oikologein

Για όσους πάνε γυρεύοντας στο χώρο της Οικολογίας και του Πολιτισμού. Υπό τη διαχείριση του Γιάννη Σχίζα

Τρίτη 19 Αυγούστου 2025

Ἡρὼ Νι­κο­πού­λου: Σκέ­ψεις γιὰ τὰ Αἰ­νίγ­μα­τα τῆς Μα­ρῶς Τριαν­τα­φύλ­λου

 



By planodion on 18 Αὔγουστος 2025

 


Ἡρὼ Νι­κο­πού­λου


Μα­ρὼ Τριαν­τα­φύλ­λου. Μι­κρὸ Ἀφιέ­ρω­μα: 1/6


Σκέ­ψεις γιὰ τὰ Αἰ­νίγ­μα­τα τῆς Μα­ρῶς Τριαν­τα­φύλ­λου


Ὁ ἄν­θρω­πος μό­νος του πρέ­πει νὰ κά­νει τὸ δρό­μο
Μα­ρὼ Τριαν­τα­φύλ­λου

ΩΣ ΜΙΛΑ ΚΑΝΕΙΣ σ’ ἕναν ἀπο­μα­γε­μέ­νο κό­σμο γιὰ τὸ τραῦ­μα, γιὰ τὴ μνή­μη, γιὰ τὸ θαῦ­μα, γιὰ τὴν ἀνά­στα­ση ἄρα γιὰ τὴν ἀνα­ζή­τη­ση τοῦ Θε­οῦ, γιὰ τὴν εὐ­γνω­μο­σύ­νη καὶ τὴν συγ­χώ­ρε­ση; Μοιά­ζουν ἔν­νοιες τό­σο μα­κρι­νές, σχε­δὸν ξε­χα­σμέ­νες. Ἡ ἔν­νοια τοῦ ἱε­ροῦ φαί­νε­ται νὰ πε­ρισ­σεύ­ει στὴν ἐπο­χὴ τῆς νε­ω­τε­ρι­κό­τη­τας καὶ τῆς με­τα­νε­ω­τε­ρι­κό­τη­τας, ποὺ μᾶς πε­ρι­κυ­κλώ­νει καὶ μᾶς ὁρί­ζει μὲ ἄλ­λου τύ­που πα­ρα­μέ­τρους καὶ δε­δο­μέ­να. Σὰν νὰ μὴν ὑπάρ­χει ἀνάγ­κη, χῶ­ρος καὶ χρό­νος γιὰ πα­ρό­μοιες ἀνα­ζη­τή­σεις, οἱ ὁποῖ­ες ἄλ­λω­στε θε­ω­ροῦν­ται πε­ρί­που ἀπαν­τη­μέ­νες ἀπὸ τὴν ἐπι­στή­μη, ἰδί­ως ἀπὸ τὴν στιγ­μὴ ποὺ ὁ ἄν­θρω­πος ἀπο­φά­σι­σε ὅτι θέ­λει καὶ μπο­ρεῖ νὰ γί­νει θε­ὸς στὴ θέ­ση τοῦ Θε­οῦ. Πρω­τί­στως στὴν ἀν­θρω­πό­και­νο ἐπο­χὴ ποὺ δια­νύ­ου­με, μὲ τὸν πλα­νή­τη μας ὅλο καὶ πιὸ συ­χνὰ σὲ κα­τά­στα­ση ἔκτα­κτης ἀνάγ­κης λό­γῳ τῶν κα­κῶν ἐπι­λο­γῶν τοῦ ἀν­θρώ­πι­νου εἴ­δους, ἡ ἀπου­σία τοῦ στοι­χεί­ου τοῦ ἱε­ροῦ ἀπὸ τὴ ζωή μας —καὶ δὲν μι­λῶ γιὰ θρη­σκεία— εἶ­ναι κά­τι πα­ρα­πά­νω ἀπὸ ἐμ­φα­νής. Αὐ­τὴ ἀκρι­βῶς ἡ ἀπου­σία εἶ­ναι ποὺ κά­νει τοῦ­το τὸ βι­βλίο ση­μαν­τι­κό, για­τὶ ἡ ἀνά­γνω­σή του μᾶς πα­ρο­τρύ­νει νὰ ἑστιά­σου­με στὸ θέ­μα τοῦ ἐσω­τε­ρι­κοῦ μας ἐλ­λείμ­μα­τος.

       

Τὰ πρό­σω­πα τῶν δέ­κα ἱστο­ριῶν τῆς Μα­ρῶς Τριαν­τα­φύλ­λου ἀπο­τε­λοῦν­ται ἀπὸ πέν­τε γυ­ναῖ­κες καὶ πέν­τε ἄν­δρες· ὅσο διά­βα­ζα τὸ βι­βλίο ἀνα­ρω­τή­θη­κα ἂν εἶ­ναι τυ­χαῖα αὐ­τὴ ἡ ἀριθ­μη­τι­κὴ ἰσορ­ρο­πία, δὲν βρῆ­κα ἀπάν­τη­ση. Ὅλοι πάν­τως οἱ χα­ρα­κτῆ­ρες προ­βάλ­λουν πει­στι­κὰ καὶ ὁλο­ζών­τα­να, ἐκ­κι­νῶν­τας ἀπὸ τὴν ἀφο­πλι­στι­κὴ «Φι­λίν­νιον» τοῦ πα­ρα­δο­ξο­λο­γρά­φου Φλέ­γον­τα Τραλ­λια­νοῦ τοῦ 2ου αἰ­ῶ­να μέ­χρι τὸν δι­σταγ­μὸ καὶ τὴν ἀγω­νία τῆς «Εὔ­ας», ποὺ μό­νη της περ­νᾶ τὸ κα­τώ­φλι τοῦ κή­που. Για­τί ἄρα­γε μό­νη της; Μή­πως για­τί οὐ­σια­στι­κὰ μό­νη της ὡς γυ­ναῖ­κα κα­λεῖ­ται νὰ ση­κώ­σει τὸ βά­ρος τῶν ζη­τη­μά­των τῆς με­γά­λης ἐξο­ρί­ας μὲ πρῶ­το καὶ κύ­ριο τὸ θέ­μα τοῦ πό­νου; Ἐξ ἀρ­χῆς ὁ δη­λω­τι­κὸς τί­τλος τῆς συλ­λο­γῆς μᾶς προ­ε­τοι­μά­ζει γιὰ τὸ ὅτι ἐδῶ θὰ βροῦ­με μό­νο τὰ Αἰ­νίγ­μα­τα, οἱ ἀπαν­τή­σεις θὰ πρέ­πει νὰ δο­θοῦν ἀπὸ κά­θε ἕναν ἀνα­γνώ­στη ξε­χω­ρι­στά.

       Ἡ Μα­ρὼ Τριαν­τα­φύλ­λου βρί­σκει ἕναν τρό­πο ἁπλὸ νὰ μι­λή­σει γιὰ ὅλα αὐ­τά, τὰ ὁποῖα δια­βά­ζον­τας κά­τω ἀπὸ τὶς γραμ­μὲς τῶν κει­μέ­νων της κα­τα­λα­βαί­νου­με πό­σο τὴν καῖ­νε. Κα­τα­φέρ­νει νὰ ὁδη­γεῖ τὸ θέ­μα της στὰ βα­θιὰ καὶ τὸν προ­σε­κτι­κὸ ἀνα­γνώ­στη στὸν ἀνα­στο­χα­σμὸ τῶν πραγ­μά­των μὲ γλῶσ­σα στρω­τὴ καὶ ταυ­το­χρό­νως μὲ ἀπρό­σμε­να πρω­τό­τυ­πες πα­ρο­μοιώ­σεις ὅπως αὐ­τὴ στὸ δι­ή­γη­μα «Πέ­τρος»: «Εἶ­ναι φο­ρὲς ποὺ τὸ νε­ρὸ εἶ­ναι τό­σο ἥσυ­χο κι ἀκί­νη­το ποὺ νο­μί­ζει ὅτι εἶ­ναι συμ­πα­γές.... Λέ­ει μὲ τὸ νοῦ του πὼς θὰ μπο­ροῦ­σε νὰ κό­ψει ἕνα κομ­μά­τι, ἕναν ὡραῖο με­γά­λο τέ­λειο κύ­βο, ἂς ποῦ­με, καὶ νὰ τὸν πά­ρει ἀγ­κα­λιὰ τὸ νε­ρέ­νιο κύ­βο σὰ μω­ρό, καὶ νὰ τὸ να­νου­ρί­σει τὸ νε­ρὸ μὲ τὰ τρα­γού­δια ποὺ τοῦ μά­θαι­νε ἡ μά­να του...» (σ. 52).

       Σὲ ὁρι­σμέ­να ση­μεῖα πα­ρα­τη­ροῦ­με κά­ποιες ἐπί­μο­νες ἐπα­να­λή­ψεις μι­κρῶν κο­φτῶν προ­τά­σε­ων, ὅπου ἡ συγ­γρα­φέ­ας θέ­λει νὰ το­νί­σει ἕνα συμβάν, νὰ τὸ κά­νει νὰ χα­ρα­χτεῖ στὸ νοῦ τοῦ ἀνα­γνώ­στη… Σὰν μι­κρὰ πι­σω­πα­τή­μα­τα μοιά­ζουν σ’ ἐκεῖ­να τὰ ση­μεῖα οἱ λέ­ξεις της, ποὺ δί­νουν ἕναν ἀσθμα­τι­κὸ τό­νο στὴ πε­ρι­γρα­φό­με­νη σκη­νή. Ἀλ­λοῦ πά­λι, ὁ λό­γος ἀπο­κτᾶ προ­φο­ρι­κό­τη­τα, καὶ ξε­πη­δᾶ τό­τε ἕνα εἶ­δος ἀπεύ­θυν­σης πρὸς τὸν ἀνα­γνώ­στη αὐ­ξά­νον­τας τὸ αἴ­σθη­μα συμ­με­το­χῆς καὶ οἰ­κειό­τη­τας.

       Στὰ δι­η­γή­μα­τα τῶν Αἰ­νιγ­μά­των δια­τυ­πώ­νον­ται ἐμ­μέ­σως ἀ­γω­­νι­ώ­δη ἐρω­τή­μα­τα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα θὰ μπο­ροῦ­σαν νὰ προ­κύ­ψουν ἀπαν­τή­σεις γιὰ τὸν σύγ­χρο­νο τρό­πο σκέ­ψης, σ’ ἕναν κό­σμο ποὺ ἐπι­πλέ­ει μὲ δυ­σκο­λία πλέ­ον, προ­χω­ρῶν­τας ἀπὸ τὸ ἕνα ναυά­γιο στὸ ἄλ­λο. Ἀ­νή­κει στὶς ἀρε­τὲς τοῦ βι­βλί­ου τὸ ὅτι αὐ­τὴ ἡ ἐπεί­γου­σα ἀνάγ­κη δὲν κα­τα­γρά­φε­ται ὡς τέ­τοια μὲ ρη­τὸ καὶ κα­τη­γο­ρη­μα­τι­κὸ τρό­πο, ἀ­πο­φεύ­γον­τας, ἔ­τσι, κάθε ἴχνος δι­δα­κτι­σμοῦ ἢ ὁτι­δή­πο­τε ἄλ­λο ποὺ θὰ μπο­ροῦ­σε νὰ ἑρ­μη­νευ­τεῖ ἔτσι.

       Μέ­σα ἀπὸ τὰ δέ­κα δι­η­γή­μα­τα τῆς συλ­λο­γῆς ἡ Τριαν­τα­φύλ­λου μᾶς ὁδη­γεῖ σὲ δρό­μους σιω­πη­λούς, μο­να­χι­κοὺς ἀλ­λὰ στέ­ρε­ους, πα­τῶν­τας πά­νω στ’ ἀχνά­ρια πα­λιῶν κλα­σι­κῶν κει­μέ­νων, μὲ τοὺς ἥρω­ές της ἄλ­λο­τε νὰ ἀν­τλοῦν­ται ἀπὸ τὴν μυ­θο­λο­γία, ἄλ­λο­τε ἀπὸ τὴν Γέ­νε­ση καὶ τοὺς ἀρ­χαί­ους Ἕλ­λη­νες τρα­γι­κούς. Ἡ ἀφή­γη­σή της εἶ­ναι λι­τὴ καὶ ὑπαι­νι­κτι­κή, συ­νή­θως τὰ πράγ­μα­τα δὲν ὀνο­μά­ζον­ται εὐ­θέ­ως ἀλ­λὰ μέ­σῳ με­τω­νυ­μιῶν καὶ με­τα­φο­ρῶν, γιὰ πα­ρά­δειγ­μα ἡ ἔν­το­νη πα­ρου­σία τῆς φύ­σης καὶ οἱ διαρ­κεῖς δια­κυ­μάν­σεις τοῦ φω­τὸς μέ­σα ἀπὸ τὶς λε­πτο­με­ρεῖς καὶ ζων­τα­νὲς πε­ρι­γρα­φὲς τῆς συγ­γρα­φέ­ως ἀπο­δί­δουν τὸ κλί­μα καὶ τὴν ἀτμό­σφαι­ρα ποὺ ἐπι­διώκεται κά­θε φο­ρὰ ἐνι­σχύ­ον­τας τὴν ἐσω­τε­ρι­κό­τη­τα τῶν πε­ρι­γρα­φό­με­νων προ­σώ­πων. Συ­χνὰ ἡ συγγραφέας χρη­σι­μο­ποιεῖ τὰ εὐ­φρό­συ­να χρώ­μα­τα τοῦ φυ­σι­κοῦ πλού­του ποὺ πε­ρι­βάλ­λουν τοὺς πρω­τα­γω­νι­στές της ἐρή­μην τους, ὡς ἀν­τι­δια­στο­λὴ πρὸς τὸν ζό­φο ποὺ θὰ ἀκο­λου­θή­σει, ὅπως συμ­βαί­νει στὰ δι­η­γή­μα­τα «Λά­ζα­ρος» καὶ «Κάϊν» ὅπου ἡ ἀν­τί­στι­ξη εἶ­ναι πο­λὺ ἰσχυ­ρή. Πάν­τα ἡ ὀμορ­φιὰ ὑπάρ­χει ἐρή­μην μας καὶ γι’ αὐ­τὸ δια­σώ­ζε­ται ὡς τέ­τοια.

       Σχε­δὸν σὲ ὅλα τὰ δι­η­γή­μα­τα ὁ χρό­νος καὶ ὁ τό­πος εἶ­ναι ἀ­προσ­διό­ρι­στος. Ὅλα ὅσα πε­ρι­γρά­φον­ται ἐκεῖ —ἕνα ἐκεῖ ποὺ ἐν­τέ­λει ἀνα­σύ­ρε­ται ἀπὸ τὸν ἀνα­γνώ­στη συ­νειρ­μι­κὰ ἀλ­λὰ ὄχι ὑπο­χρε­ω­τι­κὰ— θὰ μπο­ροῦ­σαν νὰ συν­τε­λοῦν­ται ὁπου­δή­πο­τε ἀλ­λοῦ καὶ σὲ ὁποιον­δή­πο­τε χρό­νο. Αὐ­τὴ ἡ ἐπι­λο­γὴ ἐνι­σχύ­ει μὲ μιὰ πρό­σθε­τη δυ­να­μι­κὴ πρό­σω­πα καὶ γε­γο­νό­τα. Πολ­λὲς φο­ρὲς δια­βά­ζον­τας τὰ κεί­με­να ὁ νοῦς μου ἔβλε­πε τὰ πρό­σω­πα καὶ τὰ γε­γο­νό­τα στὴ ση­με­ρι­νὴ ἐπο­χή. Τὸ κά­νει ἄλ­λω­στε καὶ ἡ ἴδια ἡ συγ­γρα­φέ­ας δια­κρι­τι­κὰ ἀλ­λὰ κα­θα­ρὰ γιὰ τὸν προ­σε­κτι­κὸ ἀνα­γνώ­στη στὸ πιὸ ζο­φε­ρὸ ἀπ` ὅλα —στὰ ὅρια τοῦ γκρο­τέ­σκο— δι­ή­γη­μα «Φι­λο­μή­λα».

       Ὅσο γιὰ τὴν δε­δο­μέ­νη ἐξ ὁρι­σμοῦ, λό­γῳ τῶν τί­τλων (Ἰσμή­νη, Κάϊν, Ἰὼβ, κλπ) δια­κει­με­νι­κό­τη­τα αὐ­τὴ ἐμ­φι­λο­χω­ρεῖ δια­κρι­τι­κά, δὲν ἐπι­δει­κνύ­ε­ται, δια­τη­ρῶν­τας κατ΄ αὐ­τὸν τὸν τρό­πο τὴν ἀμε­σό­τη­τα καὶ τὴν αὐ­θεν­τι­κό­τη­τα τῆς προ­σω­πι­κῆς ἀνα­δια­μόρ­φω­σης τοῦ μύ­θου ἀνά­λο­γα μὲ τὸ τί θέ­λει νὰ ἀνα­δεί­ξει ἡ συγ­γρα­φέ­ας κά­θε φο­ρά. Ἡ ἀνα­μό­χλευ­ση τῶν ἱστο­ριῶν ἰδί­ως μὲ τὸ δια­φο­ρο­ποι­η­μέ­νο τέ­λος τους ἀνα­δει­κνύ­ει ἐρω­τή­μα­τα καὶ ἀγω­νί­ες, ὅπως γιὰ πα­ρά­δειγ­μα τὴν ἀγω­νία ποὺ προ­κύ­πτει ἀπὸ τὴν μά­ταιη ἀνα­μο­νὴ τῆς θεϊ­κῆς ἀπάν­τη­σης στὸ δι­ή­γη­μα τοῦ «Ἰώβ», ἢ ἀλ­λοῦ ἡ δια­τύ­πω­ση τῆς σκέ­ψης ὅτι τὸ κα­κὸ μπο­ρεῖ νὰ μὴν ὑπάρ­χει αὐ­τε­ξού­σιο ἀλ­λὰ νὰ προ­κύ­πτει ἀπὸ μιὰ λά­θος ἑρ­μη­νεία ὅπως συμ­βαί­νει στὸ δι­ή­γη­μα τοῦ «Κάϊν».
Στὸ τέ­λος κά­θε δι­η­γή­μα­τος ὑπάρ­χει μιὰ κα­τα­κλεῖ­δα δύο-τριῶν γραμ­μῶν ποὺ ὑπαι­νι­κτι­κὰ ὁλο­κλη­ρώ­νει ὅσα ἔχουν δια­δρα­μα­τι­στεί.

       Τὸ βι­βλίο κλεί­νει μὲ τὴν ἐξαι­ρε­τι­κὴ συμ­πε­ρα­σμα­τι­κὴ κα­τα­κλεῖ­δα ποὺ ὁλο­κλη­ρώ­νει τὸ τε­λευ­ταῖο δι­ή­γη­μα τοῦ «Πέ­τρου»:


Ὁ Θε­ὸς δὲν ἔρ­χε­ται. Ὁ ἄν­θρω­πος μό­νος του πρέ­πει νὰ κά­νει τὸ δρό­μο, νὰ χρεια­στεῖ ἡ ψυ­χή του τὸ ἀχρεί­α­στο, τὸ ἔξω ἀπὸ τὶς λέ­ξεις ποὺ ὑπάρ­χει. Δι­κός του ὁ δρό­μος. Καὶ ἡ ἀπό­φα­ση.



Πηγή: Πρώτη δημοσίευση.

Ἡρὼ Νι­κο­πού­λου (Ἀθή­να, 1958). Σπού­δα­σε ζω­γρα­φι­κὴ καὶ σκη­νο­γρα­φία στὴν Ἀνω­τά­τη Σχο­λὴ Κα­λῶν Τε­χνῶν τῆς Ἀθή­νας. Ἔχει ἐκ­θέ­σει ἔρ­γα της στὴν Ἑλ­λά­δα καὶ στὸ ἐξω­τε­ρι­κό. Ἔχει ἐκ­δώ­σει ὀκτὼ βι­βλία ποί­η­σης καὶ πέν­τε πε­ζο­γρα­φί­ας. Ποι­ή­μα­τα καὶ δι­η­γή­μα­τα της με­τα­φρά­στη­καν στὰ Ἀγ­γλι­κά, Γαλ­λι­κά, Ἰτα­λι­κά, Ἱσπα­νι­κά, καὶ ἄλ­λες εὐ­ρω­παϊ­κὲς γλῶσ­σες καὶ συμ­πε­ρι­λαμ­βά­νον­ται σὲ ἀν­τί­στοι­χες ἀν­θο­λο­γί­ες. Ἔχει συμ­με­τά­σχει σὲ πολ­λὰ Διε­θνῆ Φε­στι­βὰλ ποί­η­σης, ἐνῷ ἕνας τό­μος ποι­η­μά­των της κυ­κλο­φο­ρεῖ στὰ ἱσπα­νι­κὰ μὲ τί­τλο Aceptiones de la Mirana, (με­τά­φρα­ση: José Antonio Moreno Jurado (2019, El Arbol de la Luz, Sevilla). Ἀπὸ τὸ 2010 συν­διευ­θύ­νει μὲ τὸν Γιάν­νη Πα­τί­λη τὴν ἱστο­σε­λί­δα γιὰ τὸ μι­κρὸ δι­ή­γη­μα Πλα­νό­διον-Ἱστο­ρί­ες Μπον­ζάϊ. Ἀπὸ τὸ 2023 δια­τη­ρεῖ τὴν στή­λη μὲ τὸν τί­τλο «Ἕνα πα­ρά­θυ­ρο γιὰ τὸ μι­κρὸ δι­ή­γη­μα» στὴν ψη­φια­κὴ πλατ­φόρ­μα culturebook. Τὸ 2019 τὸ λο­γο­τε­χνι­κὸ πε­ριο­δι­κὸ Σί­συ­φος ἀφιέ­ρω­σε τὸ 17ο τεῦ­χος του στὸ ποι­η­τι­κὸ καὶ πε­ζο­γρα­φι­κό της ἔρ­γο, ἐ­νῶ ἀ­φι­έ­ρω­μα στὸ ἔρ­γο της συμ­πε­ρι­έ­λα­βε στὴν ὕ­λη του καὶ τὸ λο­­γο­­τε­­χνι­­κὸ πε­­ρι­ο­­δι­­κὸ Ἐμ­­βό­λι­μον, τχ. 101-102, τὸ 2024. Τε­λευ­ταῖο της βι­βλίο Τὸ Θαῦ­μα στὴν Ἐν­τα­τι­κή (2024, ἐκδ. ΑΩ). Εἶ­ναι μέ­λος τοῦ Εἰ­κα­στι­κοῦ Ἐπι­με­λη­τη­ρί­ου Ἑλ­λά­δας, τῆς Ἑται­ρεί­ας Συγ­γρα­φέ­ων καὶ τοῦ Κύ­κλου Ποι­η­τῶν.

www.ironikopoulou.gr

oikoparaxenos στις 7:50 μ.μ.
Κοινή χρήση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

‹
›
Αρχική σελίδα
Προβολή έκδοσης ιστού

Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
oikoparaxenos
Ιστολόγιο για την οικολογία και τον πολιτισμό.....
Προβολή πλήρους προφίλ
Από το Blogger.