SIDE

Πήγα στο περιαστικό δάσος της Θεσσαλονίκης την δεύτερη μέρα που βρέθηκα στην πόλη, το 1991, 20 χρόνια πριν από την μόνιμη εγκατάστασή μου στην Θεσσαλονίκη. Με κάλεσε ο Σταύρος Υφαντής, εκδότης του περιοδικού Οικοτοπία να δούμε τα κροκοδειλάκια σε μια βραχώδη ζώνη. Ο Σταύρος και πολλοί άλλοι του οικολογικού χώρου, με περισσότερο δραστήριους τα μέλη της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας, ανέβαιναν εκεί για να επιτηρούν το δάσος ως μέλη του Συλλόγου εθελοντικής δασοπροστασίας και πυρόσβεσης. Έβλεπες ακόμη τότε τα αποτελέσματα της πυρκαγιάς του 1997, αλλά η θέα προς την πόλη και την θάλασσα ήταν καταπληκτική. Έγραψα τότε ένα σύντομο κείμενο για τα κροκοδειλάκια για την εφημερίδα «Χίλια δέντρα» που εξέδιδε αυτός ο σύλλογος.

Το κροκοδειλάκι (Stellagama stellio)

Τα Χίλια δέντρα είναι το πρώτο όνομα του περιαστικού δάσους της Θεσσαλονίκης και αφορά την έκταση γύρω από το Θέατρο Δάσους. Πρόκειται για την πρώτη ζώνη όπου έγιναν αναδασώσεις, μετά από την πλήρη αποψίλωση επί τουρκοκρατίας. Σε αυτή την συστάδα δόθηκε το όνομα Κεδρηνός λόφος από το όνομα του βυζαντινού μοναχού και χρονικογράφου του 11ου αιώνα Γεωργίου Κεδρηνού. Το είχε προτείνει ο ποιητής Γεώργιος Βαφόπουλος στο Δημοτικό Συμβούλιο της Θεσσαλονίκης. Οι περισσότεροι όμως προτιμούν την μάλλον εξωτική ονομασία Σέιχ Σου που σημαίνει το νερό του σεΐχη από ένα τουρμπέ, μουσουλμανικό νεκρικό μνημείο, στην περιοχή Χίλια δέντρα.

Επιλέξαμε, στον τίτλο του βιβλίου, την αναφορά στο δάσος ως «Περιαστικό δάσος της Θεσσαλονίκης». Το Σέιχ Σου μου φαίνεται εξυπνακίστικο και εκχώρηση στις τάσεις συγκάλυψης των βαρβαροτήτων της τουρκοκρατίας και της απόκρυψης της πλήρους αποψίλωσης τότε. Το Κεδρηνός λόφος είναι μάλλον πολύ μερικό όνομα και αναφέρεται στην έκταση που βλέπει το μάτι σου από την πόλη κάτω. Μετά από τις εκτεταμένες αναδασώσεις που έκανε η δασική υπηρεσία, από το 1931 έως το 1953, με σχεδόν 2 εκατομμύρια δέντρα, το δάσος πλέον είναι κάτι άλλο. Είναι πολύ μεγαλύτερο από τα Χίλια δένδρα, φτάνει έως το Ασβεστοχώρι και το μικρό φυσικό δρυοδάσος Κουρί. Το περιαστικό δάσος είναι πάνω από 30.000 στρέμματα και είναι ένα εκπληκτικό αποτέλεσμα συνεχών αναδασώσεων για την δασοκάλυψη και την αντιμετώπιση των πυρκαγιών.

Η έκταση πάνω από το Επταπύργιο πριν τις αναδασώσεις (γαλλική αεροφωτογραφία του 1917)

Advertisements
REPORT THIS ADΑΠΟΡΡΗΤΟ

Το δάσος από την Θεσσαλονίκη έως τους πρόποδες του Χορτιάτη, την Εξοχή και το Ασβεστοχώρι, δεν είναι το δάσος δρυών της βυζαντινής περιόδου με τις βελανιδιές και τα νερά σε βαθύσκιες ρεματιές, ούτε μία μικρή συστάδα δένδρων γύρω από μία πηγή ή ένα δευτερεύον ταφικό μνημείο. Είναι πλέον το περιαστικό δάσος της πόλης. Έχει δηλαδή χαρακτηριστικά δάσους και χαρακτηριστικά πάρκου. Δεν παράγει ξυλεία – δεν είναι ένα παραγωγικό δάσος – αλλά δεν είναι και εθνικός δρυμός με φυσικές περιοχές και μεγάλα ώριμα δένδρα. ΟΙ βασικές διαφορές είναι η έντονη ανθρώπινη παρουσία με την όχληση που δημιουργεί στην άγρια ζωή και το νεαρό των δένδρων που δεν προσφέρουν ακόμα μικροπεριβάλλοντα κατάλληλα για το φώλιασμα και καταφύγιο δασικών ειδών, πέρα από τα σχετικά κοινά. Έχει όμως μεγάλες δυνατότητες να προσφέρει αναψυχή και να εξελιχθεί σε ένα όμορφο ποικίλο δάσος το οποίο αποικίζεται συνεχώς από τον ορεινό όγκο του Χορτιάτη.

Σε κάθε περίπτωση, όντας δίπλα σε μία μεγάλη πόλη, έχει από αιώνες τα χαρακτηριστικά της συνάντησης της πόλης με την φύση. Και μάλλον αυτό ήταν πάντα, αφού η Θεσσαλονίκη ήταν μεγάλη πόλη εδώ και 23 αιώνες. Όπως έγραφε στις αρχές του 10ου αιώνα ο Ιωάννης Καμενιάτης «τα ελάφια αφήνουν τα όρη… και σχηματίζουν εδώ αγέλη με τα βόδια και βόσκουν μαζί.». Αυτό είναι το χαρακτηριστικό της ελληνικής φύσης όπου δεν υπάρχουν εκτεταμένες ανεπηρέαστες φυσικές περιοχές χωρίς δρόμους. Η βλάστηση όμως πάντα ανακάμπτει και η πανίδα επανέρχεται πάντα όπου ο άνθρωπος υποχωρεί λίγο, σταματάει τις φωτιές, τις εκχερσώσεις και το κυνήγι. Ας μην έχουμε όμως αυταπάτες : ακόμη και χωρίς κυνηγετικά τουφέκια, οι άνθρωποι φαίνεται να έχουν ισχυρή αρνητική επίδραση στην άγρια ζωή. Η κίνηση των οχημάτων περιορίζει τα είδη που σκοτώνονται ή απομακρύνονται από τον φόβο τους.

Στις νησίδες φύσης μέσα στην πόλη (πάρκα και γραμμικές συστάδες δένδρων που συνδέουν τα πάρκα) ή στους διαδρόμους φύσης στην πόλη (ρέματα και ποτάμια) τα είδη περιορίζονται και μένουν μόνο αυτά που έχουν στενή εξειδίκευση στο ενδιαίτημά τους. Δεν θα δούμε εκεί είδη που μέρος της ζωής τους το περνούν σε διαφορετικά ενδιαιτήματα. Οι φρύνοι που αναπαράγονται στο νερό αλλά ζουν μέρος της ζωής τους στην χέρσο θα εξοντωθούν μέχρι ενός· αντίθετα θα μείνουν στο ρέμα οι λιμνοβάτραχοι και οι νεροχελώνες, αν έχουν χώρο να γεννήσουν τα αυγά τους και δεν σκάψουν τις φωλιές τους τα σκυλιά.

Αντίστοιχα και στο περιαστικό δάσος τα πιο επιφυλακτικά είδη θα απομακρυνθούν από την μεγάλη παρουσία του ανθρώπου, τις μηχανές και τα αυτοκίνητα. Μόνο στα πιο απρόσιτα σημεία θα δούμε κάποια πιο σπάνια είδη.

Στην Θεσσαλονίκη έχουμε κάλυψη κατά 77% από κτήρια, 19% από ασφαλτοστρωμένους δρόμους και μόνο 4% ελεύθερους χώρους. Σε αυτήν την επιμήκη πόλη που ορίζεται από την θάλασσα και το βουνό, με υγροτόπους στα ανατολικά και τα δυτικά όρια της, το περιαστικό δάσος που εφάπτεται σε μήκος 17 χιλιομέτρων, από τα Πεύκα έως το Πανόραμα, είναι σωτήριο. Δίνει την αίσθηση ότι δεν είμαστε στην πιο πυκνοδομημένη πόλη της Ελλάδας. Το δάσος ορίζεται από την περιφερειακή οδό, αλλά όχι σε όλες τις θέσεις. Μια μεγάλη μεταβατική ζώνη επαφής δάσους – πόλης υπάρχει εσωτερικά της περιφερειακής οδού. Έχει εκεί δύο θέατρα, τον Ζωολογικό κήπο, σχολεία, γηροκομείο, γήπεδα.

Η περιοχή Χίλια δένδρα

Η τάση συνεχούς επέκτασης υποδομών μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη τσιμεντοποίηση της στενής αυτής ζώνης, με την περιφερειακή στην νέα μορφής της – το fly over – να ορίζει την πόλη σαν να είναι Los Angeles. Το πολεοδομικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης έχει 2,7 τ.μ. πράσινο ανά κάτοικο αλλά το Los Angeles διαθέτει 48,5 τ.μ ανά κάτοικο[1]. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας θεωρεί ότι η ελάχιστη αναλογία πρασίνου στις πόλεις ανά κάτοικο δεν πρέπει να είναι κάτω από τα 9 τ.μ. ανά κάτοικο. Είναι λίγο σχετικά αυτά τα ποσοστά καθώς δεν είναι πάντα σαφή τα όρια των πόλεων και των ορίων των δασών – πάρκων στα όρια της πόλης, όπως συμβαίνει στην Θεσσαλονίκη.

Έκανα κάποιες ειδικές καταγραφές για τα πουλιά στο περιαστικό δάσος σε διαφορετικές εποχές του χρόνου. Κατέγραψα τα είδη που αναπαράγονται στο δάσος, την άνοιξη του 2000, σε 46 θέσεις με το πρώτο φως της ημέρας. Τότε δεν έχει επισκέπτες και τα πουλιά είναι πιο εκδηλωτικά. Βρήκα ότι φωλιάζουν στο δάσος 35 είδη ενώ μερικά αρπακτικά φτάνουν στο περιαστικό από τον Χορτιάτη, όπως και εκατοντάδες σταχτάρες από τα 3 είδη που φωλιάζουν στα ψηλά κτήρια της Θεσσαλονίκης. Συνολικά είναι παρόντα σε διάφορες εποχές τουλάχιστον 82 είδη πουλιών. Βρήκα ότι τα πουλιά φώλιασαν και στις τεχνητές φωλιές που είχε βάλει παλαιότερα η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία και μετά η δημοτική κίνηση «Μένουμε Θεσσαλονίκη». Οι περισσότερες όμως καταστράφηκαν με τον καιρό ή κόπηκαν κατά τις υλοτομίες των πεύκων για την αντιμετώπιση του καταστροφικού φλοιοφάγου εντόμου Tomicus piniperda.

Σε αυτήν την έρευνα βρήκα επίσης πολλά άλλα είδη, θηλαστικά, αμφίβια, ερπετά και ενδιαφέροντα έντομα. Βρήκα και μια θέση που κάνουν λασπόλουτρα τα αγριογούρουνα. Αυτά τα στοιχεία αναφέρονται στο βιβλίο. Για τα αμφίβια και ερπετά ο κατάλογος είναι από την έρευνα που έκανε παλιότερα εκεί ο Ηλίας Στραχίνης.

Το Επταπύργιο και η Θεσσαλονίκη από το περιαστικό δάσος

Ο φίλος Γιώργος Κοράκης, αναπληρωτής καθηγητής δασολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου μοιράζεται ανάλογο ενδιαφέρον για την χλωρίδα και την βλάστηση. Περπατάει και φωτογραφίζει φυτά και δένδρα στο περιαστικό δάσος. Έτσι συνθέσαμε αυτό το βιβλίο που απευθύνεται σε όποιον θέλει να κάνει βόλτα στο δάσος με οποιαδήποτε διάθεση εδράζεται σε σεβασμό στην φύση και τα άλλα είδη.

Δεν υπάρχει κάποιο πολύ σπάνιο είδος στο περιαστικό δάσος, αλλά για το παρατηρητικό επισκέπτη υπάρχουν πολλές εκπλήξεις. Έτσι και το βιβλίο παρουσιάζει αυτό που υπάρχει σε σχέση με την χλωρίδα κυρίως τα δενδρώδη και θαμνώδη είδη, διακρίνοντας τα αυτοφυή από τα είδη που φυτεύτηκαν τεχνητά ώστε να γίνει κατανοητό το αποτέλεσμα της αναδάσωσης. Υπάρχει επίσης μια καλή δόση ιστορίας από αυτά που γνωρίζουμε από τις βυζαντινές πηγές και η σύγχρονη ιστορία των παρεμβάσεων μετά την απελευθέρωση, το 1912.

Για τον επισκέπτη λοιπόν σε αυτό το δάσος – πάρκο υπάρχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Αξίζει να περιηγηθεί εκεί, χωρίς αυτοκίνητο, μηχανή ή ποδήλατο για να περπατήσει στους δρόμους και τα μονοπάτια. Το πρωί θα ακούσει τα κελαϊδίσματα, θα δει τις χελώνες, θα αναγνωρίσει πολλά είδη λουλουδιών σε μια μεγάλη περίοδο ανθοφορίας από τις ανεμώνες τον χειμώνα και θα δείξει στα παιδιά του τις παπαρούνες τον Μάιο. Αυτή είναι μια ουσιώδης διαφορά από ένα αστικό πάρκο με τακτοποιημένη βλάστηση. Θα ακούσει τα βατράχια στις θέσεις με νερό, εκεί που η δασική υπηρεσία, με τα υδρονομικά έργα για την συγκράτηση φερτών μετά την πυρκαγιά του 1997, διαμόρφωσε καλές συνθήκες για τα αμφίβια αλλά και για την ανάπτυξη δέντρων που απαντούν σε ρέματα ή φυλλοβόλων που χρειάζονται πιο δροσερά περιβάλλοντα. Θα βρει επίσης μια ήσυχη γωνιά για να καταλαγιάσει από τον θόρυβο της πόλης.

Μια ήσυχη γωνιά για καλλιτέχνες

Υπάρχουν μερικά πράγματα που θα θέλαμε να γίνουν:

  • να αυξηθεί η βιοποικιλότητα στην σύνθεση των ειδών δένδρων και θάμνων. Ίσως αυτό ήδη να συμβαίνει καθώς κάτω από τα πεύκα που κόπηκαν αναπτύσσονται αείφυλλα πλατύφυλλα και άλλα είδη.
  • να υπάρχουν περισσότερα άγρια οπωροφόρα δέντρα για να ευνοηθούν οι πληθυσμοί των ζώων που τρέφονται με τους καρπούς τους.
  • να υπάρχουν περισσότερα φυλλοβόλα δέντρα όπως βελανιδιές για να κάνουν εκεί τις φωλιές τους τα πουλιά. Το θεωρούμε προτιμότερο από το να βάζουμε τεχνητές φωλιές πουλιών.
  • να διασφαλιστούν ορισμένες ζώνες για την ανάπτυξη της φυσικής βλάστησης και της άγριας ζωής, χωρίς δρόμους και έντονη ανθρώπινη παρουσία.
  • να σταματήσουν οι ιδέες που έχουν οι δήμοι και διάφοροι φορείς να βάζουν στο δάσος ό,τι περισσεύει ή δεν χωράει στην πόλη. Ας ασχοληθούν οι δήμοι με την αποστραγγιστική τάφρο που ξεκινώντας από το περιαστικό δάσος είναι η σημαντικότερη ημιφυσική έκταση στην πόλη ή με την εκβολή του Δενδροποτάμου, τον ζωολογικό κήπο και τις άλλες φυσικές περιοχές και τα πάρκα στην πόλη.
  • Να περιοριστούν τα ξενικά είδη, αυτά που φυτεύτηκαν και τα χωροκατακτητικά που εισβάλουν.
  • να σταματήσει να είναι το περιαστικό δάσος χώρος αποδοχής των αδέσποτων σκυλιών και οι δήμοι να αναλάβουν τις ευθύνες τους με χώρους σε άλλες θέσεις σεβόμενοι ότι το δάσος είναι χώρος για την άγρια ζωή και ασφαλούς περιήγησης των ανθρώπων.
  • να περιοριστούν τα σκουπίδια, όχι με τοποθέτηση κάδων σαν να είναι ένας οποιοσδήποτε αστικός χώρος θα αλλά με αλλαγή της στάσης των πολιτών.
  • να φυλάξουμε το δάσος και να δημιουργήσουμε τις συνθήκες αποτροπής καταστροφικών πυρκαγιών.
Τοποθέτηση τεχνητών φωλιών στο περιαστικό δάσος από την δημοτική κίνηση «Μένουμε Θεσσαλονίκη»

Το Περιαστικό Δάσος της Θεσσαλονίκης δεν ανήκει σε κανέναν. Την αρμοδιότητα διαχείρισης την έχει δασική υπηρεσία. Οι πολίτες και οι δήμοι μπορούν και πρέπει να συμμετέχουν σε δράσεις προστασίας και βελτίωσης.

Ευχαριστώ για την συμβολή τους στην έκδοση τα μέλη της δημοτικής κίνησης «Μένουμε Θεσσαλονίκη» και ιδιαίτερα: τον Γιώργο Ρακκά που μαζί συντάξαμε τις προτάσεις, τον Γιάννη Ταχόπουλο που έψαξε και βρήκε τα πρωτότυπα κείμενα των βυζαντινών χρονικογράφων, τον Δημήτρης Τζήκα που έκανε τις διορθώσεις των κειμένων και τον Δημήτρη Λουζικιώτη για την γραφιστική επεξεργασία και επιμέλεια.

Δημήτρης Γ. Μπούσμπουρας

Το βιβλίο διατίθεται από την Δημοτική Κίνηση «Μένουμε Θεσσαλονίκη» στην τιμή κόστους εκτύπωσης

Επικοινωνία: menoumethess@gmail.com

Το περιαστικό δάσος, από δασική διαχειριστική μελέτη της δασικής υπηρεσίας.

[1] Η Αθήνα βρίσκεται σε πολύ χειρότερη κατάσταση με 0,97 τ.μ. πρασίνου ανά κάτοικο.