oikologein

Για όσους πάνε γυρεύοντας στο χώρο της Οικολογίας και του Πολιτισμού. Υπό τη διαχείριση του Γιάννη Σχίζα

Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2025

Βάλτερ Μπένγιαμιν (Walter Benjamin): Ὑπερ­πο­λυ­τε­λὲς ἐπι­πλω­μέ­νο δια­μέ­ρι­σμα τῶν δέ­κα δω­μα­τί­ων

 




 planodion on 4 Δεκεμβρίου 2025



Βάλτερ Μπένγιαμιν (Walter Benjamin)


Ὑπερ­πο­λυ­τε­λὲς ἐπι­πλω­μέ­νο δια­μέ­ρι­σμα

τῶν δέ­κα δω­μα­τί­ων

(Hochherrschaftlich möblierte Zehnzimmerwohnung)


Ο ΣΤΥΛ ΕΠΙΠΛΩΣΗΣ στὸ δεύ­τε­ρο μι­σὸ τοῦ δέ­κα­του ἔνα­του αἰ­ῶ­να βρί­σκει τὴ μο­να­δι­κὴ ἐπαρ­κῆ πε­ρι­γρα­φὴ καὶ ἀνά­λυ­ση τοῦ σ' ἕνα ὁρι­σμέ­νο εἶ­δος ἀστυ­νο­μι­κού μυ­θι­στο­ρή­μα­τος, ποῦ στὸ δυ­να­μι­κό του ἐπί­κεν­τρο βρί­σκε­ται ὃ τρό­μος τοῦ δια­με­ρί­σμα­τος. Ἡ διά­τα­ξη τῶν ἐπί­πλων εἶ­ναι συ­νά­μα τὸ σχε­διά­γραμ­μα τῶν ση­μεί­ων ὅπου βρί­σκον­ται οἱ φο­νι­κὲς πα­γί­δες, καὶ ἡ δια­δο­χὴ τῶν δω­μα­τί­ων προ­δια­γρά­φει στὸ θῦ­μα τὴ δια­δρο­μὴ τῆς φυ­γῆς του. Τὸ γε­γο­νὸς ὅτι αὐ­τὸ ἀκρι­βῶς τὸ εἶ­δος μυ­θι­στο­ρή­μα­τος ἀρ­χί­να μὲ τὸν Πό­ου —τὸν και­ρὸ δη­λα­δὴ ποὺ κα­τοι­κί­ες αὐ­τού τοῦ εἴ­δους ἀκό­μα σχε­δὸν δὲν ὑπῆρ­χαν— δὲν ἀπο­τε­λεί ἀν­τίρ­ρη­ση. Για­τί ὅλοι ἄνε­ξαί­ρε­τά οἱ λο­γο­τέ-χνὲς συν­θέ­τουν σ' ἕναν κό­σμο με­τα­γε­νέ­στε­ρο, ὅπως οἱ πα­ρι­σι­νοὶ δρό­μοι τῶν ποι­η­μά­των τοῦ Μπων­τλαὶρ δὲν ὑπάρ­χουν πα­ρὰ μό­νο με­τὰ τὸ χί­λια ἐν­νια­κό­σια, ὅπως δὲν ὑπῆρ­χαν νω­ρί­τε­ρα καὶ οἵ ἄν­θρω­ποι τοῦ Ντο­στο­γέφ­σκι. Τὸ ἀστι­κὸ ἐσω­τε­ρι­κό των δε­κα­ε­τιών ἀπὸ τὸ ἑξῆν­τα μέ­χρι τὸ ἐνε­νῆν­τα μὲ τοὺς τε­ρά­στιους, πα­ρα­φορ­τω­μέ­νους γλυ­πτι­κὸ διά­κο­σμο μπου­φέ­δες, τὶς ἀνή­λια­γες γω­νιὲς ποῦ στέ­κει τὸ φοι­νι­κό­δεν­τρο, τ' ὀχυ­ρω­μέ­νο πί­σω ἀπὸ κιγ­κλί­δω­μα σα­χνι­σὶ καὶ τοὺς μα­κρεὶς δια­δρό­μους ὅπου συ­ρί­ζει ἡ φλό­γα τοῦ γκα­ζιοῦ, εἶ­ναι κα­τοι­κία κα­τάλ­λη­λη μο­νά­χα γιὰ τὸ πτῶ­μα. «Στὸ ντι­βά­νι αὐ­τὸ ἡ θεία δὲν μπο­ρεῖ πα­ρὰ νὰ δο­λο­φο­νη­θεῖ.» Ἡ ἄψυ­χη πλη­θω­ρι­κό­τη­τα τῆς ἐπί­πλω­σης γί­νε­ται πραγ­μα­τι­κὴ ἄνε­ση μό­νο μπρο­στὰ στὸ πτῶ­μα.

Πο­λὺ πιὸ ἐν­δια­φέ­ρου­σα ἀπὸ τὴν το­πιο­γρα­φι­κὴ Ἀνα­το­λὴ στὰ ἀστυ­νο­μι­κά μυ­θι­στο­ρή­μα­τα εἶ­ναι αὐ­τὴ ἡ πλη­θω­ρι­κὴ Ἀνα­το­λὴ τῶν ἐσω­τε­ρι­κῶν τους: τὸ περ­σι­κὸ χα­λὶ καὶ τὸ ντι­βά­νι, τὸ φα­νά­ρι καὶ τὸ ἐκλε­κτὸ καυ­κα­σια­νὸ μα­χαί­ρι. Πί­σω ἀπ' τὰ βα­ριὰ πτυ­χω­τὰ κι­λί­μια ὃ κύ­ριος τοῦ σπι­τιοῦ ὀρ­γιά­ζει μὲ τὰ χρη­μα­τι­στη­ρια­κά χαρ­τιά, αἰ­σθά­νε­ται ἔμ­πο­ρος Ἀνα­το­λί­της, νω­θρός πα­σᾶς στὸ χά­νι τῆς ὀκνη­ρῆς μα­γεί­ας, ὥσπου νά 'ρ­θει κά­ποιο ὡραῖο δει­λι­νὸ κεῖ­νο τὸ ἄση­μό­δε­τό μα­χαί­ρι ποῦ κρέ­με­ται ἐπά­νω ἀπ' τὸ ντι­βά­νι νὰ βά­λει τέρ­μα στὸν ὑπνά­κο του καὶ σ' αὐ­τὸν τὸν ἴδιο. Στὸ χα­ρα­κτῆ­ρα αὐ­τὸν τοῦ ἀστι­κοῦ δια­με­ρί­σμα­τος, ποῦ προσ­δο­κᾶ τρέ­μον­τας τὸν ἀνώ­νυ­μο δο­λο­φό­νο όπως ἡ λά­γνα γριὰ τὸν ἐρα­στή, ἔχουν διεισ­δύ­σει κά­ποιοι συγ­γρα­φεῖς, ποῦ γιὰ νὰ λέ­γον­ται «συγ­γρα­φείς ἀστυ­νο­μι­κῶν μυ­θι­στο­ρη­μά­των» —ἴσως ἐπει­δὴ στὰ ἔρ­γα τους ἀπο­τυ­πώ­νε­ται ἕνα μέ­ρος ἀπὸ τὸ ἀστι­κὸ παν­δαι­μό­νιο— στε­ροῦν­ται τὶς τι­μὲς ποῦ τοὺς ἀξί­ζουν. Ὅ Κό­ναν Ντό­υλ σὲ ὁρι­σμέ­να ἔρ­γα του καὶ ἢ συγ­γρα­φέ­ας Α.Κ. Γκρὴν στὴν πλού­σια πα­ρα­γω­γή τῆς συ­νέ­λα­βαν αὐ­τὸ γιὰ τὸ ὅποιο γί­νε­ται ἐδῶ λό­γος καὶ μὲ τὸ Φάν­τα­σμα τῆς Ὄπε­ρας, ἕνα ἀπὸ τὰ κο­ρυ­φαῖα μυ­θι­στο­ρή­μα­τα γιὰ τὸν δέ­κα­το ἔνα­το αἰ­ῶ­να, ὃ Γκα­στὸν Λε­ροῦ συ­νέ­βα­λε στὴν ἀπο­θέ­ω­ση τοῦ εἴ­δους.



Πη­γή: ἀπὸ τὴν ἔκ­δο­ση Walter Benjamin, Μο­νό­δρο­μος. Εἰ­σα­γω­γή-με­τά­φρα­ση: Νέλ­λη Ἀν­δρι­κο­πού­λου, Ἐπί­με­τρο: Th. W. Adorno, Δ. Κα­ρύ­δας – Σ. Σταυ­ρί­δης, Ἐπι­μέ­λεια: Γιῶρ­γος Σαγ­κριώ­της, Ἐκ­δό­σεις Ἄγρα, 2016 [πρώ­τη ἔκ­δο­ση: Βε­ρολῖ­νο 1928].

Γιὰ τὸ ἔρ­γο Μο­νό­δρο­μος (Einbahnstrasse):

https://de.wikipedia.org/wiki/Einbahnstra%C3%9Fe_(Buch)

 

Ὁ Μο­νό­δρο­μος εἶ­ναι ἕνα φι­λο­σο­φι­κὸ-λο­γο­τε­χνι­κὸ ἔρ­γο τοῦ Βάλ­τερ Μπέν­για­μιν, ποὺ δη­μο­σιεύ­τη­κε γιὰ πρώ­τη φο­ρὰ τὸ 1928 ἀπὸ τὸν Rowohlt Verlag. Ἡ συλ­λο­γὴ μι­κρῶν κει­μέ­νων, ποὺ πε­ρι­λαμ­βά­νει μό­νο 80 πε­ρί­που ἔν­τυ­πες σε­λί­δες, εἶ­ναι γνω­στὴ κυ­ρί­ως γιὰ τὶς πολ­λὲς ἀφο­ρι­στι­κές της δια­τυ­πώ­σεις. Εἶ­ναι τὸ μο­να­δι­κὸ λο­γο­τε­χνι­κὸ ἔρ­γο τοῦ Μπέν­για­μιν ποὺ ἐκ­δό­θη­κε ὅσο ζοῦ­σε. Ἡ πρώ­τη ἔκ­δο­ση τοῦ Μο­νό­δρο­μου κυ­κλο­φό­ρη­σε τὸ 1928 ὄχι ὡς βι­βλίο, ἀλ­λὰ ὡς μπρο­σού­ρα μὲ ἐξώ­φυλ­λο ποὺ σχε­δί­α­σε ὁ Ρῶ­σος φω­το­γρά­φος Sasha Stone. Ὁ Μο­νό­δρο­μος εἶ­ναι ἰδιαί­τε­ρα ἀξιο­ση­μεί­ω­το βι­βλίο γιὰ τὴν ἀσυ­νή­θι­στη μορ­φή του: πε­ριέ­χει πά­νω ἀπὸ 100 σύν­το­μες, με­ρι­κὲς φο­ρὲς ἀπο­σπα­σμα­τι­κὲς λο­γο­τε­χνι­κὲς μι­νια­τοῦ­ρες ποὺ δια­δέ­χον­ται ἡ μία τὴν ἄλ­λη μὲ ἕναν φαι­νο­με­νι­κὰ ἀσύν­δε­το τρό­πο. Αὐ­τὲς πε­ρι­λαμ­βά­νουν ἀρ­χεῖα ὀνεί­ρων καὶ ἀνα­μνή­σεις, ρη­τὰ καὶ aperçus (μα­τιές), δια­τρι­βές, τα­ξι­διω­τι­κά, πορ­τρέ­τα, νε­κρὲς φύ­σεις καὶ σκί­τσα. Ὁρι­σμέ­να κεί­με­να μοιά­ζουν ἐπί­σης μὲ κα­τα­χω­ρή­σεις ἡμε­ρο­λο­γί­ου. Οἱ ἐπί μέ­ρους συ­νει­σφο­ρὲς δύ­σκο­λα μπο­ροῦν νὰ συ­νο­ψι­στοῦν σὲ ἕνα μό­νο λο­γο­τε­χνι­κὸ εἶ­δος, ἀλ­λὰ λό­γῳ τῶν πολ­λῶν συ­νο­πτι­κῶν δια­τυ­πώ­σε­ών τους («Τὰ δῶ­ρα πρέ­πει νὰ ἐπη­ρε­ά­ζουν τὸν πα­ρα­λή­πτη τό­σο βα­θιὰ ὥστε νὰ φο­βᾶ­ται»), τὸ εἶ­δος τους ἔχει συ­χνὰ τα­ξι­νο­μη­θεῖ ὡς ἀφο­ρι­σμός («Τὰ ἀπο­σπά­σμα­τα στὸ ἔρ­γο μου εἶ­ναι σὰν λη­στὲς στὸ δρό­μο, ποὺ ξε­σποῦν ὁπλι­σμέ­νοι γιὰ ν’ ἀφαι­ρέ­σουν κά­θε κα­θη­συ­χα­στι­κὴ βε­βαιό­τη­τα»). Ὁ ἴδιος ὁ Μπέν­για­μιν ἐπι­νόη­σε ἀρ­γό­τε­ρα τὸν ὅρο «Denkbilder» («εἰ­κό­νες σκέ­ψης») γιὰ τὴ μορ­φὴ τῆς λο­γο­τε­χνι­κῆς-φι­λο­σο­φι­κῆς μι­νια­τού­ρας του. Σὲ ἕνα ἄρ­θρο στὸ Kindler's Li­te­ra­tu­re Le­xicon, ἡ λο­γο­τε­χνι­κὴ μέ­θο­δος τοῦ Μπέν­για­μιν ἑρ­μη­νεύ­τη­κε πε­ραι­τέ­ρω ὡς ἀλ­λη­γο­ρι­κή.

 

Βάλ­τερ­ Μπέν­για­μιν (Walter Bendix Schoenflies Benjamin) (15 Ἰου­λί­ου 1892, Βε­ρο­λῖ­νο – 26 Σε­πτεμ­βρί­ου 1940, Πορ­τμ­ποῦ, Ἱσπα­νία). Γερ­μα­νὸς φι­λό­σο­φος, κρι­τι­κὸς πο­λι­τι­σμοῦ καὶ με­τα­φρα­στής. Ὡς ἀνε­ξάρ­τη­τος στο­χα­στής, θε­ω­ρεῖ­ται ὅτι ἀνή­κει στὴν εὐ­ρύ­τε­ρη σφαῖ­ρα ἐπιρ­ρο­ῆς τῆς Σχο­λῆς τῆς Φραν­κφούρ­της λό­γῳ τῆς στε­νῆς φι­λί­ας του μὲ τὸν The­o­dor W. A­dor­no. Ἡ φι­λία καὶ ἡ συ­νερ­γα­σία του μὲ τὸν Μπέρ­τολτ Μπρὲχτ εἶ­χαν ἐπί­σης δια­μορ­φω­τι­κὴ ἐπί­δρα­ση στὴ σκέ­ψη καὶ τὴ γρα­φή του . Θε­ω­ρεῖ­ται ὁ ση­μαν­τι­κό­τε­ρος στο­χα­στὴς στὸν χῶ­ρο τῶν πο­λι­τι­στι­κῶν σπου­δῶν. Τὰ γρα­πτά του σχε­τι­κὰ μὲ μιὰ κοι­νω­νι­κὰ κα­τα­νο­η­τὴ αἰ­σθη­τι­κὴ γί­νον­ται δε­κτὰ σὲ μιὰ εὐ­ρεῖα ποι­κι­λία ἐπι­στη­μο­νι­κῶν κλά­δων. Ἡ ἐπιρ­ροή τους ἐκτεί­νε­ται πέ­ρα ἀπὸ τοὺς ἀκα­δη­μαϊ­κοὺς το­μεῖς στοὺς το­μεῖς τῆς λο­γο­τε­χνί­ας, τῆς τέ­χνης, τῶν μέ­σων (θε­ω­ρία) καὶ τῆς δη­μο­σιο­γρα­φί­ας. Με­τά­φρα­σε ἔρ­γα των Ὀνο­ρὲ ντὲ Μπαλ­ζάκ, Σὰρλ Μπων­τλαὶρ καὶ Μαρ­σὲλ Προύστ. Μὲ κα­τα­γω­γὴ ἀπὸ τὸ Βε­ρο­λῖ­νο, ἀφοῦ ὁλο­κλή­ρω­σε τὶς σπου­δές του καὶ ἀπέ­τυ­χε στὴν ὑφη­γε­σία του, πρᾶγ­μα ποὺ τὸν ἐμ­πό­δι­σε νὰ συ­νε­χί­σει τὴν ἐπι­θυ­μη­τὴ πα­νε­πι­στη­μια­κή του κα­ριέ­ρα, ἐπέ­στρε­ψε στὴ γε­νέ­τει­ρά του ὡς ἀνε­ξάρ­τη­τος συγ­γρα­φέ­ας, δια­κό­πτον­τας τὴν πα­ρα­τε­τα­μέ­νη πα­ρα­μο­νή του στὸ ἐξω­τε­ρι­κό. Τὸ 1933, ὡς ἐκ­κο­σμι­κευ­μέ­νος Ἑβραῖ­ος, διέ­φυ­γε ἀπὸ τὴ να­ζι­στι­κὴ Γερ­μα­νία καὶ αὐ­το­ε­ξο­ρί­στη­κε στὸ Πα­ρί­σι. Με­τὰ τὴν κα­τά­λη­ψη τῆς Γαλ­λί­ας ἀπὸ τὰ γερ­μα­νι­κὰ στρα­τεύ­μα­τα, αὐ­το­κτό­νη­σε κα­τὰ τὴ διάρ­κεια μιᾶς ἀπο­τυ­χη­μέ­νης ἀπό­δρα­σης στὴν ἱσπα­νι­κὴ συ­νο­ρια­κὴ πό­λη Πορ­τμ­ποῦ.

[βλ. γερ­μα­νι­κὴ WiKi:

https://de.wikipedia.org/wiki/Walter_Benjamin ]

Με­τά­φρα­ση ἀπὸ τὰ γερ­μα­νι­κά:

Νέλ­λη Ἀν­δρι­κο­πού­λου (1921-2014). Ἑλ­λη­νί­δα ζω­γρά­φος, με­τα­φρά­στρια καὶ συγ­γρα­φέ­ας. Γεν­νή­θη­κε στὴν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη καὶ ἐγ­κα­τα­στά­θη­κε οἰ­κο­γε­νεια­κῶς στὴν Ἀθή­να τὸ 1936. Τὸ 1939 γρά­φτη­κε στὴν Ἀνω­τά­τη Σχο­λὴ Κα­λῶν Τε­χνῶν, ὅπου δι­δά­χθη­κε σχέ­διο ἀπὸ τὸν Δη­μή­τριο Μπι­σκί­νη καὶ ἀρ­γό­τε­ρα γλυ­πτι­κὴ μὲ κα­θη­γη­τὴ τὸν Μι­χά­λη Τό­μπρο. Τὰ Χρι­στού­γεν­να τοῦ 1945 τα­ξί­δε­ψε μα­ζὶ μὲ πολ­λοὺς ἄλ­λους Ἕλ­λη­νες καλ­λι­τέ­χνες καὶ ἐπι­στή­μο­νες στὴ Γαλ­λία μέ­σῳ τοῦ πλοί­ου Μα­τα­ρόα, στὸ πρό­γραμ­μα με­τά­βα­σης στὴ Γαλ­λία τῶν Ἑλ­λή­νων ὑπο­τρό­φων τοῦ γαλ­λι­κοῦ κρά­τους. Στὴ Γαλ­λία πα­ρα­κο­λού­θη­σε μα­θή­μα­τα γλυ­πτι­κῆς στὸ ἐρ­γα­στή­ριο τῆς Μαρ­γκα­ρέ­τα Λα­βριλ­λιὲ καὶ στὴν Ἀκα­δη­μία τῆς Γκρὰντ Σω­μιὲρ μὲ κα­θη­γη­τὴ τὸν Ὀσ­σὶπ Ζαν­τκίν. Τὸ 1947 ἐπέ­στρε­ψε στὴν Ἑλ­λά­δα καὶ ἔκτο­τε ἀσχο­λή­θη­κε κυ­ρί­ως μὲ τὴ ζω­γρα­φι­κὴ καὶ τὸ σχέ­διο. Ἀπὸ τὸν Μάρ­τιο τοῦ 1950 μέ­χρι τὸ κα­λο­καί­ρι τοῦ 1954 ἦταν παν­τρε­μέ­νη μὲ τὸν καλ­λι­τέ­χνη καὶ συγ­γρα­φέα Νῖ­κο Ἐγ­γο­νό­που­λο, μὲ τὸν ὁποῖο ἀπέ­κτη­σε ἕνα γιό. Ἀρ­γό­τε­ρα ἐρ­γά­στη­κε ὡς ξε­να­γὸς καὶ σὲ με­γά­λη ἡλι­κία ἀσχο­λή­θη­κε μὲ τὴ συγ­γρα­φὴ καὶ τὴ με­τά­φρα­ση. Τὸ συγ­γρα­φι­κὸ ἔρ­γο τῆς Ἀν­δρι­κο­πού­λου ἀπο­τε­λεῖ­ται ἀπὸ με­τα­φρά­σεις ἔρ­γων τῶν Βάλ­τερ Μπέν­για­μιν, Φρήν­τριχ Χαίλ­ντερ­λιν, Ἔν­τουαρντ Μόρ­γκαν Φόρ­στερ καὶ ἄλ­λων. Ἄλ­λα βι­βλία της εἶ­ναι τὰ αὐ­το­βιο­γρα­φι­κὰ Τὸ τα­ξί­δι τοῦ Μα­τα­ρόα (1945), Στὸν κα­θρέ­φτη τῆς μνή­μης καὶ Ἐπὶ τὰ ἴχνη τοῦ Νί­κου Ἐγ­γο­νό­που­λου.

Ση­μαν­τι­κὴ ἐ­νη­με­ρω­ση γιὰ τὴν πο­ρεί­α τοῦ ἱ­στο­λο­γί­ου: Δεῖ­τε ἐ­δῶ: Γιάν­νης Πα­τί­λης: Πλα­νό­δι­ον – Ἱ­στο­ρί­ες Μπον­ζάι. Στρο­φή .


oikoparaxenos στις 7:12 π.μ.
Κοινή χρήση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

‹
›
Αρχική σελίδα
Προβολή έκδοσης ιστού

Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
oikoparaxenos
Ιστολόγιο για την οικολογία και τον πολιτισμό.....
Προβολή πλήρους προφίλ
Από το Blogger.