλὰ παρουσίασε ἕνα
ἀναθεωρημένο μουσικὸ κείμενο ποὺ περιεῖχε διάφορα λάθη καὶ
παραναγνώσεις. Μόνο τὸ 1931, κατὰ τὴν 50ὴ ἐπέτειο ἀπὸ τὸ
θάνατο τοῦ συνθέτη, οἱ Εἰκόνες σὲ μιὰ Ἔκθεση
δημοσιεύθηκαν σὲ ἐπιστημονικὴ ἔκδοση σύμφωνα μὲ τὸ
χειρόγραφό του, ποὺ θὰ συμπεριληφθεῖ στὸν 8ο τόμο τοῦ Pavel Lamm
Μ.Π. Μουσόρσγκυ: Πλήρης Ἔκδοση τῶν Ἔργων του
(1939). Τὸ 1940, ὁ Ἰταλὸς συνθέτης Luigi Dallapiccola δημοσίευσε
μιὰ σημαντικὴ κριτικὴ ἔκδοση τοῦ ἔργου του Μουσόρσγκυ μὲ
ἐκτεταμένα σχόλια. Τὸ πανομοιότυπο τοῦ χειρογράφου του
Μουσόρσγκυ δημοσιεύθηκε τὸ 1975.»
Ἐδῶ μπορεῖτε νὰ τὸ
παρακολουθήσετε στὴν ἐνορχήστρωση τοῦ Μωρὶς Ραβὲλ μὲ τὴν
Φιλαρμονική του Ὄσλο (2022):
Πηγή: Πρώτη δημοσίευση.
Γεράσιμος Βουτσινᾶς: Γεννήθηκε στὸν Πειραιᾶ καὶ
μεγάλωσε στὴν Καλλιθέα. Μελέτησε Μουσικὴ καὶ Βιολογία.
Εἶναι Διευθυντὴς Ἐρευνῶν στὸ Ἰνστιτοῦτο Βιοεπιστημῶν καὶ
Ἐφαρμογῶν τοῦ ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος» καὶ διδάσκει Μοριακὴ
Βιολογία στὸ Ἀμερικανικὸ Κολλέγιο Ἑλλάδας Deree. Ἔχει
ἐκδώσει τὶς ποιητικὲς συλλογὲς Ἡ κατασκευὴ τῆς ἀλήθειας (Ἐκδόσεις Γαβριηλίδης, 2011) καὶ Χρονικὸ μιᾶς ἀστραπῆς (Ἐκδόσεις Περισπωμένη, 2021). Ποιήματά του ἔχουν δημοσιευθεῖ στὴν Ποιητική, τὶς Ἀναγνώσεις τῆς Αὐγῆς, τὰ ἠλεκτρονικὰ περιοδικὰ Διάστιχο, Bookpress, PoeticaNet καὶ Fractal, τὴ διαδικτυακὴ συλλογὴ poets.gr, καὶ ἔχει μεταφράσει ποίηση τῶν James Tate, Frank O’ Hara, Charles Simic καὶ Fanny Howe (Ποιητική, Διάστιχο, Παράσιτο).
|
|
|
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου