Η Σόνια Ζαχαράτου έχει διανύσει μια μακρά πορεία στον χώρο της δημοσιογραφίας. Έχει εργαστεί σε εφημερίδες και περιοδικά ως ρεπόρτερ, συντάκτρια αλλά και σε επιτελικές θέσεις. Για περίπου δύο δεκαετίες εμφανιζόταν στη δημόσια τηλεόραση σε σειρές εκπομπών και είχε δικές της εκπομπές στον 98,4 και στην ΕΡΑ, καθώς και στο ελληνικό πρόγραμμα της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας. Ως συγγραφέας υπηρετεί την πεζογραφία, την ποίηση και το θέατρο. Έργα της: Πανσέληνος παρά κάτι, ποιητικά πεζογραφήματα (Αστάρτη, 1998), Τρεις νύχτες του Αυγούστου (και μία ημέρα), ψυχολογικό θρίλερ (Ελληνικά Γράμματα, 2009), Ρόδινη Στάχτη – Μαρία Θηρεσία Καρλότα, ιστορικό αφήγημα (Εξάντας, 2011), Ο εχθρός μου, θεατρικό (Μπαρτζουλιάνος, 2012), Τα νερά στα μάτια σου, ιστορικό αφήγημα (Τόπος, 2012), MadreDolorosa – Ο Έρωτας, ποίηση (Μελάνι, 2013), Το Γκολ, θεατρικό νουάρ (Μπαρτζουλιάνος, 2014), Οι Απέναντι – 23 συνεντεύξεις και μία συζήτηση (Πολύτροπον, 2016), Παιχνίδι με τον σπάγκο, ποίηση & πρόζα (Κουκούτσι, 2017), Μαρία Θηρεσία Καρλότα –Ρόδινη Στάχτη, συμπληρωμένη επανέκδοση (Εκδόσεις Κύφαντα, 2020). Η συλλογή διηγημάτων της Σκέπασέ με μονάχα, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Συρτάρι, μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.
Σκέπασέ με μονάχα, ο τίτλος της πρόσφατης συλλογής διηγημάτων σας. Θέλετε να μας δώσετε κάποια στοιχεία της;
Το κυρίαρχο στοιχείο είναι ο ποιητικός λόγος που διατρέχει σχεδόν και τα δέκα κείμενα. Και τα αποκαλώ «κείμενα», επειδή δεν έχουν την κλασική διηγηματική δομή. Κάποια, μάλιστα, θα τα χαρακτήριζα ως ποιήματα, καθώς έχουν μέτρο και ρυθμό – χωρίς, ωστόσο, να είναι ομοιοκατάληκτα. Το δεύτερο στοιχείο είναι η πρωτοπρόσωπη γραφή. Γίνομαι, καθώς γράφω, η ηλικιωμένη κυρία Ευανθία, η Μαρία των τρένων, η μάνα κάτω από τα ερείπια του σεισμού, η πόρνη με τα γάντια, ο γιος που αυτοκτονεί, ο πρόσφυγας που κείται στο χαντάκι... Αν δεν βιώσω φαντασιακά βαθύτατα μια κατάσταση άλλου ανθρώπου, δεν μπορώ να αποδώσω τα συναισθήματά του. Γι’ αυτό και ασυνείδητα, το χέρι μου γράφει στο πρώτο πρόσωπο. Η πυκνότητα της γραφής, επίσης, προστίθεται στα στοιχεία, πυκνότητα που εκφράζεται με εικόνες, άλλοτε τρυφερές κι άλλοτε εφιαλτικές, και υποφώσκει κι ένας σουρεαλισμός σε κάποια κείμενα, που ανατρέπει τη λογική άλλων. Αυτά έχω να καταθέσω στην ερώτησή σας, τα υπόλοιπα θα τα βρουν οι αναγνώστες.
Ποια ήταν η αφορμή, το πρώτο διήγημα, ίσως, ώστε να γράψετε και τα επόμενα που διαβάζουμε στην ανά χείρας συλλογή;
Δεν έγραψα με αυτόν τον τρόπο. Κάποια κείμενα είναι γραμμένα παλαιότερα και άλλα πρόσφατα. Γι’ αυτό και διαφέρουν ως προς το ύφος. Γι’ αυτό συνυπάρχουν «Η μαμά και η Ντιρλαντά», που κρύβει πίσω από το χιούμορ του ένα πικρό χαμόγελο, με την αγωνιώδη προσπάθεια του πρόσφυγα να ορθοποδήσει σε μια ξένη χώρα, που καταλήγει σε μανιώδη κατάσταση. Είναι μια συλλογή με την έκπληξη της... ασυνέχειας!
Κατά πόσο η συγγραφική πορεία σας είναι απόρροια, φυσική εξέλιξη, της δημοσιογραφικής σας πορείας;
Ασχολούμουν με την ποίηση πολύ πριν από τη δημοσιογραφία. Ήμασταν νέοι τότε, μια ομάδα φιλόδοξων αγοριών και κοριτσιών, εκδώσαμε και δύο ανθολογίες. Δεν θα έλεγα, λοιπόν, ότι η συγγραφική πορεία έχει να κάνει με τη δημοσιογραφική πορεία μου. Η δημοσιογραφία, άλλωστε, απέχει από τη λογοτεχνική γλώσσα, είναι σχεδόν αυτοματοποιημένη, έχει το μείον της ταχύτητας, το υπέρ της γυμνότητας. Με ερεθίζουν, όμως, ειδήσεις κοινωνικού περιεχομένου, καταστάσεις ανθρώπινες οι οποίες με ταράζουν, αθέλητα εσωκλείονται στη μνήμη, στο σώμα, αυθαιρετούν, εκκολάπτονται και, κάποια στιγμή, έχουν την ανάγκη να εξωτερικευτούν, παίρνοντας σάρκα και οστά. Έτσι σχηματίζονται οι ήρωές μου και οι ηρωίδες μου. Θέλω να πω ότι κουβαλώ τη ζωή πολλών ανθρώπων εντός μου. Συχνά, αυτές οι ζωές με παιδεύουν και η αποβολή τους, με την κατάθεσή τους στο χαρτί, δεν με απελευθερώνει πάντα.
Αν δεν βιώσω φαντασιακά βαθύτατα μια κατάσταση άλλου ανθρώπου, δεν μπορώ να αποδώσω τα συναισθήματά του.
Ποιοι είναι οι δικοί σας αγαπημένοι συγγραφείς;
Ασφαλώς, οι αρχαίοι τραγικοί και οι κλασικοί Ρώσοι. Μένω πάντα ενεή με τον τρόπο που εμβαθύνουν στους χαρακτήρες των ηρώων τους, με τον τρόπο που πλέκουν την πολιτική διάσταση της εποχής τους με τις ψυχολογικές διακυμάνσεις, με το πώς το φορτίο της γλώσσας τους είναι καθοριστικό για την υψηλή ποιότητα νοημάτων τους. Όσο για τους σύγχρονους, είναι δεκάδες οι συγγραφείς που με έχουν συγκινήσει. Δεν θέλω να αναφερθώ σε άξιους Έλληνες συναδέλφους για να μην ξεχάσω κάποιο όνομα, αλλά τι μπορώ να πω για τον Φόκνερ, για τον Μπέκετ, τον Κούντερα, τον Έκο, τον Κορτάσαρ, τον Σελίν, τον Ζενέ, τον Χουάν Ρούλφο και όλον τον μαγικό ρεαλισμό, τον Μπατάιγ... Έτσι, για να αναφέρω γραφές που με σμίλευσαν.
Θεωρείτε ότι, συγγραφικά, σας ταιριάζει περισσότερο η μικρή λογοτεχνική φόρμα;
Να, λοιπόν, ένας πιθανός επηρεασμός της δημοσιογραφίας. Σφικτά, μικρά κείμενα με συγκεκριμένο αριθμό λέξεων για να χωρέσουν στη στήλη του περιοδικού ή της εφημερίδας! Αυτή είναι η δημοσιογραφική φόρμα και αυτό το δεδομένο που δεν φεύγει από τον νου. Να κόβει κανείς το κείμενο λέξη προς λέξη για να μη ξεφύγει από τον συγκεκριμένο αριθμό. Να «κεντά», όπως λέμε στη γλώσσα μας. Πέρα από αυτό, όμως, αγαπώ πολύ τη μικρή λογοτεχνική φόρμα, όχι μόνο να τη γράφω αλλά και να τη διαβάζω. Φυσικά και υπάρχουν ογκώδη μυθιστορήματα που είναι αριστουργήματα. Όπως κάποια των συγγραφέων που προανέφερα. Τα διαβάζω κι αυτά. Και με συνεπαίρνουν.
Ήταν η περίοδος του εγκλεισμού λόγω της πανδημίας γόνιμη για εσάς; Γράψατε, διαβάσατε βιβλία;
Θα σας απογοητεύσω ως προς την ανάγνωση. Ήταν η πιο τεμπέλικη περίοδος που έχω ζήσει. Δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ για να διαβάσω, δεν θυμόμουν τι έγραφε η προηγούμενη σελίδα που είχα μόλις τελειώσει, ξεχνούσα ακόμη και τον τίτλο του βιβλίου. Ως προς τη γραφή, πού και πού κάτι λίγο, αλλά αυτό που κυρίως έκανα ήταν να συγκεντρώνω από τα έγγραφα του υπολογιστή μου και να κατηγοριοποιώ τα κείμενά μου, να διορθώνω ποιήματά μου, να διορθώνω και να σβήνω και να πετώ. Καρπός αυτής της εργασίας είναι και το βιβλίο το οποίο έγινε η αφορμή γι’ αυτή τη συνέντευξη. Επίσης, τον ίδιο καιρό δούλεψα για ένα ακόμη βιβλίο, που θα κυκλοφορήσει πολύ σύντομα.
Ποιο βιβλίο διαβάσατε πρόσφατα και σας εντυπωσίασε;
Με εντυπωσίασαν: το Άδεια σπίτια της Μεξικανής Μπρέντα Ναβάρο, σε μετάφραση Ασπασίας Καμπύλη. Επίσης, το Πιστή και ενάρετη νύχτα της Λουίζ Γκλικ, σε μετάφραση Χάρη Βλαβιανού και Δήμητρας Κωτούλα. Το δεύτερο βιβλίο που σας αναφέρω είναι ποιητικό. Όπως βλέπετε, πάλι δεν αναφέρω Έλληνες συγγραφείς...
Έχοντας διανύσει μια μακρά πορεία στην ελληνική τηλεόραση, πώς βλέπετε την κατάσταση στα τηλεοπτικά δρώμενα σήμερα;
Και πάλι θα σας απογοητεύσω. Δεν βλέπω καθόλου τηλεόραση. Χάλασε κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού κι ένιωσα να απελευθερώνομαι. Έτσι, παραμένει ακόμη κλειστή. Από όσα, όμως, διαβάζω στα διάφορα site και μαθαίνω από συναδέλφους, τίποτα δεν έχει αλλάξει. Διαιωνίζονται και τα καλά και τα κακά της μικρής οθόνης.
Ποια αξία θεωρείτε υπέρτατη;
Την αγάπη στον άνθρωπο. Διότι η αγάπη περικλείει τον σεβασμό, τη δικαιοσύνη, την αλληλεγγύη, τη συγχώρεση και, ως συνέπεια, την εσωτερική γαλήνη.
Ασχολείστε τώρα με τη συγγραφή κάποιου βιβλίου;
Θα κυκλοφορήσει πολύ σύντομα το βιβλίο Συναντήσεις με ανθρώπους του καιρού μας από τις Εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος. Το βιβλίο περιέχει περίπου 28 συνεντεύξεις που πήρα στο παρελθόν και οι περισσότερες δημοσιεύτηκαν στο ΒΗΜΑgazino. Πρόκειται για Έλληνες και Ελληνίδες από τον χώρο του πολιτισμού και των επιστημών. Σας αναφέρω μερικά ονόματα: Γιώργος Γραμματικάκης, Ελένη Αρβελέρ, Παύλος Μάτεσις, Δημήτρης Μυταράς, Γιάννης Ξανθούλης, Δημήτρης Παπαϊωάννου, Ελένη Καραΐνδρου, Μαρία Φαραντούρη, Μαρία Ναυπλιώτου, Σπύρος Ευαγγελάτος, κ.ά. Το βιβλίο αυτό είναι ο δεύτερος τόμος συνεντεύξεών μου. Ο πρώτος, με τίτλο 23 συνεντεύξεις και μία συζήτηση, στον οποίο συμμετείχαν και αρκετοί ξένοι, είχε εκδοθεί από το «Πολύτροπον». Οσονούπω, λοιπόν, ο δεύτερος τόμος και στα σκαριά ένα βιβλίο με ποιήματα.
Σκέπασέ με μονάχα
Σόνια Ζαχαράτου
Εκδόσεις Συρτάρι
σ. 116
ISBN: 978-618-85976-6-2
Τιμή: 13,00€
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου