Γράφει ο Μιχαήλ Α. Βιδάλης, Αρχιτέκτων Μηχανικός MArch. και Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας – Expert Ε. Ε.*
Η
παραπάνω φωτογραφία είναι ενδεικτική της υφιστάμενης κατάστασης σε
μεγάλο μέρος του αστικού μας ιστού, εν προκειμένω στο κέντρο της Αθήνας.
Αυτή η φαινομενικά απλή εικόνα της καθημερινότητας των μεταμοντέρνων
αστών που συχνά την προσπερνούν, αναδεικνύει πολυποίκιλα θέματα, τόσο
αισθητικά όσο και ψυχο-κοινωνικά ή υπαρξιακά.
Όσο
απίθανο και να φαντάζει, η εικόνα είναι κομβικής σημασίας αναφορικά με
τα μηνύματα που εκπέμπει, μερικά των οποίων θα επιχειρήσουμε να
αναδείξουμε αλλά όχι να αναλύσουμε εδώ διεξοδικά.
Κατ’
αρχάς παρατηρείται η παντελής έλλειψη στοιχειώδους συντήρησης σε ένα
κτήριο πολλών δεκαετιών, όπου στεγάζονται οι ζωές και τα όνειρα
ανθρώπων, τόσο των ενοίκων όσο και των εργαζομένων. Αδιαφορώντας τόσο
για την ασφάλεια, καθώς ζούμε σε μία σεισμογενή χώρα, όσο και για το
κοινωνικό σύνολο, καθένας από εμάς ασχολείται εγωιστικά –χαρακτηριστικό
του Νεοέλληνα– μόνο με το κομμάτι που τον αφορά και το οποίο ανακαινίζει
ή στολίζει επιμελώς...
Κοιτάζοντας
πιο προσεκτικά την συγκεκριμένη εικόνα, θα διαπιστώσουμε επίσης την
έλλειψη συνεργασίας και συνεννόησης των ανθρώπων που διαβιούν εκεί, ένα
ακόμη χαρακτηριστικό της φυλής μας. Άσχετα από το αν το καταστατικό του
κτηρίου πιθανότατα επιβάλλει την ομοιομορφία στη βαφή των όψεων, την
επιλογή συγκεκριμένης τέντας σκίασης κ.ά., όλα αυτά καταστρατηγούνται
επιδεικτικά.
Παραδόξως,
οι ίδιοι οι άνθρωποι με τις ενέργειές τους επηρεάζουν δυσμενώς την
ασφάλεια και την ποιότητα της ζωής τους. Ακόμη και όσοι ενδιαφέρονται
για το κοινό καλό, εκ των πραγμάτων θα αναγκαστούν να παραιτηθούν και
ενδεχομένως –το χειρότερο– να συμβιβαστούν και να αποδεχτούν την
περιρρέουσα ζοφερή πραγματικότητα ως φυσιολογική εικόνα μιας πόλης.
Κυριολεκτικά
μουντζουρώνουμε την ακίνητη περιουσία οποιουδήποτε και οπουδήποτε,
προκειμένου να εκφραστούμε «πολιτικά», «συνδικαλιστικά», «καλλιτεχνικά»,
«προοδευτικά», να εκφράσουμε την ευγενή αθλητική «άμιλλα» ή να
«εκτονώσουμε» την ανωριμότητα μας.
Στη χώρα μας ανακαινισμένα νεοκλασικά κτίσματα ή ακόμη και αγάλματα, συχνά δέχονται επιθέσεις με γκράφιτι,
δηλαδή βανδαλίζονται πολιτισμικά στοιχεία τα οποία πληρώσαμε μέσω της
φορολόγησής μας. Γιατί αυτό δεν συμβαίνει στη Ρώμη ή στο Παρίσι; Δεν
γνωρίζουμε ότι μία χώρα η οποία έχει επενδύσει δυσανάλογα στον τουρισμό
ως οικονομικό «σωσίβιο», με τέτοια αισθητική αντίληψη θα απολέσει
επισκέπτες και συνακόλουθα έσοδα, βλάπτοντας τελικά τους ίδιους τους
πολίτες της χώρας;
Αδιαφορούμε
για το γεγονός ότι, νομικά, τα όποια δικαιώματα ενός ατόμου τελειώνουν
εκεί όπου αρχίζουν τα δικαιώματα του άλλου; Αυτό δεν εξηγεί εν μέρει και
την πολύκροτη «αλλόκοτη» έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη, η οποία
στεγάζεται στην αλλόκοτη χώρα των αλλόκοτων πολιτών; Ο απόλυτος
σουρεαλισμός: εξυμνείται το «αλλόκοτο», ενώ λοιδορείται το λογικό. Όπως
θα το έθετε ευφυώς ο Κωνσταντίνος Βαθιώτης: καλώς ορίσατε στον «θαυμαστό ανάποδο κόσμο» μας!
Παραδόξως,
ειδικά στην Ελλάδα, η «προοδευτικότητα» στο πεδίο της τέχνης
εξαντλείται αποκλειστικά σε ό,τι πολεμά την Ορθοδοξία. Εννοείται ότι
όποιος δεν αποδέχεται την όποια συστημική οπτική, αυτόματα
χαρακτηρίζεται τουλάχιστον ως «συνωμοσιολόγος» ή «ψεκασμένος».
Ο υπογράφων, καθώς και ο Καθηγητής Αντώνιος Ανδρεάτος,
τυγχάνει να τελούν σε άμεση γνώση του θέματος, έχοντας καταθέσει στο
πρόσφατο παρελθόν (με αφορμή περιστατικό κατά το οποίο ομάδα διαδηλωτών
ποδοπάτησαν εικόνα της της Παναγίας και τον Σταυρό που μεταφέρονταν από
δικυκλιστή, ενώ κάποιοι άλλοι έσχισαν ακολούθως την εικόνα¹)
σχετική αναφορά και διαμαρτυρία στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, η
οποία μετά από μία τυπική κλήση για προσκόμιση διευκρινιστικών
στοιχείων, φαίνεται να τέθηκε και αυτή στο αρχείο. Το φαιδρό της
υπόθεσης είναι ότι οι συστημικοί νεοταξικοί δημοσιογραφίσκοι
εξανίστανται και απορούν, καθώς θεωρούν τους Χριστιανούς
«καρπαζοεισπράκτορες», όπως έλεγε ο μακαριστός π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος.
Αναφορικά με την αισθητική, ας μην λησμονήσουμε μία σχετικά πρόσφατη συμμετοχή της χώρας μας στη Biennale αρχιτεκτονικής, όπου εξυμνήσαμε την... ασχήμια, ήτοι την ανάδειξη του decadence. Άκρως ενδιαφέρουσα πράξη από ψυχολογικής απόψεως.
Οι
δημόσιες υποδομές ήταν, αλλά και παραμένουν, ανεπαρκείς, παρά την υψηλή
φορολογία στη χώρα μας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η αισθητική
του δημόσιου χώρου με τον κάδο απορριμμάτων του δρόμου να «ταξιδεύει» με
την πρώτη αστική πλημμύρα.
Ας
παρατηρήσουμε μόνο το αυτοσχέδιο μέτρο αυτοπροστασίας στο οποίο
προσέφυγε ένοικος κτηρίου: τοποθέτησε ένα ψηλό πλεξιγκλάς πάνω σε
πεζούλι (χαμηλό στηθαίο) με έντονη κλίση, ώστε να μην περνά μέσα στο
διαμέρισμά του το ανεμοβρόχι μέσω της κουρ ανγκλαίζ² του και έτσι να μην πλημμυρίζει κάθε φορά που βρέχει, δηλαδή ο σώζων εαυτόν σωθήτω!
Παρατηρούμε
ότι πολλοί οδηγοί παρκάρουν τα οχήματά τους κατά το δοκούν με μόνο
ζητούμενο την προσωπική εξυπηρέτησή τους, κλείνοντας μέχρι και γωνίες,
με επακόλουθο την κατάργηση της ράμπας πρόσβασης για τα ΑΜΕΑ, αν αυτή
είχε προβλεφθεί αρχικά, τις αναμενόμενες ζημιές των οχημάτων κατά τις
μανούβρες οδήγησης και παρκαρίσματος, αλλά και τα συχνά τρακαρίσματα
λόγω της έλλειψης ορατότητας των οδηγών.
Πώς
νιώθουμε όταν, για να ατενίσουμε τον ουρανό που έχει κρυφτεί εξαιτίας
της συνεχούς δόμησης σε στενούς δρόμους, πρέπει να καταβάλουμε
προσπάθεια, καταπονώντας το μυοσκελετικό μας σύστημα; Πώς νιώθει ένας
άνθρωπος όταν δεν βλέπει τον ουρανό;
Ας
φανταστούμε και τις περιρρέουσες οσμές στον περιβάλλοντα χώρο από την
έλλειψη συντήρησης και τα απορρίμματα, που μόνο ευχάριστες δεν είναι.
Άραγε, ένα τέτοιο περιβάλλον, ως φαινόμενο ντόμινο, δεν ευνοεί την παραβατικότητα σύμφωνα με τη Θεωρία των Σπασμένων Παραθύρων (“Theory of Broken Windows”) ή «Θεωρία της Αταξίας και Εγκληματικότητας», όπως είναι επίσης γνωστή;
Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη θεωρία, που διαμορφώθηκε το 1982 από τους κοινωνιολόγους James Q. Wilson και George L. Kelling, η
αταξία και η έλλειψη φροντίδας στον αστικό χώρο (π.χ. σπασμένα
παράθυρα, γκράφιτι, δημόσια μέθη, κ.ά.) δυνητικά οδηγούν σε αυξημένη
εγκληματικότητα, καθώς δημιουργείται η εντύπωση ότι δεν υπάρχει έλεγχος
και ότι η ανομία είναι ανεκτή. Η λογική αυτή θεωρία γνωρίζει ακόμη
απήχηση, αν και έχει αμφισβητηθεί και αντιμετωπιστεί με σκεπτικισμό από
τους «προοδευτικούς». Αρκεί να κάνουμε μία βόλτα το βράδυ σε μερικά
στενά πέριξ της Ομόνοιας, στα «Μπαχαράδικα» του κέντρου, στην Κεντρική
Λαχαναγορά Αθηνών ή σε περιοχές του Πειραιά, προκειμένου να
διαπιστώσουμε ιδίοις όμμασι το πόσο επίκαιρη παραμένει η συγκεκριμένη
θεωρία³.
Μετά
από αυτήν την απαραίτητη και διαφωτιστική παρένθεση, επιστρέφοντας στο
κτήριο της φωτογραφίας μας, διερωτώμεθα: υπάρχει τελικά αίσθηση
προσωπικής ασφάλειας, ευτυχία και ψυχολογική ισορροπία για τους
ανθρώπους που καλούνται να ζήσουν ή να εργαστούν καθημερινά σε ένα
τέτοιο περιβάλλον;
Προφανώς,
το γηρασμένο κτηριακό απόθεμα των πόλεών μας χρήζει αισθητικής και
δομικής επέμβασης, γεγονός που έχουμε αρχίσει εμείς οι αρχιτέκτονες να
αντιμετωπίζουμε μαζικά. Η δυσκολία του εγχειρήματος δεν έγκειται στο
τεχνικό σκέλος, αλλά στην ανθρώπινη επικοινωνία, όταν έχουν εδραιωθεί οι
προαναφερόμενες κοινωνικές συμπεριφορές (το εικονιζόμενο είναι ένα έργο
στα Εξάρχεια, το οποίο προσφάτως απασχόλησε το αρχιτεκτονικό μας
γραφείο).
Εν
κατακλείδι, μία εικόνα χίλιες λέξεις. Με πόνο ψυχής διαπιστώνουμε ότι η
παραπάνω εικόνα απεικονίζει τη σύγχρονη Ελληνική κοινωνία, σημαντικό
μέρος της οποίας βρίσκεται σε de facto αποσύνθεση,
είτε το έχει αποδεχθεί, είτε δεν το έχει καν διανοηθεί. Γιατί η
πρόσληψη της «πραγματικότητας» δεν είναι πάντοτε αυτή η οποία μας
παρουσιάζεται (και συχνά δολίως μας επιβάλλεται), αλλά αυτή που
προκύπτει ως προϊόν προσωπικής διανοητικής επεξεργασίας και αξιολόγησης
όταν πορευόμαστε παντελώς ελεύθεροι από τις «Σειρήνες».
* Ο Δρ. Βιδάλης γεννήθηκε και σπούδασε στις Η.Π.Α., δίδαξε δε στο Virginia Marti College of Art and Design.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου