Ο
Δ. Γερονίκος μας θυμίζει τους χωμάτινους δρόμους που – κατά παρέκκλιση της γενικευμένης
επίστρωσης της Αθήνας με «σκληρά υλικά» - συνεχίζουν να υπάρχουν στα 14,5
στρέμματα των προσφυγικών οικημάτων λεωφόρου
Αλεξάνδρας…
«Οι χωμάτινοι δρόμοι μεταξύ των
πολυκατοικιών, είναι από τους ελάχιστους που έχουν απομείνει πια μέσα στην
τσιμεντένια πρωτεύουσα»…
Ακόμη
ο ίδιος, σε μια μικρή αφήγηση για το παρελθόν του χώρου, αναφέρεται στις κινήσεις
που έγιναν το 2001, εν όψει των Ολυμπιακών αγώνων :
«το 2001, με το πρόσχημα των
Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, άρχισε να εκφράζεται έντονα εκ μέρους της κεντρικής
εξουσίας η ανιστόρητη απειλή για κατεδάφιση των κτιρίων. Κατά τη διάρκεια των ετών αυτών η Κτηματική
Υπηρεσία του Δημοσίου χρησιμοποιώντας εκβιασμούς και ατομικούς εκφοβισμούς
αγόρασε κάποια διαμερίσματα, δεν κατάφερε όμως να τα αγοράσει όλα όπως
επιθυμούσε….»
Δοθέντος
ότι η μνημονιακή εξουσία εσχάτως ζαλίζει τα …αμελέτητα των πολιτών με σωρεία αναφορών σε «επίορκους δημοσίους
υπαλλήλους» κλπ. , ο Γερόνικος μιλάει σε
ανύποπτο χρόνο για τους ορκισμένους εχθρούς του δημοσίου συμφέροντος, που είναι οι
υποτελείς και ρουσφετολόγοι…..
«ο ρόλος και το ήθος των ειδικών
σε επίπεδο προσωπικής ευθύνης είναι ένα σημαντικό ποιοτικό χαρακτηριστικό που
διαφοροποιεί τις πραγματικές υπηρεσίες δημοσίου συμφέροντος από τις σχέσεις
υποτέλειας και υποταγής ρουσφετολογικού τύπου…..»
Όλο
το κείμενο του Γερόνικου + μια από τις εξαιρετικές φωτογραφίες του από τα
προσφυγικά…..
Η
σημερινή περιοχή των προσφυγικών πολυκατοικιών της λεωφόρου Αλεξάνδρας μέχρι
την δεκαετία του `20 άνηκε στο Δήμο Αθηναίων και αποτελούσε το λεγόμενο
"Κτήμα Αμπελοκήπων". Στη συνέχεια η έκταση παραχωρήθηκε προκειμένου
να ανεγερθούν πολυκατοικίες, ώστε να στεγαστούν κάποιοι από τους πρόσφυγες του
1922 που μέχρι τότε ζούσαν σε τρώγλες. Στην έκταση των 14.5 στρεμμάτων γης
περιέχονται τα 228 σπίτια των οκτώ προσφυγικών πολυκατοικιών, οι οποίες
καταλαμβάνουν συνολικά το 30% των 14,5 στρεμμάτων δημόσιας γης, ενώ το 70%
δηλαδή 10 στρέμματα είναι ελεύθερος υπαίθριος χώρος. Τα κτίρια αυτά
δημιουργήθηκαν από τον αρχιτέκτονα Κίμωνα Λάσκαρι σε συνεργασία με τον πολιτικό
μηχανικό Δημήτριο Κυριακό. Αυτοί επηρεασμένοι από την ιδέα του γερμανικού
λειτουργισμού ουσιαστικά εφάρμοσαν το 1993 στην Ελλάδα, σχεδόν ταυτόχρονα με
την Ευρώπη, τις ριζοσπαστικές απόψεις του μοντέρνου κινήματος. Απόψεις που
αφορούσαν σε λιτές αρχιτεκτονικές μορφές, αλλά και σε οργάνωση των κτιρίων με
τη μεταξύ τους ταυτόχρονη συνύπαρξη ελεύθερων χώρων. Σήμερα ανάμεσα στα
τεράστια κρατικά κτίρια και τις πυκνοδομημένες πολυώροφες πολυκατοικίες, τα
προσφυγικά αποπνέουν ένα διαφορετικό αέρα, με λιτές εξωτερικά αρχιτεκτονικές
όψεις και έμφαση σε γεωμετρικές φόρμες και χρώμα. Οι χωμάτινοι δρόμοι μεταξύ των πολυκατοικιών, είναι από
τους ελάχιστους που έχουν απομείνει πια μέσα στην τσιμεντένια πρωτεύουσα.
Τα ίχνη στους τοίχους από τις σφαίρες των Δεκεμβριανών του 1944 και του
εμφυλίου πολέμου, τα πολύχρωμα υφάσματα απλωμένα στους εξώστες, οι γλάστρες με
τα φυτά στα μικρά μπαλκόνια, οι σκουριασμένες κεραίες στις ταράτσες συνθέτουν
ένα μωσαϊκό ιστορικής συνέχειας 79 ετών.
Ήδη από το 1986 η ευρύτερη περιοχή των Κουντουριώτικων, στην οποία εντάσσεται και το συγκρότημα των προσφυγικών πολυκατοικιών, είχε θεσμοθετηθεί ως περιοχή ανάπλασης από το ρυθμιστικό σχέδιο της Αθήνας. Τότε είχαν εκφραστεί οι πρώτες απόπειρες για ανταλλαγή των προσφυγικών με άλλες κατοικίες, καθώς η λεωφόρος Αλεξάνδρας είχε ήδη διαμορφωθεί σε κεντρικό άξονα της πόλης. Οι απόπειρες αυτές δεν είχαν βρει τη συναίνεση των κατοίκων. Πέρασαν τα χρόνια η ζωή κυλούσε κανονικά ώσπου το 2001, με το πρόσχημα των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, άρχισε να εκφράζεται έντονα εκ μέρους της κεντρικής εξουσίας η ανιστόρητη απειλή για κατεδάφιση των κτιρίων. Κατά τη διάρκεια των ετών αυτών η Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου χρησιμοποιώντας εκβιασμούς και ατομικούς εκφοβισμούς αγόρασε κάποια διαμερίσματα, δεν κατάφερε όμως να τα αγοράσει όλα όπως επιθυμούσε. Με τρόπο αυταρχικό που θυμίζει ολοκληρωτικό καθεστώς καλούσε τους κατοίκους δια μέσω επιστολής:
“να μεταβιβάσουν προς το Ελληνικό Δημόσιο τα τυχόν εμπράγματα δικαιώματα τους, επί του διαμερίσματος του συγκροτήματος που τους ανήκει, "οικειοθελώς", αλλιώς το Δημόσιο θα επισπεύσει τις διαδικασίες της "αναγκαστικής απαλλοτρίωσης”.
Το αποτέλεσμα ποιό ήταν;
Η κεντρική εξουσία απέμεινε απελπιστικά μόνη με μοναδικούς της συμπαραστάτες κάποιους "φοβισμένους υπαλλήλους". Με την ευκαιρία αξίζει να αναφερθεί πως ο ρόλος και το ήθος των ειδικών σε επίπεδο προσωπικής ευθύνης είναι ένα σημαντικό ποιοτικό χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί τις πραγματικές υπηρεσίες δημοσίου συμφέροντος από τις σχέσεις υποτέλειας και υποταγής ρουσφετολογικού τύπου. Με το πρόσχημα της δημιουργίας χώρου πρασίνου, προωθούνταν η ισοπέδωση των ιστορικών κτιρίων, την ίδια στιγμή που χώρος πρασίνου θα μπορούσε να είχε δημιουργηθεί στην υπάρχουσα έκταση γης μεταξύ των πολυκατοικιών.
Ήδη από το 1986 η ευρύτερη περιοχή των Κουντουριώτικων, στην οποία εντάσσεται και το συγκρότημα των προσφυγικών πολυκατοικιών, είχε θεσμοθετηθεί ως περιοχή ανάπλασης από το ρυθμιστικό σχέδιο της Αθήνας. Τότε είχαν εκφραστεί οι πρώτες απόπειρες για ανταλλαγή των προσφυγικών με άλλες κατοικίες, καθώς η λεωφόρος Αλεξάνδρας είχε ήδη διαμορφωθεί σε κεντρικό άξονα της πόλης. Οι απόπειρες αυτές δεν είχαν βρει τη συναίνεση των κατοίκων. Πέρασαν τα χρόνια η ζωή κυλούσε κανονικά ώσπου το 2001, με το πρόσχημα των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, άρχισε να εκφράζεται έντονα εκ μέρους της κεντρικής εξουσίας η ανιστόρητη απειλή για κατεδάφιση των κτιρίων. Κατά τη διάρκεια των ετών αυτών η Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου χρησιμοποιώντας εκβιασμούς και ατομικούς εκφοβισμούς αγόρασε κάποια διαμερίσματα, δεν κατάφερε όμως να τα αγοράσει όλα όπως επιθυμούσε. Με τρόπο αυταρχικό που θυμίζει ολοκληρωτικό καθεστώς καλούσε τους κατοίκους δια μέσω επιστολής:
“να μεταβιβάσουν προς το Ελληνικό Δημόσιο τα τυχόν εμπράγματα δικαιώματα τους, επί του διαμερίσματος του συγκροτήματος που τους ανήκει, "οικειοθελώς", αλλιώς το Δημόσιο θα επισπεύσει τις διαδικασίες της "αναγκαστικής απαλλοτρίωσης”.
Το αποτέλεσμα ποιό ήταν;
Η κεντρική εξουσία απέμεινε απελπιστικά μόνη με μοναδικούς της συμπαραστάτες κάποιους "φοβισμένους υπαλλήλους". Με την ευκαιρία αξίζει να αναφερθεί πως ο ρόλος και το ήθος των ειδικών σε επίπεδο προσωπικής ευθύνης είναι ένα σημαντικό ποιοτικό χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί τις πραγματικές υπηρεσίες δημοσίου συμφέροντος από τις σχέσεις υποτέλειας και υποταγής ρουσφετολογικού τύπου. Με το πρόσχημα της δημιουργίας χώρου πρασίνου, προωθούνταν η ισοπέδωση των ιστορικών κτιρίων, την ίδια στιγμή που χώρος πρασίνου θα μπορούσε να είχε δημιουργηθεί στην υπάρχουσα έκταση γης μεταξύ των πολυκατοικιών.
Η
περιγραφόμενη ισοπέδωση θα προσέφερε 14,5 στρέμματα γης στο κέντρο της Αθήνας
τα οποία θα μπορούσαν να υπερδομηθούν. Η εμπειρία της τσιμεντοποίησης των
Αθηνών έχει δείξει πως ένα τέτοιο οικόπεδο αγορασμένο σε τιμή ευκαιρίας, θα
αποτελούσε τεράστια ευκαιρία για μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες οι οποίες με
την πρόφαση των "αναπτυξιακών προγραμμάτων", θα επιτύγχαναν δραματική
αύξηση των συντελεστών δόμησης (από 0,95 σε 3,6) και των υψών (από 3 ορόφους σε
8) σε σχέση με την υφιστάμενη κατάσταση. Αυτό βέβαια σήμαινε τεράστια κέρδη για
την εταιρεία που θα αναλάμβανε το έργο. Στην εν λόγω περίπτωση, ο ρόλος του
Δημόσιου τομέα από ρυθμιστικός υπέρ του κοινωνικού συνόλου, μετατράπηκε σε
διαμεσολαβητή μεταξύ του κράτους και των ιδιωτών, προς όφελος των ιδιωτικών
συμφερόντων. Στην ουσία το προαναφερόμενο μοντέλο αγοραπωλησίας δημόσιας γης
και οικοδομικής κατασκευής επί τούτης, ήταν μία σημαντική πλευρά της
εμφανιζόμενης “ανάπτυξης” της ελληνική οικονομίας μεταξύ 1999 και 2008. Οι
κατασκευαστικές εταιρείες δανείζονταν φθηνά από τις τράπεζες, προκειμένου να
εκπληρώσουν έργα που αναλάμβαναν για λογαριασμό του δημοσίου τομέα. Στη
συνέχεια υπερκοστολογούσαν αυτά τα έργα κατά την κατασκευή τα μεταπωλούσαν υπερκoστολογημένα
στο Δημόσιο ή τα ενοικίαζαν προς χρήση για πολλά χρόνια και σε πολύ χαμηλές
τιμές από το Δημόσιο. Οι τράπεζες στο μέτρο που δανείζονταν διεθνώς μπορούσαν
να ικανοποιήσουν και τον εγχώριο δανεισμό, κάλυπταν τις επίπλαστες ανάγκες των
κατασκευαστικών εταιριών και καλλιεργούσαν συνείδηση καταναλωτικής ευμάρειας
στους πολίτες της χώρας. Μ’αυτόν τον τρόπο προέκυψε μία δεκαετία πιστωτικής
έκρηξης, διεθνούς και εγχώριου δανεισμού, με συνέπεια την υπερχρέωση του
ελληνικού κράτους, των ελληνικών τραπεζών αλλά και των ελληνικών νοικοκυριών με
τρόπο πρωτοφανή στη σύγχρονη ιστορία. Ένα μοντέλο παρασιτικής ανάπτυξης που
σήμαινε μεγέθυνση χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου αλλά σε καμιά περίπτωση ανάπτυξη
υποδομών παραγωγής εξαγωγικού προσανατολισμού.
Τα απαλλοτριωμένα σπίτια εγκαταλείφθηκαν και παρήκμασαν για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Άρχισαν όμως να καταλαμβάνονται σταδιακά από διάφορες κοινωνικές ομάδες όπως οικονομικούς μετανάστες, πολιτικούς πρόσφυγες, άστεγους, άνεργους και επισφαλείς εργαζόμενους. Άνθρωποι με διαφορετικές αφετηρίες, χώρες και κουλτούρες συναντήθηκαν στη βάση της επιλογής τους να καλύψουν την ανάγκη τους για στέγη δημιουργώντας στο πέρασμα του χρόνου μία κατειλημμένη γειτονιά. Ο μεγάλος αριθμός κλειστών εγκαταλελειμμένων κτιρίων που ρημάζουν στην πόλη σήμερα φέρνει στη σκέψη την μπουρζουάδικη πολυτέλεια από ταινία του Λουίς Μπουνιουέλ - την ίδια στιγμή που χιλιάδες άστεγοι άνθρωποι πασχίζουν να επιβιώσουν μέσα στη βροχή και τ’ αγιάζι. Ο χειμώνας που πλησιάζει πρόκειται να είναι καθοριστικός. Οι σημαντικές ερωτήσεις για το πως και το πότε μπορεί να προκύψει ένα βιώσιμο πρότυπο παραγωγής για την ελληνική κοινωνία, συνεχίζουν να παραμένουν αναπάντητες και να γιγαντώνονται με την πάροδο του χρόνου. Παράλληλα μία αμηχανία έχει προκύψει μετά τις δύο απανωτές εκλογικές αναμετρήσεις του καλοκαιριού. Αυτή η αμηχανία δε φαίνεται να ανταπεξέρχεται στις άμεσες ανάγκες των εκατομμυρίων νεόπτωχων και νεο-αστέγων που έχουν υπερπολλαπλασιαστεί μέσα στην ελληνική κοινωνία από το Μάιο του 2010 έως σήμερα. Η βιωσιμότητα της κοινωνίας φαίνεται πως σχετίζεται άμεσα με τη βιωσιμότητα του χρέους ενός κράτους που έχει γαλουχηθεί με μοντέλα “ανάπτυξης” ήδη χρεοκοπημένα.
Τα απαλλοτριωμένα σπίτια εγκαταλείφθηκαν και παρήκμασαν για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Άρχισαν όμως να καταλαμβάνονται σταδιακά από διάφορες κοινωνικές ομάδες όπως οικονομικούς μετανάστες, πολιτικούς πρόσφυγες, άστεγους, άνεργους και επισφαλείς εργαζόμενους. Άνθρωποι με διαφορετικές αφετηρίες, χώρες και κουλτούρες συναντήθηκαν στη βάση της επιλογής τους να καλύψουν την ανάγκη τους για στέγη δημιουργώντας στο πέρασμα του χρόνου μία κατειλημμένη γειτονιά. Ο μεγάλος αριθμός κλειστών εγκαταλελειμμένων κτιρίων που ρημάζουν στην πόλη σήμερα φέρνει στη σκέψη την μπουρζουάδικη πολυτέλεια από ταινία του Λουίς Μπουνιουέλ - την ίδια στιγμή που χιλιάδες άστεγοι άνθρωποι πασχίζουν να επιβιώσουν μέσα στη βροχή και τ’ αγιάζι. Ο χειμώνας που πλησιάζει πρόκειται να είναι καθοριστικός. Οι σημαντικές ερωτήσεις για το πως και το πότε μπορεί να προκύψει ένα βιώσιμο πρότυπο παραγωγής για την ελληνική κοινωνία, συνεχίζουν να παραμένουν αναπάντητες και να γιγαντώνονται με την πάροδο του χρόνου. Παράλληλα μία αμηχανία έχει προκύψει μετά τις δύο απανωτές εκλογικές αναμετρήσεις του καλοκαιριού. Αυτή η αμηχανία δε φαίνεται να ανταπεξέρχεται στις άμεσες ανάγκες των εκατομμυρίων νεόπτωχων και νεο-αστέγων που έχουν υπερπολλαπλασιαστεί μέσα στην ελληνική κοινωνία από το Μάιο του 2010 έως σήμερα. Η βιωσιμότητα της κοινωνίας φαίνεται πως σχετίζεται άμεσα με τη βιωσιμότητα του χρέους ενός κράτους που έχει γαλουχηθεί με μοντέλα “ανάπτυξης” ήδη χρεοκοπημένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου