Ημέρες ορειβασίας

Ημέρες ορειβασίας

Πέμπτη 12 Μαΐου 2022

ΜΟΥ-ΛΟΥ, ΔΗΛΑΔΗ ΜΑΡΞΙΣΤΗΣ – ΛΙΜΠΙΝΤΙΣΤΗΣ

 

Του Γιάννη Σχίζα

Ποντίκι 12.5.22 

Σημείωμα στο Ποντίκι: Συμπληρώθηκαν 2 χρόνια από την απουσία του Περικλή Κοροβέση : Μια απουσία που κατέλειπε μνήμες ηρωϊκών επιδόσεων ,μνήμες  μιας  αντικαθωσπρεπεικής συμπεριφοράς, αμφισβητήσεων κεντρικών ιδεολογημάτων της Αριστεράς αλλά και εμμονής στις βασικές αρχές της. Λίγοι όμως γνωρίζουν ότι ο Π. Κοροβέσης ήταν εκτός των άλλων και συγγραφέας μυθιστορημάτων, με ξεκαρδιστικά στοιχεία.

 

Περικλή Κοροβέση: «Γύρω από το νησί η θάλασσα», εκδόσεις «Ποταμός», Αθήνα 2008 

 

             Ένα βιβλίο από ένα βουλευτή  που στο παρελθόν θεωρήθηκε ύποπτος ως  αρχηγός της 17 Νοέμβρη και του οποίου ο κεντρικός ήρωας  εξομολογείται  τη βαθιά επιθυμία ενός κορυφαίου  επαναστατικού  κατορθώματος  όπως η απαγωγή του  Καραμανλή του πρεσβύτερου, δεν είναι οπωσδήποτε κάτι το συνηθισμένο..... Παρά την Σαββοπούλιον ρήσιν που επέχει πλέον  θέση πραγματοποιημένης προφητείας  (  τα όνειρά σου μην τα λες – γιατί μια νύχτα κρύα – μπορεί  και οι Φροϋδιστές  – να ρθούν στην εξουσία ) ο  Περικλής Κοροβέσης σκιαγραφεί τη συγκεκριμένη  απαγωγή    παρουσιάζοντας  τον  αείμνηστο αρχηγό της επάρατης  ως διακατεχόμενο από πατρικά και   συμβουλευτικά σύνδρομα. Η ονειροφαντασία  όμως αυτή - με την ευγενική χορηγία ενός μπουκαλιού ουϊσκυ - αν και θυμίζει αμυδρά το ανέκδοτο με το γρύλο,  δεν τελειώνει με την γνωστή απόφανση «δεν μας χέ... εσύ και η εξουσία, ρε  Καραμανλή» : Ως έκφραση των οιδιπόδειων συλλογισμών και πρακτικών του συγγραφέα , στο προσκήνιο προβάλλει ο παλαιοκομμουνιστικών αρχών πατέρας  για να καταγγείλει  την όλη υπόθεση ως προβοκάτσια της ΣΙΑ και για να νουθετήσει τον ξεστρατισμένο γυιό κατά τον πλέον αντιαυταρχικό τρόπο :  δηλαδή με  μπουνιές, κλοτσιές, φτυσιές  και καλολογικά στοιχεία του τύπου «αλήτη» και «τσόγλανε». Τότε ο ήρωας του Κοροβέση σκοτώνει τον παλαιοκομμουνιστή πατέρα του, υπό την απόλυτον συναίνεσιν του παλαιοδεξιού πολιτικού!

       Αυτά και άλλα πολλά διαδραματίζονται σε ένα μυθιστόρημα «γκαγκάν»* άλλά όχι παιδαριώδες, σαρκαστικό προς πάσα κατεύθυνση  αλλά πρωτίστως αυτοσαρκαστικό. Ο Κοροβέσης των αρχών της δεκαετίας του 1980 δηλώνει εμμέσως αλλά σαφώς μια κατάσταση ελευθεριότητας, όπου τα «παιδία»  έπαιζαν με τις καριέρες και τους ταξιδιωτικούς προορισμούς,  εγκαταλείποντας σπουδές  και καψουρευόμενα  αδιαλείπτως και ποικιλοτρόπως. Όπου τα παιδία μπορούσαν να εκτρέφουν μια παρατεταμένη παιδικότητα και ελευθεριότητα αντί να υπεισέρχονται πρώϊμα  στη σφαίρα του γραβατοφόρου καριερισμού, σωρεύοντας  πτυχία επί πτυχίων  για μια αμφίβολη θέση στον ήλιο της επιτυχίας.

      Από σεξουαλική άποψη το μυθιστόρημα είναι «ολικής αλέσεως» , με ετερο-ομο-αυνανιστο-αιμο-μικτικές καταστάσεις, με σπερματέγχυση επί σωμάτων αλλά και επί παφλαζόντων υδάτων(!), με απογοητεύσεις και γνήσια συναισθήματα αλλά και στρατηγικά εφευρήματα στο  αιώνιο ερωτικό παιχνίδι.. Κάποτε  θυμίζει το Τζιμυπανουσικόν πόνημα «Το κυνήγι της γκόμενας»,

αν και ο εκ πρώτης όψεως γκομενοθηρικός χαρακτήρ του συνδυάζεται με ουσιαστικά ψυχογραφήματα «εαυτών» και αλλήλων. Ποιών εαυτών; Μα φυσικά αυτών που εκδιπλώνει ο πρωταγωνιστής Κώστας, στη πορεία της  ψυχολογικής μετεξέλιξής του  ως την «μεγάλη άρνηση» της αυτοκτονίας, εκεί,  στον τόπο των διακοπών...

         Όμως πριν από την αυτοκτονία υπάρχει μια σκηνή φελινικού τύπου, καθόλα αξιομνημόνευτη. Ο λιπόσαρκος Κώστας κάνει το λάθος να εξομολογηθεί σε κάποιο γκαρσόνι τη μοναχικότητα της παρουσίας του , σε λίαν προσοδοφόρα θέση εστιατορίου τινός.... Τότε το γκαρσόνι γεμάτο κατανόηση(!) του υψώνει την κόκκινη κάρτα, για να την υποστείλει μόνο όταν εισπράξει τη διαβεβαίωση περί επερχόμενης εξαμελούς παρέας. Το ίδιο άτομο, σεβόμενο πλήρως την ιδιαιτερότητα και κινούμενο αποκλειστικά εντός των πλαισίων του πατροπαράδοτου αισθήματος φιλοξενίας, προσκομίζει 6 (oλογράφως : Έξη)  μουσακάδες (!) στο τραπέζι του λιπόσαρκου Κώστα. Ο τελευταίος μένει για αρκετή ώρα  αμανάτι με τα έξη πιάτα, φτάνοντας στο σημείο να  ονειροφαντασιώνει την τηλεμεταφορά και απόρριψή  τους στη παρακείμενη θάλασσα, οπότε  στην υπόθεση υπεισέρχονται δύο γηραιές και υπερδιακοσμημένες κυρίες , καθισμένες σε  απέναντι τραπέζι . Οι κυρίες  βρίσκουν ως λαμπρό φωτογραφικό θέμα τον μοναχικό και ελλιποβαρή   Κώστα παρέα με την συλλογικότητα των  έξη μουσακάδων , και τον φωτογραφίζουν ασυστόλως! Η σκηνή ολοκληρώνεται με μια σαδιστική φαντασίωση του Κώστα εναντίον των αδιάκριτων κυριών – τις οποίες και στραγκαλίζει  για να απορρίψει εν συνεχεία σε ένα σκουπιδότοπο, σαν  ψόφιες γάτες...

       Ο Κώστας μπορεί να γίνεται κακός όπως ο Σεφέρης του ποιήματος «Επί ασπαλάθων», που φαντασίωνε  μια σκληρή τιμωρία  της δικτατορίας. Ο Κώστας, κατά φαντασίαν επίσης,   γίνεται απλώς τιμωρός της αδιακρισίας , με σκληρότερα αν και διασκεδαστικότερα μέσα, δηλώνοντας ταυτόχρονα την προσαρμογή σε ένα πρότυπο  ζωής. Με βάση αυτό το πρότυπο ζωής εξηγείται ο αυτοσαρκασμός του ήρωα στην τελευταία σκηνή του μυθιστορήματος.  Ο Κώστας αγωνίζεται για μια αξιοπρεπή αυτοκτονία(!) στη θάλασσα με μια πέτρα περασμένη στο λαιμό, χωρίς ένα ηλίθιο πετσετέ μπλουζάκι που φοράει. Έλα όμως που η πέτρα του ξεφεύγει κάποια στιγμή, πέφτει στα ρηχά , τον καθηλώνει σε μια θάλασσα με πετρέλαιο,  του τσακίζει το πόδι.Σε αυτό το Μοντυ-παϊθονικό σκηνικό, ο ήρωας  αρχίζει να εκτρέφει   μια απολογητική σκέψη απέναντι στη παρέα του  που  αναπόφευκτα,  θα τον βρει σε  λίγη ώρα σε   κωμικοτραγική κατάσταση.Τι θα τους πει για να γλιτώσει από τη ρετσινιά μιας αυτοκτονίας,  που θα μπορούσε να την σχεδιάσει μόνο ο Εγγλέζος ηθοποιός mister Bean;

        Θα παραλείψω  τη τελευταία λέξη του Κοροβέση στο μυθιστόρημά του, ως κίνητρο για τους υποψήφιους αγοραστές και αναγνώστες. Και θα υπογραμμίσω μόνο την εξαιρετική  λιτότητα της αφήγησής του. Τη λιτότητα που μου θυμίζει  μια δήλωση  ενός  συγγραφέα όπως οΧουάν Μαδρίδ: «Αντιπαθώ τη λογοτεχνία που χρειάζεται 50 σελίδες για να ανεβάσει τον ήρωά της πάνω σε μια σκάλα». Ο Κώστας του Κοροβέση ασχολείται πολύ με τα απαυτά του, χωρίς όμως να  πρήζει  τα δικά μας...

 

*Ηχητική υπόκρουση στα παιχνίδια των παλιο-παιδων,  που είναι ήδη μιας κάποιας ηλικίας... Για την ιστορία ο Μανώλης Ρασούλης  υποτίτλιζε το περιοδικό του «ΑΥΓΟ» (1980)ως «το πιο γκαγκάν περιοδικό των Βαλκανίων»....   

         

      

        

                  

        

           

          

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου