Του Αντώνη Καπετάνιου
Δασολόγου
Θα
ξεκινήσω την εισήγησή μου αναφερόμενος στην εντύπωση του Γάλλου συγγραφέα Αντρέ
Μπιγύ, όταν πρωτοήλθε στη χώρα μας το έτος 1937 με πλοίο, καθόσον στα παρακάτω
λόγια του αποδίδεται με απλό τρόπο αυτό που με τις αισθήσεις θα πει Ελλάδα,
μέσω της φύσης της. Ο παρατιθέμενος διάλογος του συγγραφέα μ’ έναν συνταξιδιώτη
του, είναι χαρακτηριστικός: « … - Τι είναι, που είμαστε; Στον Ισθμό της
Κορίνθου. Μα αυτή η μυρωδιά, αυτό το άρωμα των χόρτων που μυρίζουν τερέβινθο
και θυμάρι, τι είναι; Αυτή είναι η μυρωδιά της Ελλάδας». Και συνεχίζει: «Όχι,
δε θα ξεχάσω ποτέ εκείνο το βράδυ, όπου η παρουσία της Ελλάδας γινόταν αισθητή
αποκλειστικά και μόνο από το άρωμά της!» («La Grece», Arthaud, 1937). Γιατί
αναφέραμε το απόσπασμα αυτό; Για να δείξουμε ότι η «θαυμαστή χαμηλή φυτεία» της
Ελλάδας, όπως όμορφα τη χαρακτήρισε σ’ ένα δοκίμιό του ο καλός συγγραφέας μας
Ζαχαρίας Παπαντωνίου, η απαξιωμένη, η μη εκτιμημένη από τον σημερινό Έλληνα,
είναι αυτή που καλοσωρίζει τον επισκέπτη στη χώρα μας, με τις ευωδιές και τα
χρώματά της. Είναι η φύση της Μεσογείου, είναι φύση ελληνική. Είναι τα φρύγανα
και οι πόες της Ελλάδας, που φτιάχνουν όμορφα φυσικά περιβάλλοντα, που είναι
μοναδικά αλλά και κρίσιμα οικοσυστήματα. Μοναδικά λόγω του δέσιμού του με το
ελληνικό περιβάλλον και το ελληνικό τοπίο, τ’ οποίο στις περιοχές της
ξηροθερμικής ζώνης το χαρακτηρίζουν, αλλά και κρίσιμα διότι είναι οριακά και το
χάσιμό τους σημαίνει απώλεια της βλάστησης του τόπου, με όλες τις αρνητικές
συνέπειες που ακολουθούν (διάβρωση, απόπλυση εδάφους, σκελετοποίηση κ.ά.), και
οδήγημα στην ερημοποίηση.
Τα εν λόγω συστήματα χαρακτηρίζουν το τοπίο των περισσότερων νησιωτικών περιοχών του αρχιπελάγους,
και μέρος περιοχών της ηπειρωτικής χώρας, διαμορφώνοντας ένα ελκυστικό περιβάλλον, στο οποίο την άνοιξη κυριαρχούν τα χρώματα –με την άνθηση των φυτών– και το καλοκαίρι οι ευωδιές –αφού, με την επίδραση των υψηλών θερμοκρασιών, απελευθερώνονται αιθέρια έλαια από τα φυτά αυτά. Δε θα επεκταθώ περισσότερο στην περιβαλλοντική σημασία των χορτολιβαδικών και φρυγανικών οικοσυστημάτων της χώρας διότι οι εκλεκτοί επιστήμονες που παρίστανται θα αναφερθούν (ή αναφέρθηκαν) σχετικά. Κείνο όμως που εν προκειμένω πρέπει να επισημανθεί είναι ότι οι πόες και τα φρύγανα της χώρας συγκροτούν οικοσυστήματα, κάτι το οποίο παραβλέπουμε, αγνοούμε ή φροντίζουμε να το “ξεχνούμε”! Με αποτέλεσμα να τις αντιμετωπίζουμε ως εκτάσεις (εξ ου και ο όρος που τους αποδίδεται “χορτολιβαδικές εκτάσεις”), που διατίθενται για συγκεκριμένους σκοπούς, δηλαδή αντιμετωπίζονται ως ένα απόθεμα γης και ως “νεκρές γαίες”. Η αντιμετώπιση αυτή, και γενικότερα η μη ορθή αξιολόγησή τους αναφορικά με τον οικολογικό, περιβαλλοντικό και αισθητικό/τοπιακό τους ρόλο, έχει σχέση με την προστασία τους, στην οποία ειδικώς θ’ αναφερθώ παρακάτω. Το ερώτημα που τίθεται είναι: Προστατεύονται τα χορτολιβαδικά και φρυγανικά οικοσυστήματα της χώρας; Είναι ένα ερώτημα που χωρεί πολύ συζήτηση και θέλει ανάλυση νομική αλλά και ιστορική για να εξηγηθεί. Η χορτολιβαδική και φρυγανική βλάστηση της χώρας, μέχρι την ισχύ του Νομοθετικού Διατάγματος 86/1969 προστατεύονταν με τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, και τα συγκεκριμένα εδάφη υπάγονταν στα δασικού χαρακτήρα, αφού καταχωρούνταν ως χορτολιβαδικά δασικά εδάφη στο συγκεκριμένο νομοθέτημα. Μάλιστα, αν πάμε παλαιότερα, στο νόμο ΑΧΝ του 1888, βλέπουμε ότι σε αυτόν ειδικώς τα φρύγανα θεωρούνταν δάσος, αφού ερμηνεύτηκε τότε ότι, ως ξυλώδη φυτά έχουν αποστολή ίδια με αυτή του δάσους. Μετά την ισχύ του νόμου 998/1979 οι χορτολιβαδικές εκτάσεις που ευρίσκονται επί πεδινών, ανωμάλων και λοφωδών εδαφών, δεν υπήγοντο στις προστατευτικές διατάξεις της δασικής νομοθεσίας. Οι ευρισκόμενες χορτολιβαδικές εκτάσεις επί ορεινών εδαφών και οι υπεράνω δασών ή οι περιβαλλόμενες από δάση, υπήγοντο στις δασικές διατάξεις. Τα δε εδάφη των φρυγάνων θεωρήθηκαν ως μη δασικά κι αποδεσμεύθηκαν από την προστασία της δασικής νομοθεσίας, χωρίς όμως κάτι τέτοιο να το ορίζει διάταξη του νόμου αυτού, αλλά το καθόρισε γνωμοδότηση του Τεχνικού Συμβουλίου Δασών, η οποία έγινε αποδεκτή από τον Υπουργό Γεωργίας! Να σημειώσουμε ότι στο νόμο 998/1979 δεν υπήρχε αναφορά σε φρυγανικές εκτάσεις, και αυτός ήταν ένας επιπρόσθετος λόγος για να θεωρηθούν τα φρύγανα ως μη εμπίπτοντα στη δασική προστασία. Ακολούθως, με το νόμο 3208/2003, καθώς και με τον νεώτερο 3818/2010, οι χορτολιβαδικές εκτάσεις των λοφωδών, ημιορεινών και πεδινών περιοχών της χώρας, δε θεωρούντο ότι συγκροτούν δασικού χαρακτήρα εκτάσεις, όπως προΰσχυε, πλην όμως οι δημόσιες (και μόνο) αυτές εκτάσεις διαχειρίζονται από τη Δασική Υπηρεσία για συγκεκριμένους σκοπούς, που είναι η εξυπηρέτηση των επιτρεπτών επεμβάσεων που προβλέπονται από τη δασική νομοθεσία, η χρήση τους ως βοσκοτόπων, καθώς και η απόδοσή τους για τη δημιουργία νέων δασών. Πρέπει εν προκειμένω να υπογραμμίσουμε ότι ο νομοθέτης συνάρτησε αυτές τις εκτάσεις με τις χρήσεις που προαναφέρθηκαν, χωρίς να λογίζονται οι ίδιες ως φυσικά οικοσυστήματα με ιδιαίτερη διαχείριση. Ο εξυπηρετούμενος σκοπός κάθε φορά είναι αυτός που καθορίζει τη χρήση των εδαφών τους, έτσι που, η προστασία των συγκροτούμενων φυτοκοινωνιών να μην υπολογίζεται και ο οικολογικός ρόλος τους ν’ αγνοείται. Αγνοείται εν προκειμένω ότι η εν χορτολιβαδική και φρυγανική βλάστηση διαμορφώνει οικοσυστήματα σημαντικής (σε βαθμό κι αξία) βιοποικιλότητας, πολύτιμα οικοσυστήματα για τις προσφορές τους, που επιζητούν προστασία για το ρόλο τους ως φύση, προκειμένου να σταθούν και να συνεχίσουν να υπάρχουν. Με την αντιμετώπιση αυτή, τα παραπάνω εδάφη δεν προστατεύονταν περιβαλλοντικά από κάποια νομοθεσία και από δημόσια υπηρεσία, κάτι που αντέβαινε στη συνταγματική επιταγή για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος της χώρας (παράγραφος 1 άρθρου 24 του Ελληνικού Συντάγματος). Ακολούθησε ο νόμος 4280/2014, που σήμερα εφαρμόζεται, ο οποίος αφενός έκανε ένα βήμα προστασίας των παραπάνω εκτάσεων, βάσει των δασικών διατάξεων, εντάσσοντάς τες ως ξεχωριστή κατηγορία προστατευτέων από τη δασική νομοθεσία εκτάσεων, αφετέρου όμως, ακολουθώντας την πεπατημένη των προηγούμενων νόμων, δεν περιέλαβε στη δασική προστασία τις ιδιωτικές χορτολιβαδικές και φρυγανικές εκτάσεις. Έκανε όμως και κάτι επιπρόσθετο: απέβαλλε από τις δασικές διατάξεις τις πεδινές χορτολιβαδικές εκτάσεις, ενώ οι προηγούμενοι νόμοι τις είχαν περιλάβει! Τούτο συνιστά μεγάλη ανατροπή! Σε ότι αφορά στην ξεκάθαρη προστασία των παραπάνω εκτάσεων από τις δασικές διατάξεις, μη μένοντας μόνο στη διαχείρισή τους από τις δασικές υπηρεσίες, όπως προέβλεπε ο προηγούμενος νόμος (ν. 3208/2003), αποτελεί μια θετική κίνηση από πλευράς του νομοθέτη (της πολιτείας), που ενισχύει την προστασία τους. Όμως από την εν λόγω προστασία εξαιρέθηκαν, όπως προείπαμε, οι ιδιωτικές και οι πεδινές χορτολιβαδικές εκτάσεις, και τούτο δημιουργεί ζήτημα θεώρησης της περιβαλλοντικής προστασίας εκτάσεων που ναι μεν είναι φυσικά οικοσυστήματα κι αποτελούν φυσικό περιβάλλον, που θα έπρεπε να προστατεύεται σύμφωνα με το άρθρο 24 του Συντάγματος, πλην όμως δεν προστατεύεται, και το κριτήριο γι’ αυτό είναι η κυριότητά τους (το γεγονός ότι είναι ιδιωτικές εκτάσεις), καθώς και το υψόμετρό τους (το γεγονός ότι είναι πεδινές εκτάσεις). Τούτο το γεγονός, να ξεχωρίζονται ως προς την προστασία τους οικοσυστήματα αναλόγως της ιδιοκτησίας και του υψομέτρου τους, επιτρέψτε μου να πω ότι είναι φαινόμενο ελληνικό, μη συμβατό με τους νόμους και τους ορθούς κανόνες της περιβαλλοντικής προστασίας και διαχείρισης των φυσικών οικοσυστημάτων, που ισχύουν σύμφωνα με την επιστήμη της Οικολογίας. Επιπροσθέτως ο νομοθέτης δεν έλαβε υπόψη του τη σχετική νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας για τη φύση της προστασίας των παραπάνω εκτάσεων, όπως προσδιορίστηκε στις αποφάσεις 32, 33 & 34/2013 ΣτΕ, σύμφωνα με τις οποίες η προστασία των φρυγανικών εκτάσεων ακολουθεί ότι ισχύει στις δασικές διατάξεις για τα δάση και τις δασικές εκτάσεις, λογιζόμενα τα φρύγανα ως ξυλώδης βλάστηση, και δεν αντιμετωπίζονται όπως οι χορτολιβαδικές εκτάσεις (που αποτελούνται από ποώδη και άγρια αυτοφυή μη ξυλώδη βλάστηση), οι οποίες έχουν ιδιαίτερη αντιμετώπιση. Ο νομοθέτης μολοντούτο, με την προαναφερόμενη διάταξη ενέταξε στις χορτολιβαδικές εκτάσεις και τις καλυπτόμενες από φρυγανική βλάστηση εκτάσεις, και εξομοίωσε τις μεν με τις δε ως προς την αντιμετώπισή τους, κάτι που είναι αντίθετο με τη νομολογία η οποία διεμορφώθη, και η οποία ακολούθησε ότι σχετικά επιτάσσετο από την επιστήμη της Οικολογίας. Οι φρυγανικές εκτάσεις είναι ξέχωρη κατηγορία εκτάσεων, σε σχέση με τις χορτολιβαδικές εκτάσεις, κάτι που εν προκειμένω δεν το διέκρινε ο νομοθέτης. Η εν λόγω αντιμετώπιση μειώνει την προστασία των φρυγανικών οικοσυστημάτων, αφού αφενός αντιμετωπίζονται με το θολό “εποτπικό” καθεστώς προστασίας των χορτολιβαδικών εκτάσεων, αφετέρου οι ιδιωτικές και πεδινές τέτοιες εκτάσεις αποκλείονται της δασικής και γενικότερα της περιβαλλοντικής προστασίας. Το μείζον ζήτημα μολοντούτο παραμένει, κι αφορά στο πώς αντιμετωπίζονται αυτές οι εκτάσεις -ότι δεν αντιμετωπίζονται ως φυσικά οικοσυστήματα-, καθώς και στην προστασία τους μέσα από ένα νομοθετικό πλαίσιο που θα θέτει κανόνες κι αρχές προστασίας και διαχείρισης τους αναγνωρίζοντας τον οικολογικό τους ρόλο και τη διασύνδεσή τους με το ελληνικό τοπίο, τη φυσιογνωμία και την ιστορία του τόπου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου